Από τα μέσα Οκτωβρίου τουλάχιστον 70 επενδυτές, που αντιπροσωπεύουν περιουσιακά στοιχεία 3 τρισ. δολαρίων, έστειλαν επιστολές σε πετρελαϊκές εταιρείες και εταιρείες φυσικού αερίου. Ζητούσαν να ενημερωθούν με ποιο τρόπο σκοπεύουν να προσαρμοσθούν οι εταιρείες αυτές σε μια νέα κατάσταση στην οποία θα μειωθεί η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων είτε επειδή οι επιπτώσεις στο περιβάλλον την καθιστούν υπερβολικά δαπανηρή είτε επειδή έχει αυξηθεί σημαντικά η απόδοση της χρήσης ενέργειας από τα αυτοκίνητα και η εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια.
Σύμφωνα με το Bloomberg New Energy Finance, η ζήτηση θα αρχίσει να μειώνεται μετά το 2030. Αυτό σημαίνει πως πετρελαϊκές εταιρείες και εταιρείες λιθάνθρακα αξίας άνω των 7 τρισ. δολαρίων διατρέχουν τον κίνδυνο να διαπιστώσουν έπειτα από χρόνια ότι δεν έχει νόημα να ολοκληρώσουν σχέδια στα οποία διοχετεύουν σήμερα δισεκατομμύρια δολάρια. Οι περιβαλλοντολόγοι προσβλέπουν στις συνομιλίες για την κλιματική αλλαγή για τη λύση για την προστασία του περιβάλλοντος, που συνεχίζονται για 19ο έτος. Ακόμη κι αν δεν οδηγήσουν σε κάποια ριζοσπαστική συμφωνία, έχει δρομολογηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο μια στροφή προς τα καθαρότερα καύσιμα. Κι αυτό έχει απασχολήσει τους επενδυτές. Οπως επισημαίνει ο Νικ Ρόμπινς, επικεφαλής του Κέντρου Κλιματικής Αλλαγής στην επενδυτική HSBC Holdings του Λονδίνου, διαβλέπει τον κίνδυνο «μεγάλης κατάρρευσης στη ζήτηση λόγω της τεχνολογικής προόδου». Εν ολίγοις, η Teslas και οι εταιρείες φωτοβολταϊκών υπονομεύουν τη μελλοντική αξία του «μαύρου χρυσού» και οι επενδυτές αγνοούν τον κίνδυνο. Και δεν τα λέει αυτά ούτε η Greenpeace ούτε ο Αλ Γκορ, αλλά στέλεχος της HSBC. Η Goldman Sachs, άλλωστε, συμβουλεύει τις πετρελαϊκές να επενδύουν «μόνον σε σχέδια με μεσαίες έως υψηλές αποδόσεις, να διοχετεύουν τα υπόλοιπα μετρητά τους σε επαναγορές μετοχών και να επικεντρώνονται στα κέρδη ανά μετοχή». Εν ολίγοις: να ετοιμάζονται για συρρίκνωση του κλάδου.
Κατά γενική ομολογία των περιβαλλοντολόγων, δεν μπορεί να αυξηθεί η θερμοκρασία του πλανήτη κατά περισσότερο από δύο βαθμούς χωρίς να δημιουργηθεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Υπηρεσία Ενέργειας, περίπου τα 2/3 από τα εξακριβωμένα κοιτάσματα ορυκτών καυσίμων του πλανήτη πρέπει να παραμείνουν θαμμένα ώστε να αποτραπεί μια τέτοια εξέλιξη.
Δεν συμμερίζονται, πάντως, όλοι την άποψη ότι οι πετρελαϊκές θα αντιμετωπίσουν σύντομα πρόβλημα. Ο μεγαλύτερος ενεργειακός κολοσσός στον κόσμο, η Exxon, προβλέπει πως η ζήτηση για λιθάνθρακα θα κορυφωθεί το 2025 και στη συνέχεια θα αρχίσει να υποχωρεί, αλλά η ζήτηση για πετρέλαιο θα παραμείνει υψηλή μέχρι τουλάχιστον το 2040. Σχεδιάζει, μάλιστα, να επενδύσει 185 δισ. δολάρια σε ενεργειακά σχέδια μέσα στην επόμενη πενταετία. Ολα αυτά βρίσκονται στο επίπεδο των υποθέσεων. Δύσκολα μπορεί να προβλέψει κανείς πώς θα έχει διαμορφωθεί η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, καθώς εκτιμάται πως ο παγκόσμιος πληθυσμός θα έχει αυξηθεί κατά 30% το 2050 και θα έχουν προστεθεί στην ενεργοβόρο μεσαία τάξη περίπου τρία τρισεκατομμύρια καταναλωτές.
(Bloomberg, Καθημερινή, 14/12/2013)
ΠΗΓΗ:energypress.gr