Πέμπτη 7 Ιουνίου 2018

Η μόλυνση του πλανήτη, οι πετρελαϊκές εταιρείες και το πιθανό νέο οικονομικό κραχ

Από το energypress.gr
Τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Καίμπριτζ κατηγορούνται διαχρονικά ότι δεν ανοίγουν τις πύλες τους σε φοιτητές προερχόμενους από δημόσια, λαϊκά σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, από μειονότητες, ή έγχρωμους και προτιμούν φοιτητές από τα γνωστά πανάκριβα ιδιωτικά σχολεία στα οποία στέλνει τα παιδιά της η βρετανική και διεθνής ελίτ. Η δικαιολογία που..
χρησιμοποιούσαν μέχρι πρόσφατα ότι ότι δεν διέθεταν τα απαραίτητα κονδύλια για να προωθήσουν τη διαδικασία προσέλκυσης φοιτητών από μη προνομιούχες τάξεις ακυρώθηκε πανηγυρικά στις 29 Μαίου, όταν η εφημερίδα Γκάρντιαν αποκάλυψε ότι τα δύο πανεπιστήμια έχουν στην κατοχή τους κινητή περιουσία ύψους 21 δισ. λιρών και ακίνητα αξίας 3.5 δισ. λιρών!

Δεν προκαλεί έκπληξη λοιπόν το γεγονός ότι μόνο το πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ από το 2009 μέχρι το 2014 εισέπραξε δωρεές ύψους 15.8 εκατ. λιρών από 6 μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των ExxonMobil, BP και Shell, ενώ το ίδιο το πανεπιστήμιο επενδύει δικά του κεφάλαια  ύψους 6.3 δισεκατ. λιρών σε μετοχές επίσης πετρελαϊκών εταιρειών.

Αυτό ωστόσο έχει προκαλέσει την οργανωμένη αντίδραση των φοιτητών και των καθηγητών του Καίμπριτζ, που απαιτούν από τη διοίκηση του πανεπιστημίου να σταματήσει τις επενδύσεις στο πετρέλαιο και το αέριο που μολύνουν την ατμόσφαιρα και να στραφούν προς επενδύσεις σε ανανεώσιμες , καθαρές πηγές ενέργειας. Μέχρι στιγμής, η διοίκηση του ιστορικού εκπαιδευτικού ιδρύματος αρνείται να διακόψει τις επενδύσεις στους υδρογονάνθρακες , ενώ ο πρόεδρος της ΒΡ  Bob Dudley,  σε ομιλία του στις 24 Απριλίου, υπογράμμισε απειλητικά ότι " η ΒΡ δωρίζει πολλά χρήματα και πραγματοποιεί πολλές έρευνες μέσω του πανεπιστημίου του Καίμπριτζ και γι αυτό , ελπίζω, οι διαμαρτυρόμενοι φοιτητές και καθηγητές  να λογικευτούν".

Την ίδια ώρα, οι πετρελαϊκές εταιρίες, που βρίσκονται υπό συνεχή "διωγμό" με την κατηγορία της μόλυνσης της ατμόσφαιρας και της πρόκλησης του φαινομένου του θερμοκηπίου και μεταξύ άλλων διώκονται ακόμη και δικαστικά από το Δήμο της  Νέας Υόρκης,  παρόλο που ο πραγματικός ένοχος είναι ο τρόπος της ζωής  των ανθρώπων στη βιομηχανοποιημένη εποχή μας, οργανώνονται συστηματικά για να βελτιώσουν τις αποδόσεις τους στη προστασία του περιβάλλοντος.  Δαπανούν χρήματα για την ανάπτυξη αντι-μολυσματικής τεχνολογίας και εντείνουν τις επικοινωνιακές τους προσπάθειες "στρατολογώντας", εκτός από πανεπιστήμια, ακόμη και το Βατικανό με το οποίο συνδιοργανώνουν την εβδομάδα αυτή σχετικό συνέδριο. Καρδινάλιοι κάθονται δίπλα σε προέδρους αρκετών εκ των μεγαλύτερων εταιρειών του κόσμου και συμφωνούν συνεργασίες για την διάσωση της ανθρωπότητας από την μόλυνση.

Ιδιαίτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σε αντίθεση με την κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ που βρίσκεται διαμετρικά απέναντι, οι πετρελαϊκές εταιρείες βρίσκονται πολλά βήματα πιο μπροστά στην  εφαρμογή μέτρων περιορισμού της μόλυνσης, ενώ καθοριστικό ρόλο παίζει και η διεθνής Συνθήκη του Παρισιού για το Κλίμα. Μάλιστα, μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών η Βρετανία έφτασε πρώτη στο σημείο να αποθηκεύει ενέργεια χρησιμοποιώντας ακόμη και υγροποιημένο αέρα.

Συγκεκριμένα, ενώ η παραγωγή ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές έφτασε το 29% της συνολικής παραγωγής στη χώρα το 2017, στις εγκαταστάσεις  Pilsworth LAES  της εταιρείας Highview Power,  κοντά στο Μάντσεστερ, οι επιστήμονες έχουν κατορθώσει να δημιουργήσουν μονάδα αποθήκευσης ηλεκτρισμού και διοχεύτευσής του στην αγορά όταν υπάρχει ζήτηση με ελάχιστα κόστη λειτουργίας. Πρόκειται για ένα είδος επαναφορτιζόμενης μπαταρίας που δημιουργήθηκε στο πανεπιστήμιο του Μπέρμινγχαμ και χρησιμοποιεί υγροποιημένο αέρα σε θερμοκρασία -196 βαθμούς Κελσίο. Κοστίζει λιγότερο από τις κανονικές μπαταρίες μεγάλων διαστάσεων, έχει διάρκεια ζωής 40 περίπου χρόνια και μπορεί να τοποθετηθεί παντού . Η συγκεκριμένη μονάδα  έχει δυνατότητα 5 μεγαβάτ, μπορεί να αποθηκεύσει 15 MWh και φτάνει για την ηλεκτροδότηση 5.000 νοικοκυριών επί τρεις ώρες.

Ανακαλύψεις σαν κι αυτή, μαζί με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και την αύξηση της καθαρής ενέργειας που παράγεται από τον ήλιο, τον αέρα, το νερό και άλλα μέσα της φύσης, μπορούν να μας οδηγήσουν μέχρι και στο συμπέρασμα ότι μπορεί να μην προλάβει καν η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί τους υδρογονάνθρακές της, διότι η ανανεώσιμη ενέργεια θα τους έχει καταστήσει μη αξιοποιήσιμους οικονομικά.

Στο σημείο όμως αυτό όμως να γυρίσουμε πίσω στο πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ και στο Κέντρο Διαχείρισης του Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Φυσικών Πόρων, το οποίο δημοσίευσε πρόσφατα μελέτη που υποστηρίζει ότι η παγκόσμια οικονομία οδηγείται σε ένα καινούργιο μεγάλο καταστροφικό κραχ, λόγω της  αντικατάστασης των υδρογονανθράκων από την φτηνή ανανεώσιμη ενέργεια. Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Natural Climate Change, υποστηρίζει ότι πριν το 2035 η καταστροφική κρίση από τον σχεδόν μηδενισμό της αξίας των υδρογονανθράκων, θα προκαλέσει πτώση της παγκόσμιας οικονομίας κατά μέχρι και 4 τρισεκατομμύρια  δολάρια, ενώ η κρίση του 2008 κόστισε μόνο 0,25 τρισεκατομμύρια. Επί πλέον θα προκαλέσει  μαζική ανεργία, υποτίμηση νομισμάτων και επικράτηση λαϊκιστικών πολιτικών συστημάτων και ηγετών, στις χώρες που είναι πλούσιες σήμερα λόγω των υδρογονανθράκων τους.

Σύμφωνα με τον προϊστάμενο των επιστημόνων που επιμελήθηκαν τη μελέτη, Ζαν-Φρανσουά Μερκούρ, το ποσοστό συμμετοχής των ανανεώσιμων πηγών στην παραγωγή ηλεκτρισμού παγκοσμίως αυξάνεται κατά 8% ετησίως, ενώ το ποσοστό των ηλεκτρικών αυτοκινήτων κατά  10% ετησίως.

Συντελεστές της μελέτης υποστηρίζουν ότι χώρες όπως η Βρετανία και η Κίνα θα ωφεληθούν από την παγκόσμια κρίση της κατάρρευσης της αξίας των υδρογονανθράκων, ενώ άλλες όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, οι χώρες της Μέσης Ανατολής , της Κασπίας κλπ., που σήμερα εξαρτώνται από την παραγωγή αερίου και πετρελαίου, θα πληγούν οικονομικά και στη συνέχεια κοινωνικά και πολιτικ.

Ίσως όλα αυτά να αποτελούν τον πραγματικό λόγο που οι μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες σπεύδουν αλλού στη Μεσόγειο και στον υπόλοιπο πλανήτη με τα γεωτρύπανά τους για να εκμεταλλευτούν άμεσα τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων με φτηνότερο κόστος παραγωγής και διανομής, από ότι τα ελληνικά.  Ορισμένοι επιστήμονες ήδη διατυπώνουν ερωτηματικά για αν τελικά προλάβει η Ελλάδα να αξιοποιήσει τα αποθέματά των υδρογονανθράκων της, δεδομένου ότι το συντομότερο διάστημα μέσα στο οποίο που θα μπορούσαν να εξαχθούν είναι πάνω από 10 χρόνια,  με την πλήρη αξιοποίησή τους να ολοκληρώνεται μέχρι και σε 30 από σήμερα χρόνια, εφόσον φυσικά το επιτρέψουν οι διεθνείς συνθήκες.


του Γιώργου Χατζηιωάννου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου