Aγαπητοί συνάδελφοι
Με χαρά χαιρετίζω τη διάσκεψη και συγχαίρω τους Ιταλούς συναδέλφους για τη διοργάνωση που συνεχίζει την πρωτοβουλία που ξεκινήσαμε πέρσι στην Αθήνα με την ευκαιρία της Ελληνικής Προεδρίας.
Ένα φόρουμ γόνιμου συνδικαλιστικού προβληματισμού είναι εξαιρετικά χρήσιμο στην παρούσα ιδιαίτερα ανησυχητική οικονομική και κοινωνική συγκυρία στην ΕΕ, και ειδικότερα στις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης που κτυπήθηκαν περισσότερο από την κρίση.
H EE μαστίζεται από πολύ υψηλή ανεργία –ειδικά για τους νέους-, αυξανόμενη ανισότητα και φτώχεια, άνιση κατανομή ευημερίας, αποδόμηση των εργασιακών δικαιωμάτων και της κοινωνικής συνοχής και πολιτική αστάθεια ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης φασιστικών πολιτικών μορφωμάτων και του ευρωσκεπτικισμού.
Τα συνδικάτα έχουν τονίσει ότι η κατάσταση αυτή καταδεικνύει την αποτυχία της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας, η οποία προσδιόρισε την άσκηση οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής τις τελευταίες δεκαετίες. Το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης, στηρίζεται στον ηγεμονικό ρόλο των απορυθμισμένων αγορών και δίνει υπερβολική έμφαση στην ανταγωνιστικότητα και τις εξαγωγές. Ως αποτέλεσμα, η τρέχουσα κρίση στη ζώνη του ευρώ ερμηνεύθηκε μυωπικά ως δημοσιονομική κρίση και κρίση ανταγωνιστικότητας.
Η προτεινόμενη θεραπεία είναι η δημοσιονομική και εισοδηματική λιτότητα και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που απορυθμίζουν τις αγορές, και κυρίως την αγορά εργασίας. Η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, δηλαδή της δραστικής μείωσης του κόστους εργασίας, ως μέσο βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας, κατέστησε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές, δηλαδή την ευημερία των εργαζομένων και των συνταξιούχων, μείζονα μεταβλητή της οικονομικής προσαρμογής. Ωστόσο, η επίτευξη του στόχου αυτού προϋπέθετε την αποσάθρωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και την αποδυνάμωση των συνδικάτων.
Οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες είναι δραματικές. Οι οικονομίες, ειδικά στον Ευρωπαϊκό Νότο, έχουν εγκλωβιστεί στο φαύλο κύκλο ύφεσης, ανεργίας, και υπερχρέωσης νοικοκυριών, επιχειρήσεων και των κρατών. Θα αναφερθώ σε ορισμένα ιδιαίτερα σημαντικά στατιστικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας που αποκαλύπτουν τις καταστροφικές συνέπειες της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής.
Η οικονομική δραστηριότητα συρρικνώθηκε κατά μέσο όρο 4,4% μεταξύ 2008 και 2013. Σήμερα, το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας είναι περίπου 25% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2008. Αν υποθέσουμε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτύσσεται περίπου 2% ετησίως, τότε θα χρειαστεί 13 χρόνια για να επιστρέψει στο μέγεθος που είχε πριν την κρίση.
Το βάθος και η έκταση της ύφεσης έχουν δραματικά επιδεινώσει την κατάσταση στην αγορά εργασίας. Μία στις τέσσερεις θέσεις εργασίας που υπήρχαν πριν την κρίση έχει χαθεί. Το ποσοστό ανεργίας είναι στο 27%, ενώ ήταν στο 7,2% στο τέλος του 2008. Σημειώστε ότι ακόμη και αν η απασχόληση αυξάνει με ρυθμό 1,3 %, δηλαδή στο μέσο ρυθμό αύξησης της δεκαετία του 2000, η Ελλάδα μέχρι το 2034.δεν θα επιστρέψει στο επίπεδο της απασχόλησης που είχε πριν την κρίση.
Οι δραματικές επ¬ιπτώσεις στην αγορά εργασίας εκφράζονται και από τη διάρκεια της ανεργίας. Πάνω από το 70% των ανέργων είναι δίχως θέση εργασίας πάνω από ένα χρόνο. Σχεδόν οι μισοί για περισσότερο από δύο χρόνια. Η εξαιρετικά αρνητική αυτή εξέλιξη προκαλεί απαξίωση των εργαζομένων και κοινωνικό αποκλεισμό. Το ποσοστό ανεργίας νέων το οποίο ήταν στο 56,7% στο πρώτο τρίμηνο του 2014 είναι το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Το 2008 ήταν 21,3%.
Οι αριθμός των ελλήνων που έχουν μεταναστεύσει αυξήθηκε κατά 30% την περίοδο μεταξύ 2010-2012. Μεγάλο ποσοστό είναι νέοι υψηλού μορφωτικού επιπέδου.
Τέλος, το ποσοστό φτώχειας αυξήθηκε από περίπου 20% το 2009 στο 36% το 2012.
Τα στοιχεία για τις μακροοικονομικές επιδόσεις, την απασχόληση και τις κοινωνικές εξελίξεις σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι επίσης ανησυχητικά. Συνεπώς, η κρίση καθιστά αναγκαία τη θεμελιακή επανεξέταση των κυρίαρχων μοντέλων οικονομικής πολιτικής και ανάπτυξης.
Η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, της στασιμότητας και της ανεργίας συνθέτουν επείγουσα προτεραιότητα για τα συνδικάτα.
Ναι, χρειαζόμαστε ισχυρή μεγέθυνση των οικονομιών. Πρωτίστως όμως πρέπει να σταματήσει η πολιτική της δημοσιονομικής λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης. Τα συνδικάτα πρέπει συμμετέχουν ενεργά στον κοινωνικό διάλογο για την εφαρμογή εναλλακτικών στρατηγικών ανάπτυξης, ώστε οι οικονομίες να απεγκλωβιστούν από την ύφεση. Πρέπει να προωθήσουμε ένα νέο, βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης με πρώτιστο στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Κατά την άποψή μου, οι θεμελιακοί πυλώνες μιας βιώσιμης στρατηγικής απασχόλησης και μεγέθυνσης είναι οι ακόλουθοι:
Ø Τα συνδικάτα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κοινωνικός και πολιτικός θεσμός που συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο.
Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις διασφαλίζουν δικαιότερη διανομή του παραγόμενου πλούτου και συνεπώς συμβάλλουν στη μείωση της φτώχειας και της ανισότητας. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις σε συνδυασμό με την αύξηση των κατώτατων μισθών και την κοινωνική προστασία διαμορφώνουν θεσμικό μηχανισμό ενίσχυσης και διασφάλισης της ενεργού ζήτησης σε υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης.
Ø Η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να στηρίζεται στην ανταγωνιστικότητα και τη μεγέθυνση μέσω των εξαγωγών. Οφείλει να επικεντρώνεται στην εγχώρια ζήτηση και την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Οικονομική μεγέθυνση δεν νοείται χωρίς τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Ø Η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας απαιτεί επενδύσεις σε βιώσιμους κλάδους της οικονομίας, σε Μικρές και Μεσαίες επιχειρήσεις, την εκπαίδευση, την έρευνα, τις υποδομές και την ενέργεια. Η βιομηχανοποίηση των οικονομιών, ειδικά στον Ευρωπαϊκό Νότο, είναι ζωτικής σημασίας για τον εκμοντερνισμό και τη σταθερότητα των εθνικών οικονομιών, τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, η διατηρήσιμη μεγέθυνση και υψηλά επίπεδα απασχόλησης μειώνουν το λόγο χρέους/ΑΕΠ και σταθεροποιούν το δημοσιονομικό σύστημα.
Ø Κατά συνέπεια, μια μακροχρόνια επενδυτική στρατηγική είναι αναπόσπαστο μέρος ενός μακροχρόνιου πλάνου οικονομικής μεγέθυνσης, το οποίο με τη σειρά του είναι ζωτικής σημασίας για την βαθύτερη ολοκλήρωση της ΕΕ. Οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων πρέπει να στηρίζουν τις παραγωγικές επενδύσεις τη διατηρήσιμη μεγέθυνση και κυρίως την αξιοπρεπή απασχόληση.
Ø Μια τέτοια επενδυτική στρατηγική απαιτεί βιώσιμα, ρυθμισμένα και ελεγχόμενα τραπεζικά συστήματα και μηχανισμούς χρηματοδότησης της ΕΚΤ που θα στοχεύουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Ø Τονίζω όμως ότι η ανακοπή της λιτότητας δεν αρκεί. Ο ιδιωτικός τομέας ακόμη και όταν δεν αντιμετωπίζει συνθήκες λιτότητας και χρηματοδοτικούς περιορισμούς, δεν μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας που θα φέρουν την ανεργία σε κοινωνικά αποδεκτό ποσοστό. Αυτό μας είναι γνωστό από την ίδια την ιστορία του καπιταλισμού. Χρειαζόμαστε κάτι παραπάνω από ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης: νέους θεσμούς και πολιτικές που στοχεύουν αποκλειστικά την ανεργία.
Ένας τέτοιος θεσμός είναι τα Προγράμματα Εγγυημένης Απασχόλησης, που μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας με πλήρη εργασιακά δικαιώματα. Τα προγράμματα αυτά δημιουργούν νέο εισόδημα, δημόσια έσοδα και ασφαλιστικές εισφορές και μειώνουν το κόστος της ανεργίας.
Σας Ευχαριστώ
ΠΗΓΗ:gsee.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου