Από το energypress.gr
Τη Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου, παραμονές της συνάντησης του OPEC και των συνεργαζόμενων πετρελαιοπαραγωγικών χωρών στη Βιέννη, όπου αποφασίστηκε η μείωση της παραγωγής πετρελαίου κατά 1.2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, το Κατάρ ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τον οργανισμό προκειμένου, όπως δήλωσε ο νέος υπουργός του για θέματα Ενέργειας Saad al-Kaabi, να αφεθεί ελεύθερο να αναπτύξει τα τεράστια αποθέματα αερίου που διαθέτει όπως θέλει αυτό.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, που προσπαθεί να ρίξει τις τιμές του πετρελαίου σε χαμηλά επίπεδα αλλά δεν μπορεί να ασκήσει ..
σοβαρή πίεση επί των εταιρειών υδρογονανθράκων στη χώρα του γιατί τα αποθέματα στο υπέδαφός της ανήκουν σε ιδιώτες και όχι στο κράτος όπως στις άλλες χώρες, μάταια πίεσε τη ηγέτιδα χώρα του OPEC Σαουδική Αραβία, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας και την βάρβαρη δολοφονία του αντικαθεστωτικού δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στην Κωνσταντινούπολη, να συνεχίσει την παραγωγή πετρελαίου στο μάξιμουμ.
Η Σαουδική Αραβία ωστόσο που χρειάζεται κεφάλαια για να απαλλαγεί από την σχεδόν καθολική εξάρτηση από το πετρέλαιο και η Ρωσία που αντιμετωπίζει το ίδιο πρόβλημα μαζί με τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες, επέλεξαν να μειώσουν από τον προσεχή Ιανουάριο και για 6 μήνες την παραγωγή τους κατά 1.2 εκατ. βαρέλια ημερησίως, εξαιρώντας από τις μειώσεις το Ιράν, τη Βενεζουέλα και τη Λιβύη για ευνόητους λόγους.
Η κρίσιμη είδηση όμως της περασμένης εβδομάδας δεν είναι η προσωρινή αύξηση των τιμών του πετρελαίου αλλά η ξαφνική αποχώρηση από τον OPEC του Κατάρ, στο οποίο λειτουργεί μεγάλη αμερικανική στρατιωτική βάση, αλλά και είναι αποκλεισμένο από πέρυσι από τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ με την κατηγορία ότι χρηματοδοτεί την ισλαμική τρομοκρατία. Η απόφασή του για την αποχώρηση ερμηνεύθηκε στις 4 Δεκεμβρίου από τους Financial Times ως εξυπηρέτηση προς την Ουάσιγκτον.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή μπορεί να συμβαίνει κάτι άλλο πολύ πιο σημαντικό, σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα;
Τo Κατάρ είναι η πιο μικρή και μία από τις πιο αντιφατικές χώρες της Μέσης Ανατολής. Παρόλο που παράγει μόνο 600.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως, αποτελεί κολοσσό παραγωγής LNG και έρχεται πρώτη, ή κατ΄άλλους δεύτερη ή τρίτη, σε αποθέματα φυσικού αερίου παγκοσμίως.
Το LNG το καθιστά ευέλικτο και σαφώς πιο ανεξάρτητο στην αξιοποίηση και εμπορία των υδρογονανθράκων του, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες. Παράλληλα όμως του προσφέρει και τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί αδρά την υπέρ των ισλαμιστών ανάμιξή του σε όλες σχεδόν τις συγκρούσεις των τελευταίων δεκαετιών στην ευρύτερη περιοχή του, αλλάζοντας συνεχώς θέσεις αλλά πάντα προσηλωμένο στον σουνιτικό ισλαμισμό.
Μεταξύ άλλων στήριξε ισλαμιστικά κινήματα όπως αυτά του Αιγύπτιου ιερωμένου Yussef al-Qardaoui, το Islamic Salvation Front της Αλγερίας, την παλαιστινιακή Hamas και την Μουσουλμανική Αδελφότητα. Το 1991 επέτρεψε στους Αμερικανούς να εγκαταστήσουν την βάση CENTOM στο Al-Udeid, με εύρος επιχειρήσεων μέχρι και το Αφγανιστάν, την ίδια περίοδο σχεδόν που, το 2002, χρηματοδότησε τους αντιαμερικανούς Ταλιμπάν να ανοίξουν γραφεία εκπροσώπησης.
Στη συνέχεια έθεσε τα πολεμικά αεροσκάφη του στη διάθεση του ΝΑΤΟ εναντίον του Καντάφι, ενώ μεσολαβούσε μεταξύ Hamas και Fatah και χρηματοδοτούσε ισλαμιστές εξτρεμιστές στο Μαρόκο, το Σουδάν, το Τσαντ και αλλού στην περιοχή.
Μαζί με τη Σαουδική Αραβία και έμμεσα τις ΗΠΑ και τις δυτικές δυνάμεις, υποστήριξε και χρηματοδότησε τα αντικαθεστωτικά κινήματα της Αραβικής Άνοιξης το 2011 και υπήρξε βασικός χρηματοδότης του συριακού εμφυλίου πολέμου εναντίον του καθεστώτος του al-Asad.
Λόγω αλλαγών στους διεθνείς συσχετισμούς, θεωρήθηκε ένοχο τρομοκρατίας και το καλοκαίρι του 2017 αποκλείστηκε με εμπάργκο από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα αραβικά Εμιράτα, ενώ οι Αμερικανοί άρχισαν τη σταδιακή αποχώρηση από το έδαφός του. Το κενό επιχείρησε να καλύψει στις αρχές του 2018 με την υπογραφή συμφωνίας με τον Ταγίπ Ερντογάν, για την εγκατάσταση τουρκικών στρατιωτικών βάσεων στο έδαφός του.
Δεν είναι όμως η ισλαμική προτίμηση και τάση για πολυπραγμοσύνη του Κατάρ που το οδήγησε εκτός OPEC, αλλά όπως αναφέραμε παραπάνω, η ελευθερία κινήσεων που της προσφέρει το γεγονός ότι είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο του ευκίνητου στη μεταφορά και εμπορία LNG και το γεγονός ότι διαθέτει το μεγαλύτερο ίσως απόθεμα φυσικού αερίου, που αποτελεί τον ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ του ρυπογόνου πετρελαίου και της καθαρής, εναλλακτικής ενέργειας που κατακτά συνεχώς έδαφος.
Επιπλέον, οι περισσότεροι σοβαροί αναλυτές συμφωνούν ότι ο OPEC και όλοι οι οργανισμοί που προσπαθούν να ρυθμίσουν την παραγωγή, τη ζήτηση και τις τιμές των υδρογονανθράκων, χάνουν συνεχώς έδαφος, αποτελούν ένα εν δυνάμει "Τιτανικό" και αντικαθίστανται με αυξανόμενο ρυθμό από τους μηχανισμούς της ελεύθερης, ευέλικτης αγοράς.
Πριν από τη δεκαετία του 70 το ρόλο του παγκόσμιου ρυθμιστή έπαιζε η Texas Railroad Commission, μέχρι να αντικατασταθεί από τον OPEC και τη Σαουδική Αραβία. Ωστόσο η απόφαση του OPEC το 2014 να αφήσει την αγορά υδρογονανθράκων να λειτουργήσει ουσιαστικά μόνη της και χωρίς παρεμβάσεις, οδήγησε στη μείωση της δυνατότητας των χωρών- μελών για έξτρα αποθεματικά από τα 2 σε 1 δισεκ. βαρέλια ημερησίως το 2016.
Η εξασθένηση αυτή του OPEC, σε συνδυασμό με την οφθαλμοφανή ανάγκη των εξαρτώμενων από τους "υπό δίωξη" ρυπογόνους υδρογονάνθρακες χωρών να απαλλαγούν από την πλήρη εξάρτησή τους από αυτούς, έκανε αρκετούς να σκεφτούν ότι το ρόλο του παγκόσμιου ρυθμιστή θα μπορούσε να αναλάβει η νέα σχιστολιθική αμερικανική βιομηχανία. Και αυτό όμως κατέστη αδύνατον, γιατί η βιομηχανία αυτή αποτελείται από εκατοντάδες, ανεξάρτητες, ιδιωτικές εταιρείες με κύριο στόχο να αυξήσουν τα κέρδη των μετόχων τους, εκμεταλλευόμενες ένα προϊόν το οποίο ανήκει στους ιδιώτες κατόχους των οικοπέδων στην επιφάνεια της γης, χωρίς δυνατότητα παρέμβασης κεντρικού κρατικού συντονιστικού φορέα.
Έτσι, όταν το 2016 ο OPEC μαζί με 11 άλλες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες, αποφάσισαν τη μείωση της παραγωγής τους μέχρι τον Ιούνιο του 2018 κατά 1.8 εκατ. βαρέλια ημερησίως, προκειμένου να ανεβάσουν τις τιμές, οι ειδικοί μίλησαν για περιορισμένου χρόνου και εμβέλειας παρέμβαση.
Η αποχώρηση συνεπώς του Κατάρ δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως μία ακόμη πρωτοβουλία μια μικρής και "άτακτης" χώρας, αλλά θα πρέπει να ενταχθεί στο πλαίσιο της σταδιακής δημιουργίας κλίματος απενεργοποίησης του OPEC και στην αναγκαστική τελικά φιλελευθεροποίηση της παγκόσμιας ενεργειακής αγοράς, με ταυτόχρονη μείωση της κατανάλωσης των ρυπογόνων υδρογονανθράκων και στροφή προς την καθαρή ενέργεια.
Έτσι οδηγούμαστε υποχρεωτικά στην υπόθεση ότι τελικά η Ελλάδα μπορεί να μην προλάβει να αξιοποιήσει τους όποιους υδρογονάνθρακές της, διότι όταν θα είναι έτοιμη να το κάνει, α) η ανθρωπότητα θα έχει στραφεί σε μεγαλύτερα ποσοστά προς την καθαρή ενέργεια και β) οι μεγάλες εταιρείες στον βασικά περιορισμένο χρόνο που θα έχουν στη διάθεσή τους, θα προτιμήσουν την με λιγότερο κόστος αξιοποίηση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων σε άλλα σημεία της γης και του σχιστολιθικού αερίου και πετρελαίου, αντί για την εμπλοκή τους στα πιο ακριβά και πολύπλοκα στη διαχείριση ελληνικά αποθέματα.
------------------------------------
*Ο κ. Γιώργος Χατζηιωάννου μετέχει στο τμήμα Διεθνών Σχέσεων - Επικοινωνίας της HAEE
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου