Ένα από τα αιτήματα που διατυπώνουν οι καταναλωτές αερίου σε όλη την Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα είναι η αλλαγή της φόρμουλας τιμολόγησης με την οποία καθορίζεται το κόστος. Κατά πάγια τακτική της Gazprom, η τιμή του φυσικού αερίου συνδεόταν με την τιμή του πετρελαίου, παρότι οι καταναλωτές ζητούσαν να υπάρξει μια πιο ορθολογική τιμολόγηση που να λαμβάνει υπόψη της τις συνθήκες της αγοράς αερίου και όχι του πετρελαίου. Πράγματι αυτό συνέβη στις τελευταίες αναθεωρήσεις συμβολαίων που έκανε η Gazprom στην κεντρική Ευρώπη, καθώς υπήρξαν διαφοροποιήσεις συμβάσεων και στις φόρμουλες ενισχύθηκε η βαρύτητα της τιμής του αερίου στα “hubs”, σε βάρος του brent.
Όχι όμως και στην Ελλάδα. Στην τελευταία συμφωνία με τη Gazprom, σχετική αλλαγή δεν υπήρξε, καθώς – σύμφωνα με τα όσα έγιναν εκ των υστέρων γνωστά – το ελληνικό αίτημα δεν έγινε αποδεκτό από τους Ρώσους. Στο σημείο αυτό πάντως εντείνονται οι φωνές που μιλούν για λάθος χειρισμούς και υποχωρητική στάση της ελληνικής πλευράς στις διαπραγματεύσεις με τους ρώσους.
Όμως εδώ έχουμε μια ακόμη «μαύρη τρύπα» στη συμφωνία του περασμένου Μαρτίου καθώς όχι μόνον η φόρμουλα τιμολόγησης παραμένει 100% εξαρτημένη από την τιμή του πετρελαίου αλλά επιπρόσθετα η τιμή που λαμβάνεται υπόψη δεν είναι του brent αλλά των προϊόντων πετρελαίου, όπως το μαζούτ ή το υγραέριο.
Γιατί συμβαίνει αυτό και γιατί ακριβώς η … «αναχρονιστική» φόρμουλα δημιουργεί νέο πεδίο διεκδίκησης για την ελληνική πλευρά;
Γιατί πολύ απλά η φόρμουλα τιμολόγησης αποφασίστηκε τη δεκαετία του 80, όταν το φυσικό αέριο μπήκε στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, υποκαθιστώντας άλλα καύσιμα όπως το μαζούτ στην ηλεκτροπαραγωγή και τη βιομηχανία. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο αποφασίστηκε τότε το φ.α. να τιμολογείται με βάση το κόστος του καυσίμου που αντικαθιστούσε.
Τρεις δεκαετίες μετά, η αγορά του φυσικού αερίου στην Ελλάδα είναι μια ώριμη αγορά, το καύσιμο είναι ευρέως διαδεδομένο και αξιοποιείται σε πολλές χρήσεις, όμως συνεχίζει να τιμολογείται με τον ίδιο αναχρονιστικό τρόπο, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Όπως παρατηρούν πηγές της αγοράς, αυτό συμβαίνει διότι υπάρχει σαφές όφελος υπέρ του πωλητή. Εάν δει κανείς τη διαχρονική καμπύλη διαμόρφωσης των τιμών του brent και των πετρελαϊκών προϊόντων διαπιστώνεται ότι η πτωτική πορεία του brent δεν ακολουθείται πάντα από τα προϊόντα (αυτό το φαινόμενο ήταν πολύ έντονο μέχρι πριν πέντε χρόνια), ενώ οι διαφορές τιμής έχουν φτάσει στο παρελθόν μέχρι και στο 30%.
Το ζητούμενο λοιπόν για τους καταναλωτές φυσικού αερίου είναι διπλό: πρώτον να τεθεί εκ νέου θέμα αλλαγής της φόρμουλας τιμολόγησης ώστε να λαμβάνει υπόψη της την τιμή του φυσικού αερίου στις αγορές, με ταυτόχρονο περιορισμό του συντελεστή του πετρελαίου. Και δεύτερον να εκσυγχρονιστεί η φόρμουλα και να συμπεριλάβει την τιμή του brent και όχι των προϊόντων, η οποία «ευθύνεται» για πολλές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ που έχουν πληρώσει επιπλέον οι έλληνες καταναλωτές σε σύγκριση με την Ευρώπη.
ΠΗΓΗ;energypress.gr