Όλο και πιο έντονες είναι οι διαρθρωτικές αλλαγές στις οποίες προβαίνουν οι μεγαλύτεροι πετρελαϊκοί όμιλοι σε παγκόσμιο επίπεδο, κάτι το οποίο, σύμφωνα με άρθρο που αφιερώνει επί του θέματος το Rigzone.com, είναι πιθανό να διαρκέσει κάποιο διάστημα.
Στο δημοσίευμα - ανάλυση σημειώνεται μάλιστα ότι τα αδύναμα οικονομικά αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν από τις πετρελαϊκές για το 4ο τρίμηνο του 2013 αλλά και για το 2013 στο σύνολό του, θα πρέπει να ενταχθούν μέσα στο πλαίσιο των διαρθρωτικών αλλαγών που καταγράφονται στις επιχειρήσεις του κλάδου.
Όπως αναφέρει στην ανάλυσή του το RIGZONE, η επανάσταση του σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ είναι ένας από τους βασικούς λόγους που οδήγησαν τις εταιρείες του κλάδου στην αναθεώρηση των επιχειρηματικών τους μοντέλων.
Αυτή η τάση ξεκίνησε πριν κάποια χρόνια από μικρότερες εταιρίες ενώ πλέον το «κίνημα» της αναδιάρθρωσης έχει μετακινηθεί προς τις μεγαλύτερες εταιρίες του κλάδου.
Οι αλλαγές που πραγματοποιούν οι συγκεκριμένες εταιρίες έχουν ως στόχο την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η μεταβολή που επιφέρει το σχιστολιθικό αέριο στη δυναμική των εγχώριων αγορών αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Κομβικό σημείο για την εξέλιξη της συγκεκριμένης τάσης στην πετρελαϊκή βιομηχανία αποτέλεσε η προανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων που εξέδωσε στα μέσα Ιανουαρίου η Royal Dutch Shell, η οποία σηματοδότησε την πρώτη, τόσο μεγάλης έκτασης απώλεια κερδών της τελευταίας δεκαετίας.
Σε αυτή την ανακοίνωση, η Shell έκανε λόγο για πτώση κερδών 48% το δ΄ τρίμηνο του 2013, συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012. Εκτιμούσε παράλληλα ότι τα συνολικά κέρδη του 2013 θα έφταναν τα 19,5 δις δολ, από 25,3 δις δολ. που ήταν το 2012.
Ο νέος CEO της εταιρείας, Ben van Beurden, αφού έκανε τη δήλωση ότι η απόδοση της εταιρείας για το 2013 «δεν ήταν αυτό που περίμενα από τη Shell», προανήγγειλε αλλαγές.
Ειδικότερα, μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων, ο van Beurden ανακοίνωσε αλλαγές στον προσανατολισμό της εταιρείας, οι οποίες, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν περιορισμό δαπανών, μετριασμό των σχεδίων ανάπτυξης, αύξηση των εκποιήσεων και αναδιάρθρωση τμημάτων της επιχείρησης.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή που η Shell περιέκοψε τις δαπάνες κεφαλαίου της κατά 20% συγκριτικά με τα επίπεδα του 2013, η επιχείρηση αύξησε το μέρισμα κατά 4%.
Παράλληλα, η εταιρία ενισχύει το πρόγραμμα εκποίησής της, σχεδιάζοντας την πώληση περιουσιακών στοιχείων αξίας 15 δις δολαρίων κατά τη διετία 2014 - 2015.
Όμως, η αναθεώρηση του επιχειρηματικού μοντέλου δεν αποτελεί ένα νέο φαινόμενο, τονίζεται στην ανάλυση του RIGZONE, καθώς στο πρόσφατο παρελθόν έχουν παρατηρηθεί και άλλες αντίστοιχες κινήσεις, οι οποίες έχουν ως βάση τις εξελίξεις με το αμερικανικό σχιστολιθικό αέριο.
Το 2011 η ConocoPhillips επέλεξε να διαχωριστεί σε μία εταιρεία εξερεύνησης και παραγωγής υδρογοναναθράκων και σε μία εταιρία η οποία θα ασχολείται με τις downstream δραστηριότητες. Ο διαχωρισμός ολοκληρώθηκε στο τέλος του Απριλίου 2012 και νέα διοίκηση ανέλαβε τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Η συγκεκριμένη κίνηση της πετρελαϊκής επέτρεψε στην εταιρία να εστιάσει καλύτερα στις επενδύσεις της στο ξηρό φυσικό αέριο, δεδομένου ότι από το 2005 είχε προβεί στην αγορά της Burlington Resources. Το συγκεκριμένο deal εκτόξευσε τα αποθέματα αερίου της ConocoPhillips κατά 88% και την παραγωγή της κατά 77%, καθιστώντας της τη δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγό φυσικού αερίου, μετά την BP.
Συνολικά, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, η συγκεκριμένη «τάση» αφορά κατά βάση τρεις μεγάλους «παίκτες» του κλάδου (ExxonMobil, Royal Dutch Shell και Chevron) και δύο μικρότερους (ConocoPhillips και Marathon Oil), οι οποίοι έχουν μετασχηματιστεί σε εταιρίες κυρίως εξερεύνησης και παραγωγής (Exploration and Production - E & P).
Μείωση δαπανών και πώληση περιουσιακών στοιχείων τα «κλειδιά»
Ενδιάφερον στοιχεία αποτελεί εξάλλου η παράθεση στο άρθρο του RIGZONE αφιερώματος των Financial Times και ειδικότερα της στήλης με την ονομασία “ Lex Column”, το οποίο έφερε τον τίτλο “Why own shares of Big Oil?”, δηλ. έθετε το ερώτημα «γιατί να έχει κάποιος μετοχές μεγάλων πετρελαϊκών;».
Ο συγγραφέας του άρθρου παρέθετε την εξήγηση ότι το ολοκληρωμένο μοντέλο επιχειρήσεων δημιουργεί τεράστια ποσά μετρητών και, έμμεσα, ελκυστικές αποδόσεις.
Στο άρθρο εξετάστηκαν μάλιστα οι οικονομικές αποδόσεις της Shell από την παρατήρηση των οποίων προέκυψε ότι πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα εταιρίας που παράγει σημαντικές χρηματικές ροές αλλά αποτυγχάνει στο να έχει σημαντικές αποδόσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, από την εν λόγω στήλη των Financial Times εκφράστηκε η εκτίμηση ότι οι αποδόσεις που προσελκύουν επενδυτές θα πρέπει να προέρχονται από εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Η περίπτωση που παρέθεσε το δημοσίευμα ως δείγμα αποτυχίας του πετρελαϊκού κλάδου στο θέμα των εξαγορών ήταν η αγορά από την ExxonMobil της XTO Energy, στα τέλη του 2009, με τίμημα 40 δις δολάρια. Αυτό έγινε ακριβώς τη στιγμή που οι τιμές φυσικού αερίου άρχιζαν να καταρρέουν. Μετά την εξαγορά, η άνοδος της μετοχής της ExxonMobil ήταν μόνο 30%.
Καταλήγοντας, η στήλη των Financial Times τονίζει ότι αυτό που έχει σημασία τώρα είναι οι εταιρίες να χαλιναγωγήσουν τις καφαλαιουχικές δαπάνες και να αρχίσουν να εστιάζουν στις αποδόσεις. Αυτό, σημειώνει η στήλη, μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: ο ένας είναι οι πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων - μέσα στο 2014 θα μπορούσε να υπάρξει πληθώρα περιουσιακών στοιχείων αερίου και πετρελαίου στην αγορά. Ο άλλος τρόπος είναι μέσω της καταστολής των κεφαλαιουχικών δαπανών και του μεγαλύτερου ελέγχου των δαπανών.
ΠΗΓΗ:energypress.gr