Καθώς εξελίσσονται αποσχιστικά γεγονότα στην Ουκρανία, το ενδεχόμενο περαιτέρω αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, παραμένει μια επιλογή.
Ο πετρελαϊκός κλάδος της Ρωσίας τροφοδοτεί τουλάχιστον το 40% του προϋπολογισμού της χώρας, επομένως, η εύρεση ενός αποτελεσματικού τρόπου άσκησης κυρώσεων εναντίον του, είναι ένας προφανής στόχος για τις ΗΠΑ και για τους δυτικούς της συμμάχους. Ωστόσο, προτού επιβληθούν κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο, είναι απαραίτητο να απαντήσουμε σε ένα βασικό ερώτημα: πώς θα αντιδράσουν οι αγορές στον περιορισμό των εξαγωγών από τον μεγαλύτερο παραγωγό πετρελαίου παγκοσμίως; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι καθησυχαστική, ούτε για τη Ρωσία ούτε για τη Δύση. Επομένως, κάθε μέτρο για την επιβολή κυρώσεων στο πετρέλαιο, θα πρέπει να εξεταστεί με μεγάλη προσοχή.
Το 2013, η ρωσική πετρελαϊκή εξαγωγή διαμορφώθηκε σε ιστορικό υψηλό των 10,5 εκατ. βαρελιών ημερησίως, υπερβαίνοντας και αυτή της Σαουδικής Αραβίας, που είναι ιστορική παραγωγός χώρα πετρελαίου. Υπάρχει ροή, αλλά όχι χωρίς σημαντική βοήθεια από τους ξένους. Οι δυτικές εταιρείες είναι απαραίτητες για τη συντήρηση των ρωσικών πετρελαϊκών πεδίων, οι διεθνείς μεγάλες εταιρείες ενέργειας είναι επίσης απαραίτητες για να φέρουν τεχνολογία αιχμής για νέα αναπτυξιακά projects στη Σιβηρία ή στην Αρκτική, καθώς και κοινοπραξίες που θα παράσχουν την απαραίτητη χρηματοδότηση. Οι αμερικανικές κυρώσεις θα είναι σε θέση να στοχεύσουν όλα αυτά, οδηγώντας έτσι ανοδικό το κόστος στον ρωσικό πετρελαϊκό κλάδο και μειώνοντας την παραγωγή.
Ωστόσο, οι ενεργειακές κυρώσεις είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από ένα τεχνικό ζήτημα. Το πετρέλαιο είναι το πιο ενεργό φυσικό εμπόρευμα που διαπραγματεύεται/ διαπερνά την σήμερα υψηλά παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Σε οποιαδήποτε δεδομένη ημέρα, καταναλώνονται περισσότερα από 90 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων, και περισσότερα από 55 εκατ. βαρέλια αργού και πετρελαϊκών προϊόντων διασχίζουν τον κόσμο. Ως εκ τούτου, θα είναι αδύνατο να επιβληθούν «στοχευμένες» κυρώσεις στο πετρέλαιο. Οι προμήθειες που βγαίνουν από την αγορά σε ένα σημείο –ακόμη και εάν γίνεται σταδιακά μόνο- επηρεάζει κάθε χώρα, παραγωγό και καταναλωτή.
Για να είμαστε σίγουροι, μια πολύπλοκη πετρελαϊκή αλυσίδα καθιστά αδύνατο ακόμη και για μεγάλους παίκτες όπως η ExxonMobil ή η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας, να προβλέψουν με ακρίβεια τις μελλοντικές τιμές πετρελαίου. Η αλήθεια είναι, με αυτό το επίπεδο ολοκλήρωσης, οι εμπειρογνώμονες δεν έχουν ιδέα πώς θα επηρεάσουν τις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου οι κυρώσεις. Αυτό που είναι εγγυημένο είναι ότι εάν βγει από την αγορά μόνο ένα τμήμα της τρέχουσας ρωσικής παραγωγής, αυτό θα οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμη άνοδο των τιμών. Στο παρελθόν, η συρρίκνωση μιας αγοράς τέτοιου μεγέθους ονομάστηκε «πετρελαϊκή κρίση».
Επιπλέον αυτού, οι αγορές futures και παραγώγων έχουν επίσης δημιουργηθεί στην τιμή των υποκείμενων προϊόντων πετρελαίου. Τουλάχιστον 200 δισ. βαρέλια ημερησίως, αξίας της τάξης των 20 τρις. δολαρίων, τιμολογούνται στην τιμή αναφοράς brent. Ακόμη και μικρές στρεβλώσεις στην προσφορά, θα μπορούσαν να έχουν μια σημαντική επίδραση στις παγκόσμιες τιμές ενέργειας. Το μεγαλύτερο ρίσκο ωστόσο θα είναι να ξεκινήσει ένα τρενάκι του τρόμου, το οποίο είναι ακόμη πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί από πολίτες, πολιτικούς και τον κλάδο, από ό,τι απλώς οι υψηλότερες τιμές.
Επιπλέον, παραμένει ασαφές εάν οι πετρελαϊκές κυρώσεις θα έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Και τα προηγούμενα περιστατικά δεν θα βοηθήσουν στο να προβλεφθεί η έκβαση μιας μεγαλύτερης, παρατεταμένης διακοπής στην αγορά.
Ο κόσμος είναι διαφορετικός από το 1979, όταν ο πρόεδρος Carter επέβαλε κυρώσεις στο Ιράν, παγώνοντας τα assets του, και ξανά το 1995 όταν ο πρόεδρος Clinton επέκτεινε τις κυρώσεις για να συμπεριλάβει το εμπόριο με τον ιρανικό πετρελαϊκό κλάδο. Η μαζική παγκοσμιοποίηση δεν είχε ακόμη λάβει χώρα. Ως εκ τούτου, η γεώ-οικονομική επίπτωση από τον περιορισμό της ικανότητας μιας χώρας να εξάγει το πετρέλαιο, είχε κάποτε περιορισμένη εμβέλεια. Ο OPEC εύκολα αναπλήρωσε στα 2 εκατ. βαρέλια ημερησίως του ιρανικού πετρελαίου το 1979. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το τι είναι δυνατό σήμερα, όταν το 72% του πετρελαίου διαπραγματεύεται παγκοσμίως, σε σχέση με όταν θεσπίστηκαν οι πρώτες κυρώσεις.
Αυτό εξηγεί επίσης γιατί τα πρόσφατα πλούσια πετρελαϊκά ευρήματα των ΗΠΑ δεν θα προστατέψουν τη χώρα από σοκ των τιμών που πιθανότατα θα προκύψει ως αποτέλεσμα ενδεχόμενων σοβαρών πετρελαϊκών κυρώσεων στη Ρωσία. Η Αμερική παραμένει συνδεδεμένη με την παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά, και αυτό θα μεταφραστεί σε αυξήσεις των τιμών στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του πετρελαίου στο NYMEX και για τους καταναλωτές. Η Ρωσία με τη σειρά της, δεν θα πληγεί απαραιτήτως με τον τρόπο που επιθυμείται. Ενώ οποιαδήποτε αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου θα πλήξουν τους Ρώσους πολίτες και τις επιχειρήσεις, θα ωφελήσουν τα κρατικά ταμεία του Κρεμλίνου, ν μέρει αναπληρώνοντας την απώλεια μεριδίων στην αγορά.
Η επιβολή κυρώσεων στο ρωσικό πετρέλαιο, παραμένει στο τραπέζι. Αλλά παίζοντας αυτό το χαρτί, έχει και σοβαρά οικονομικά ρίσκα για όλους. Το βάρος πέφτει στην Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες να ζυγίσουν αυτή την κίνηση προσεκτικά. Η Μόσχα, θα πρέπει να είναι έτοιμη για επιβολή κυρώσεων από τη Δύση, και όχι μόνο διότι έχει νόημα, αλλά διότι η τροχιά των γεγονότων μπορεί να οδηγήσει σε ενέργειες των οποίων η έκβαση είναι τελικά ανεπιθύμητη.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.carnegie.ru/eurasiaoutlook/?fa=55571
ΠΗΓΗ.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου