Από το worldenergynews.gr
Τέσσερις σημαντικές προκλήσεις που θα καθορίσουν την πορεία της αγοράς διύλισης τα επόμενα χρόνια, περιγράφει η Credit Suisse στην τελευταία εξαμηνιαία έκθεση της για την παγκόσμια διύλιση, που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Σύμφωνα με την έκθεση, η μείωση του πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού που συνεχίζεται από το 2014, οι νέοι κανονισμοί του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ), για την μείωση της περιεκτικότητας σε θείο των καυσίμων της ναυτιλίας, η ενδεχόμενη σοβαρή ..
μείωση των εξαγωγών από τη Ρωσία και η επίδραση στην αγορά του αμερικανικού shale oil είναι οι προκλήσεις από τις οποίες θα εξαρτηθεί η πορεία της αγοράς διύλισης.
Η εν λόγω αγορά, όπως αναφέρει η έκθεση, παρουσιάζει μεν θετικές προοπτικές, αλλά παράλληλα το σοβαρό ενδεχόμενο απότομων αυξήσεων των τιμών στις αρχές της δεκαετίας του 2020, είναι μάλλον αρνητικό τόσο για τον κλάδο όσο και για τους καταναλωτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε επίπεδο μετοχών από τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια, η Credit Suisse ξεχωρίζει τη Motor Oil, με τον χαρακτηρισμό outperform, τονίζοντας ότι είναι το διυλιστήριο που προτιμά στην Ευρώπη.
Ο τίτλος της έκθεσης «Ένα σύνθετο μέλλον για τη διύλιση» είναι ενδεικτικός για τις εξελίξεις σε ότι αφορά την ιδιωτικοποίηση των Ελληνικών Πετρελαίων, η οποία φαίνεται να είναι μια αρκετά σύνθετη υπόθεση για το ΤΑΙΠΕΔ που έχει και την ευθύνη της διαχείρισής της.
Όπως είναι γνωστό η πρώτη φάση του διαγωνισμού που αφορά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από υποψήφιους επενδυτές λήγει αύριο (30/5) μετά την παράταση που έδωσε το ΤΑΙΠΕΔ, αλλά μέχρι στιγμής τα μηνύματα δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά.
Όπως έχει γράψει ήδη το World Energy News, σε ότι αφορά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από καθετοποιημένες εταιρίες μέχρι στιγμής έχει ακουστεί μόνο το όνομα της ιταλικής ΕΝΙ, ενώ ενδιαφέρον φαίνεται να εκδηλώνουν και δυο κορυφαίοι trades πετρελαίου η Vitol και η Glencore.
Τετραπλή πρόκληση
Αναλυτικότερα σύμφωνα με την έκθεση της Credit Suisse η τετραπλή πρόκληση που έχει μπροστά του ο κλάδος της διύλισης, η οποία επιβάλει επίδειξης ευελιξίας από τις εταιρίες στη χάραξη πολιτικής, είναι οι εξής:
• Το πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό της διύλισης έχει μειωθεί από το 2014 και βρίσκεται ήδη σε επισφαλή επίπεδα. Παρά τα τρία έτη ισχυρών περιθωρίων διύλισης, η βιομηχανία του κλάδου, δεν ανταποκρίθηκε με την ανάπτυξη νέων διυλιστηρίων σε μαζική κλίμακα, παρά τα επενδυτικά σχέδια ορισμένων εταιριών όπως πχ τα project της Saudi Aramco.
• Οι νέοι κανονισμοί του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ), που θα τεθούν σε εφαρμογή από τον Ιανουάριο του 2020, μειώνοντας σε 0,5% (από 3,5%) την επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων στα εμπορικά πλοία. Ο κανονισμός αυτός αναμένεται να οδηγήσει σε μετατόπιση της ζήτησης για ορισμένα προϊόντα πετρελαίου.
• Ενδεχόμενη σοβαρή μείωση των εξαγωγών προϊόντων πετρελαίου από τη Ρωσία κατά τη δεκαετία του 2020. Σήμερα οι εξαγωγές της Ρωσίας ανέρχονται σε περίπου 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα. Σύμφωνα με την Credit Suisse ο εξαγωγικός δασμός που επιβάλει η Ρωσία θα καταργηθεί και ο τομέας διύλισης θα απελευθερωθεί, αλλά το ερώτημα είναι πότε θα συμβεί αυτό. Επίσης όπως αναφέρεται στην έκθεση η τοποθεσία, όπου είναι εγκατεστημένες πολλές μονάδες διύλισης, κάνει ρωσικά διυλιστήρια μη ανταγωνιστικά στην εξαγωγική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό η έκθεση εκτιμά ότι οι αρμόδιοι φορείς στη Ρωσία θα πρέπει να προχωρήσουν στην περαιτέρω απελευθέρωση του φορολογικού καθεστώτος όσο η παγκόσμια διυλιστική ικανότητα παραμένει περιορισμένη.
• Η βιομηχανία διύλισης τα τελευταία 20 χρόνια έχει επενδύσει σε συστήματα που διευκολύνουν την επεξεργασία ποικιλιών αργού πετρελαίου. Θα πρέπει να δούμε πώς το παγκόσμιο σύστημα θα χειριστεί το δεύτερο κύμα του αμερικανικού shale oil προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καταναλωτών.
Αναφερόμενη στην Ευρώπη, η έκθεση σημειώνει ότι από το 2009 η διυλιστική ικανότητα μειώθηκε κατά περίπου 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια είναι μικρότερα και λιγότερο σύνθετα και αντιμετωπίζουν μείωση της εσωτερικής ζήτησης.
Τα εναπομείναντα διυλιστήρια είναι πιο σύγχρονα εξ αιτίας επενδύσεων που έγιναν τα τελευταία χρόνια, π.χ. σε Γαλλία και Ιταλία και δεν θα πρέπει πια να θεωρούνται ως ο αδύναμος κρίκος, όπως στο παρελθόν.
Τέσσερις σημαντικές προκλήσεις που θα καθορίσουν την πορεία της αγοράς διύλισης τα επόμενα χρόνια, περιγράφει η Credit Suisse στην τελευταία εξαμηνιαία έκθεση της για την παγκόσμια διύλιση, που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Σύμφωνα με την έκθεση, η μείωση του πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού που συνεχίζεται από το 2014, οι νέοι κανονισμοί του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ), για την μείωση της περιεκτικότητας σε θείο των καυσίμων της ναυτιλίας, η ενδεχόμενη σοβαρή ..
μείωση των εξαγωγών από τη Ρωσία και η επίδραση στην αγορά του αμερικανικού shale oil είναι οι προκλήσεις από τις οποίες θα εξαρτηθεί η πορεία της αγοράς διύλισης.
Η εν λόγω αγορά, όπως αναφέρει η έκθεση, παρουσιάζει μεν θετικές προοπτικές, αλλά παράλληλα το σοβαρό ενδεχόμενο απότομων αυξήσεων των τιμών στις αρχές της δεκαετίας του 2020, είναι μάλλον αρνητικό τόσο για τον κλάδο όσο και για τους καταναλωτές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε επίπεδο μετοχών από τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια, η Credit Suisse ξεχωρίζει τη Motor Oil, με τον χαρακτηρισμό outperform, τονίζοντας ότι είναι το διυλιστήριο που προτιμά στην Ευρώπη.
Ο τίτλος της έκθεσης «Ένα σύνθετο μέλλον για τη διύλιση» είναι ενδεικτικός για τις εξελίξεις σε ότι αφορά την ιδιωτικοποίηση των Ελληνικών Πετρελαίων, η οποία φαίνεται να είναι μια αρκετά σύνθετη υπόθεση για το ΤΑΙΠΕΔ που έχει και την ευθύνη της διαχείρισής της.
Όπως είναι γνωστό η πρώτη φάση του διαγωνισμού που αφορά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από υποψήφιους επενδυτές λήγει αύριο (30/5) μετά την παράταση που έδωσε το ΤΑΙΠΕΔ, αλλά μέχρι στιγμής τα μηνύματα δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά.
Όπως έχει γράψει ήδη το World Energy News, σε ότι αφορά την εκδήλωση ενδιαφέροντος από καθετοποιημένες εταιρίες μέχρι στιγμής έχει ακουστεί μόνο το όνομα της ιταλικής ΕΝΙ, ενώ ενδιαφέρον φαίνεται να εκδηλώνουν και δυο κορυφαίοι trades πετρελαίου η Vitol και η Glencore.
Τετραπλή πρόκληση
Αναλυτικότερα σύμφωνα με την έκθεση της Credit Suisse η τετραπλή πρόκληση που έχει μπροστά του ο κλάδος της διύλισης, η οποία επιβάλει επίδειξης ευελιξίας από τις εταιρίες στη χάραξη πολιτικής, είναι οι εξής:
• Το πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό της διύλισης έχει μειωθεί από το 2014 και βρίσκεται ήδη σε επισφαλή επίπεδα. Παρά τα τρία έτη ισχυρών περιθωρίων διύλισης, η βιομηχανία του κλάδου, δεν ανταποκρίθηκε με την ανάπτυξη νέων διυλιστηρίων σε μαζική κλίμακα, παρά τα επενδυτικά σχέδια ορισμένων εταιριών όπως πχ τα project της Saudi Aramco.
• Οι νέοι κανονισμοί του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας (ΙΜΟ), που θα τεθούν σε εφαρμογή από τον Ιανουάριο του 2020, μειώνοντας σε 0,5% (από 3,5%) την επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε θείο των καυσίμων στα εμπορικά πλοία. Ο κανονισμός αυτός αναμένεται να οδηγήσει σε μετατόπιση της ζήτησης για ορισμένα προϊόντα πετρελαίου.
• Ενδεχόμενη σοβαρή μείωση των εξαγωγών προϊόντων πετρελαίου από τη Ρωσία κατά τη δεκαετία του 2020. Σήμερα οι εξαγωγές της Ρωσίας ανέρχονται σε περίπου 2 εκατ. βαρέλια/ημέρα. Σύμφωνα με την Credit Suisse ο εξαγωγικός δασμός που επιβάλει η Ρωσία θα καταργηθεί και ο τομέας διύλισης θα απελευθερωθεί, αλλά το ερώτημα είναι πότε θα συμβεί αυτό. Επίσης όπως αναφέρεται στην έκθεση η τοποθεσία, όπου είναι εγκατεστημένες πολλές μονάδες διύλισης, κάνει ρωσικά διυλιστήρια μη ανταγωνιστικά στην εξαγωγική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό η έκθεση εκτιμά ότι οι αρμόδιοι φορείς στη Ρωσία θα πρέπει να προχωρήσουν στην περαιτέρω απελευθέρωση του φορολογικού καθεστώτος όσο η παγκόσμια διυλιστική ικανότητα παραμένει περιορισμένη.
• Η βιομηχανία διύλισης τα τελευταία 20 χρόνια έχει επενδύσει σε συστήματα που διευκολύνουν την επεξεργασία ποικιλιών αργού πετρελαίου. Θα πρέπει να δούμε πώς το παγκόσμιο σύστημα θα χειριστεί το δεύτερο κύμα του αμερικανικού shale oil προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καταναλωτών.
Αναφερόμενη στην Ευρώπη, η έκθεση σημειώνει ότι από το 2009 η διυλιστική ικανότητα μειώθηκε κατά περίπου 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια είναι μικρότερα και λιγότερο σύνθετα και αντιμετωπίζουν μείωση της εσωτερικής ζήτησης.
Τα εναπομείναντα διυλιστήρια είναι πιο σύγχρονα εξ αιτίας επενδύσεων που έγιναν τα τελευταία χρόνια, π.χ. σε Γαλλία και Ιταλία και δεν θα πρέπει πια να θεωρούνται ως ο αδύναμος κρίκος, όπως στο παρελθόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου