Μπορεί μέχρι την τελευταία στιγμή, στελέχη των ΕΛΠΕ και του ΣΥΡΙΖΑ να προσπαθούσαν να αποτρέψουν την πώληση της εταιρείας, προτείνοντας ακόμη και... αύξηση του ΕΦΚ στα καύσιμα κατά 10% ως εναλλακτικό μέτρο αντί της αποκρατικοποίησης, αλλά τελικά τόσο η κυβέρνηση όσο και ο όμιλος Λάτση είχαν ισχυρούς λόγους για να προχωρήσει η διαδικασία. Από τις αρχές του 2015, όταν ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ φλέρταραν με την ιδέα ενός κρατικοποιημένου διυλιστηρίου, σπάζοντας μάλιστα..
την εθιμική συμφωνία να διορίζει το Δημόσιο τον πρόεδρο και ο όμιλος Λάτση τον διευθύνοντα σύμβουλο, έχει περάσει μια αιωνιότητα. Οταν ο πρωθυπουργός, μαζί μ’ όλα τα υπόλοιπα που περιελάμβανε το μνημόνιο, αποδέχθηκε και ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, μέρος του οποίου ήταν η πώληση του 35% των ΕΛΠΕ, ο Σπύρος Λάτσης άρχισε να σχεδιάζει την αποεπένδυση από τον πετρελαϊκό όμιλο.
Για την κυβέρνηση τα πράγματα είναι σχετικά απλά: αφού υποχρεώθηκε από τους θεσμούς να προχωρήσει στην αποκρατικοποίηση των ΕΛΠΕ, η επιλογή τής από κοινού πώλησης με την Paneuropean του ομίλου Λάτση ήταν η καλύτερη λύση· διατηρώντας ένα ποσοστό της τάξης του 15%, μπορεί να ισχυρίζεται στο κομματικό ακροατήριό της ότι εξακολουθεί να έχει κάποιον έλεγχο στην εταιρεία, έστω κι αν εν τοις πράγμασι έχει όσα δικαιώματα έχει οποιοσδήποτε μέτοχος με αυτό το ποσοστό σε οποιαδήποτε εταιρεία. Η άλλη επιλογή θα ήταν να πουλήσει το Δημόσιο μόνο του το σύνολο της συμμετοχής του. Αυτό όμως θα καθιστούσε την Paneuropean, εκούσα - άκουσα, απόλυτη κυρίαρχο στα ΕΛΠΕ και η κυβέρνηση θα δυσκολευόταν να απαντήσει στην εσωτερική κριτική περί «ξεπουλήματος της εταιρείας στο μεγάλο κεφάλαιο».
Αλλά και η πλευρά Λάτση είχε ισχυρούς λόγους να θέλει την ταυτόχρονη πώληση με το Δημόσιο (σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες, τις οποίες ωστόσο δεν επιβεβαιώνει καμία από τις δύο πλευρές, ήταν αυτή που έριξε την ιδέα στο τραπέζι):
• Από τη στιγμή που ο άλλος μεγάλος μέτοχος, το Δημόσιο, αποφάσισε ότι θα πουλήσει, η Paneuropean ήταν υποχρεωμένη να επανεξετάσει τη στρατηγική της.
• Η από κοινού πώληση πλειοψηφικού ποσοστού και του μάνατζμεντ ήταν ο μόνος τρόπος να μεγιστοποιηθεί το τίμημα και για τους δύο πωλητές.
• Τα ΕΛΠΕ βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή. Αναμφισβήτητα είναι μια πολύ μεγάλη επιχείρηση για τα ελληνικά δεδομένα και ενδεχομένως για τα δεδομένα της γειτονιάς μας, αλλά «μικρομεσαία» για τα μεγέθη της διεθνοποιημένης πετρελαϊκής αγοράς. Ηταν η ώρα να ληφθεί μια απόφαση για το αν τα ΕΛΠΕ θα παραμείνουν ως έχουν ή εάν θα ενταχθούν σε έναν μεγαλύτερο όμιλο, που μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες ανταγωνιστικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
• Ο όμιλος Λάτση είναι υπερεπενδεδυμένος στην Ελλάδα. Εκτός από τα ΕΛΠΕ, έχει εμπλακεί στην επένδυση στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, ένα πρότζεκτ συνολικού ύψους 8 δισ. στο οποίο η Lamda Development έχει σημαντική συμμετοχή.
Ολα τα παραπάνω οδήγησαν στη συμφωνία μετόχων που υπεγράφη το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης και ανακοινώθηκε την επομένη. Τα βασικά σημεία της είχαν κλείσει αρκετές ημέρες πριν. Απέμεναν δύο κρίσιμα θέματα :
1. Οι αλλαγές στη διοίκηση του ομίλου. Ο ιδιώτης μέτοχος ήθελε να διασφαλίσει ότι στο μεσοδιάστημα, μέχρι την πώληση, δεν θα γίνουν ενέργειες, οι οποίες θα αποτρέψουν δυνητικούς επενδυτές ή θα επιβαρύνουν την εταιρεία. Η κυβέρνηση, από την άλλη πλευρά, δεν ήθελε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι παραδίδει τα κλειδιά πριν ακόμη ολοκληρωθεί η αποκρατικοποίηση. Τελικά, επήλθε συμβιβαστική λύση. Η συμφωνία μετόχων προβλέπει την αποχώρηση από τη διοίκηση των ΕΛΠΕ του κ. Γρηγόρη Στεργιούλη, κομματικού στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέχει σήμερα τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και την ανάληψη των καθηκόντων του από τον σημερινό πρόεδρο του ομίλου κ. Ευστάθιο Τσοτσορό που αναλαμβάνει και εκτελεστικές αρμοδιότητες (Executive Chairman and CEO). Η απομάκρυνση του κ. Στεργιούλη από τη διοίκηση των ΕΛΠΕ συνδέεται με τις δημόσιες τοποθετήσεις του κατά της αποκρατικοποίησης και τις ανησυχίες της πλευράς Λάτση ότι η παραμονή του θα εξέπεμπε αρνητικό μήνυμα στους επενδυτές.
2. Οι δραστηριότητες των υδρογονανθράκων. Η κυβέρνηση επιδίωξε και πέτυχε μέσω των διαπραγματεύσεων τη διατήρηση ενός αυξημένου ποσοστού και ταυτόχρονα ενισχυμένου ρόλου του Δημοσίου στο χαρτοφυλάκιο των υδρογονανθράκων. Οι παραχωρήσεις που έχουν αποκτήσει τα ΕΛΠΕ σε έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα περάσουν σε μία 100% θυγατρική holding εταιρεία, στην οποία το Δημόσιο μετά την ολοκλήρωση της πώλησης και με τη διαδικασία αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου θα ελέγχει άμεσα και έμμεσα συνολικά ποσοστό 36,25%. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα βασιστεί σε αποτίμηση που θα πραγματοποιήσει ανεξάρτητος αποτιμητής και η όλη διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί εντός έξι μηνών μετά την πώληση.
Η μάχη με τον χρόνο και το στοίχημα για τίμημα άνω του 1,2 δισ. ευρώ
Ο διαγωνισμός για την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ θα ξεκινήσει μέσα στο επόμενο δεκαήμερο και με διαδικασίες fast track, αφού οι κυβερνητικές παλινδρομήσεις έχουν καταστήσει τα δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα για την ολοκλήρωσή της ιδιαίτερα ασφυκτικά. Μέσα σε ένα τρίμηνο από την εκκίνηση της διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας πρέπει να έχει ανακηρυχθεί προτιμητέος επενδυτής, έτσι ώστε μέχρι τον Νοέμβριο να έχει υπογραφεί η συμφωνία μεταβίβασης και να ολοκληρωθεί η όλη συναλλαγή μέχρι το τέλος του έτους.
Το στοίχημα πλέον και για τους δύο μετόχους (Δημόσιο και Λάτση) είναι να βρουν κάποιον πρόθυμο να δώσει πάνω από 1,2 δισ. ευρώ για να αγοράσει το 50,1% της εταιρείας. Τη διερεύνηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος αναμένεται να αναλάβουν και επισήμως το αμέσως επόμενο διάστημα οι σύμβουλοι που έχει προσλάβει το ΤΑΙΠΕΔ για την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ, δηλαδή η Εθνική Τράπεζα και η Goldman Sachs. Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ κ. Ριχάρδος Λαμπίρης, σε συνέντευξή του στο Bloomberg την περασμένη Πέμπτη, δήλωσε ότι η πώληση των ΕΛΠΕ προσελκύει ήδη το ενδιαφέρον επενδυτών υψηλής ποιότητας και σε ό,τι αφορά στο τίμημα υπογράμμισε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να εκτιμήσουν σειρά παραμέτρων, όπως η πολύ ισχυρή απόδοση της εταιρείας, η βελτίωση της οικονομίας της Ελλάδας, καθώς και το γεγονός ότι παρέχεται πλειοψηφικό μερίδιο στον έλεγχο της διαχείρισης. Σε μια πρώτη θεωρητική, πάντως, διερεύνηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος στους δυνητικούς επενδυτές αναφέρονται πετρελαϊκές εταιρείες μεσαίου μεγέθους και μεγάλοι traders, αλλά και funds με επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα της ενέργειας. Από πλευράς πετρελαϊκών εταιρειών, ως πιθανός επενδυτής αξιολογείται η ιταλική ΕΝΙ με δραστηριότητα στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο σε 73 χώρες.
Η ιταλική εταιρεία είναι παρούσα στην ΑΟΖ της Κύπρου και της Αιγύπτου ενώ διερευνά και τη συμμετοχή της στην ελληνική αγορά υδρογονανθράκων και ελέγχει την ΕΠΑ Θεσσαλονίκης -Θεσσαλίας. Η ουγγρική ΜOL, με δραστηριότητα σε περισσότερες από 30 χώρες, όπως και η πολωνική PKN με δραστηριότητα στη διύλιση και τη λιανική αγορά καυσίμων Πολωνίας, Γερμανίας,Τσεχίας και Λιθουανίας, αποτελούν εταιρείες που μέσω των ΕΛΠΕ θα μπορούσαν να επεκταθούν και στη ΝΑ Ευρώπη. Για τους ίδιους λόγους πιθανολογούμενος επενδυτής θεωρείται και η αυστριακή OMV. Μεταξύ των μεγάλων traders, ως πιθανοί επενδυτές αξιoλογούνται η Gunvor, η οποία προμηθεύει με αργό και προϊόντα πετρελαίου περισσότερες από 100 χώρες, η Clencore, η οποία μέσω των γραφείων της σε Λονδίνο, Νέα Υόρκη και Σιγκαπούρη προμηθεύει πελάτες σε όλο τον κόσμο με 6 εκατ. βαρέλια ημερησίως, καθώς επίσης και η Vittol με έδρα το Ρότερνταμ και 40 γραφεία παγκοσμίως, που εμπορεύεται 7 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου και προϊόντων την ημέρα. Πρόσφατα εξαγόρασε την τουρκική Petrol Ofisi, που έχει μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους. Πιθανό αξιολογείται και το fund IPIC, που ιδρύθηκε από την κυβέρνηση του Αμπου Ντάμπι ως μακροπρόθεσμος στρατηγικός επενδυτής στον τομέα της ενέργειας.
Μεγάλες πετρελαϊκές με κύρια δραστηριότητα στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων δεν αξιολογούνται ως πιθανοί επενδυτές, παρότι το ενδιαφέρον της ExxonMobil και της Total για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες και την ευρύτερη περιοχή έχει προκαλέσει φημολογία περί ενδιαφέροντος για τα ΕΛΠΕ. Οι ρωσικές εταιρείες Rosneft και Lukoil, για τις οποίες τα ΕΛΠΕ έχουν ένα στρατηγικό ενδιαφέρον αφού θα μπορούσαν να αποτελέσουν πύλη για την είσοδό τους στην Ευρώπη, δεν αποκλείεται να εκδηλώσουν ενδιαφέρον. Είχε εκφραστεί εξάλλου και στο παρελθόν. Ωστόσο, η αντίθεση του αμερικανικού και του ευρωπαϊκού παράγοντα δεν επιτρέπει την αξιολόγησή τους ως πιθανών στρατηγικών επενδυτών των ΕΛΠΕ.
Από τις εταιρείες της Μέσης Ανατολής δυνητικός επενδυτής είναι η Αramco, η οποία είχε επενδύσει και στο παρελθόν στην Ελλάδα εξαγοράζοντας ποσοστό της Motor Oil, ενώ πρέπει να σημειωθεί και το ενδιαφέρον που εκφράστηκε, με αφορμή τη νέα συμφωνία προμήθειας των ΕΛΠΕ με ιρανικό αργό, από την ΝΙΟC για είσοδο στον ελληνικό όμιλο.
την εθιμική συμφωνία να διορίζει το Δημόσιο τον πρόεδρο και ο όμιλος Λάτση τον διευθύνοντα σύμβουλο, έχει περάσει μια αιωνιότητα. Οταν ο πρωθυπουργός, μαζί μ’ όλα τα υπόλοιπα που περιελάμβανε το μνημόνιο, αποδέχθηκε και ένα ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, μέρος του οποίου ήταν η πώληση του 35% των ΕΛΠΕ, ο Σπύρος Λάτσης άρχισε να σχεδιάζει την αποεπένδυση από τον πετρελαϊκό όμιλο.
Για την κυβέρνηση τα πράγματα είναι σχετικά απλά: αφού υποχρεώθηκε από τους θεσμούς να προχωρήσει στην αποκρατικοποίηση των ΕΛΠΕ, η επιλογή τής από κοινού πώλησης με την Paneuropean του ομίλου Λάτση ήταν η καλύτερη λύση· διατηρώντας ένα ποσοστό της τάξης του 15%, μπορεί να ισχυρίζεται στο κομματικό ακροατήριό της ότι εξακολουθεί να έχει κάποιον έλεγχο στην εταιρεία, έστω κι αν εν τοις πράγμασι έχει όσα δικαιώματα έχει οποιοσδήποτε μέτοχος με αυτό το ποσοστό σε οποιαδήποτε εταιρεία. Η άλλη επιλογή θα ήταν να πουλήσει το Δημόσιο μόνο του το σύνολο της συμμετοχής του. Αυτό όμως θα καθιστούσε την Paneuropean, εκούσα - άκουσα, απόλυτη κυρίαρχο στα ΕΛΠΕ και η κυβέρνηση θα δυσκολευόταν να απαντήσει στην εσωτερική κριτική περί «ξεπουλήματος της εταιρείας στο μεγάλο κεφάλαιο».
Αλλά και η πλευρά Λάτση είχε ισχυρούς λόγους να θέλει την ταυτόχρονη πώληση με το Δημόσιο (σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες, τις οποίες ωστόσο δεν επιβεβαιώνει καμία από τις δύο πλευρές, ήταν αυτή που έριξε την ιδέα στο τραπέζι):
• Από τη στιγμή που ο άλλος μεγάλος μέτοχος, το Δημόσιο, αποφάσισε ότι θα πουλήσει, η Paneuropean ήταν υποχρεωμένη να επανεξετάσει τη στρατηγική της.
• Η από κοινού πώληση πλειοψηφικού ποσοστού και του μάνατζμεντ ήταν ο μόνος τρόπος να μεγιστοποιηθεί το τίμημα και για τους δύο πωλητές.
• Τα ΕΛΠΕ βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή. Αναμφισβήτητα είναι μια πολύ μεγάλη επιχείρηση για τα ελληνικά δεδομένα και ενδεχομένως για τα δεδομένα της γειτονιάς μας, αλλά «μικρομεσαία» για τα μεγέθη της διεθνοποιημένης πετρελαϊκής αγοράς. Ηταν η ώρα να ληφθεί μια απόφαση για το αν τα ΕΛΠΕ θα παραμείνουν ως έχουν ή εάν θα ενταχθούν σε έναν μεγαλύτερο όμιλο, που μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες ανταγωνιστικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
• Ο όμιλος Λάτση είναι υπερεπενδεδυμένος στην Ελλάδα. Εκτός από τα ΕΛΠΕ, έχει εμπλακεί στην επένδυση στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, ένα πρότζεκτ συνολικού ύψους 8 δισ. στο οποίο η Lamda Development έχει σημαντική συμμετοχή.
Ολα τα παραπάνω οδήγησαν στη συμφωνία μετόχων που υπεγράφη το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης και ανακοινώθηκε την επομένη. Τα βασικά σημεία της είχαν κλείσει αρκετές ημέρες πριν. Απέμεναν δύο κρίσιμα θέματα :
1. Οι αλλαγές στη διοίκηση του ομίλου. Ο ιδιώτης μέτοχος ήθελε να διασφαλίσει ότι στο μεσοδιάστημα, μέχρι την πώληση, δεν θα γίνουν ενέργειες, οι οποίες θα αποτρέψουν δυνητικούς επενδυτές ή θα επιβαρύνουν την εταιρεία. Η κυβέρνηση, από την άλλη πλευρά, δεν ήθελε να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι παραδίδει τα κλειδιά πριν ακόμη ολοκληρωθεί η αποκρατικοποίηση. Τελικά, επήλθε συμβιβαστική λύση. Η συμφωνία μετόχων προβλέπει την αποχώρηση από τη διοίκηση των ΕΛΠΕ του κ. Γρηγόρη Στεργιούλη, κομματικού στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέχει σήμερα τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και την ανάληψη των καθηκόντων του από τον σημερινό πρόεδρο του ομίλου κ. Ευστάθιο Τσοτσορό που αναλαμβάνει και εκτελεστικές αρμοδιότητες (Executive Chairman and CEO). Η απομάκρυνση του κ. Στεργιούλη από τη διοίκηση των ΕΛΠΕ συνδέεται με τις δημόσιες τοποθετήσεις του κατά της αποκρατικοποίησης και τις ανησυχίες της πλευράς Λάτση ότι η παραμονή του θα εξέπεμπε αρνητικό μήνυμα στους επενδυτές.
2. Οι δραστηριότητες των υδρογονανθράκων. Η κυβέρνηση επιδίωξε και πέτυχε μέσω των διαπραγματεύσεων τη διατήρηση ενός αυξημένου ποσοστού και ταυτόχρονα ενισχυμένου ρόλου του Δημοσίου στο χαρτοφυλάκιο των υδρογονανθράκων. Οι παραχωρήσεις που έχουν αποκτήσει τα ΕΛΠΕ σε έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα περάσουν σε μία 100% θυγατρική holding εταιρεία, στην οποία το Δημόσιο μετά την ολοκλήρωση της πώλησης και με τη διαδικασία αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου θα ελέγχει άμεσα και έμμεσα συνολικά ποσοστό 36,25%. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου θα βασιστεί σε αποτίμηση που θα πραγματοποιήσει ανεξάρτητος αποτιμητής και η όλη διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί εντός έξι μηνών μετά την πώληση.
Η μάχη με τον χρόνο και το στοίχημα για τίμημα άνω του 1,2 δισ. ευρώ
Ο διαγωνισμός για την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ θα ξεκινήσει μέσα στο επόμενο δεκαήμερο και με διαδικασίες fast track, αφού οι κυβερνητικές παλινδρομήσεις έχουν καταστήσει τα δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα για την ολοκλήρωσή της ιδιαίτερα ασφυκτικά. Μέσα σε ένα τρίμηνο από την εκκίνηση της διεθνούς διαγωνιστικής διαδικασίας πρέπει να έχει ανακηρυχθεί προτιμητέος επενδυτής, έτσι ώστε μέχρι τον Νοέμβριο να έχει υπογραφεί η συμφωνία μεταβίβασης και να ολοκληρωθεί η όλη συναλλαγή μέχρι το τέλος του έτους.
Το στοίχημα πλέον και για τους δύο μετόχους (Δημόσιο και Λάτση) είναι να βρουν κάποιον πρόθυμο να δώσει πάνω από 1,2 δισ. ευρώ για να αγοράσει το 50,1% της εταιρείας. Τη διερεύνηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος αναμένεται να αναλάβουν και επισήμως το αμέσως επόμενο διάστημα οι σύμβουλοι που έχει προσλάβει το ΤΑΙΠΕΔ για την ιδιωτικοποίηση των ΕΛΠΕ, δηλαδή η Εθνική Τράπεζα και η Goldman Sachs. Ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ κ. Ριχάρδος Λαμπίρης, σε συνέντευξή του στο Bloomberg την περασμένη Πέμπτη, δήλωσε ότι η πώληση των ΕΛΠΕ προσελκύει ήδη το ενδιαφέρον επενδυτών υψηλής ποιότητας και σε ό,τι αφορά στο τίμημα υπογράμμισε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να εκτιμήσουν σειρά παραμέτρων, όπως η πολύ ισχυρή απόδοση της εταιρείας, η βελτίωση της οικονομίας της Ελλάδας, καθώς και το γεγονός ότι παρέχεται πλειοψηφικό μερίδιο στον έλεγχο της διαχείρισης. Σε μια πρώτη θεωρητική, πάντως, διερεύνηση του επενδυτικού ενδιαφέροντος στους δυνητικούς επενδυτές αναφέρονται πετρελαϊκές εταιρείες μεσαίου μεγέθους και μεγάλοι traders, αλλά και funds με επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα της ενέργειας. Από πλευράς πετρελαϊκών εταιρειών, ως πιθανός επενδυτής αξιολογείται η ιταλική ΕΝΙ με δραστηριότητα στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο σε 73 χώρες.
Η ιταλική εταιρεία είναι παρούσα στην ΑΟΖ της Κύπρου και της Αιγύπτου ενώ διερευνά και τη συμμετοχή της στην ελληνική αγορά υδρογονανθράκων και ελέγχει την ΕΠΑ Θεσσαλονίκης -Θεσσαλίας. Η ουγγρική ΜOL, με δραστηριότητα σε περισσότερες από 30 χώρες, όπως και η πολωνική PKN με δραστηριότητα στη διύλιση και τη λιανική αγορά καυσίμων Πολωνίας, Γερμανίας,Τσεχίας και Λιθουανίας, αποτελούν εταιρείες που μέσω των ΕΛΠΕ θα μπορούσαν να επεκταθούν και στη ΝΑ Ευρώπη. Για τους ίδιους λόγους πιθανολογούμενος επενδυτής θεωρείται και η αυστριακή OMV. Μεταξύ των μεγάλων traders, ως πιθανοί επενδυτές αξιoλογούνται η Gunvor, η οποία προμηθεύει με αργό και προϊόντα πετρελαίου περισσότερες από 100 χώρες, η Clencore, η οποία μέσω των γραφείων της σε Λονδίνο, Νέα Υόρκη και Σιγκαπούρη προμηθεύει πελάτες σε όλο τον κόσμο με 6 εκατ. βαρέλια ημερησίως, καθώς επίσης και η Vittol με έδρα το Ρότερνταμ και 40 γραφεία παγκοσμίως, που εμπορεύεται 7 εκατ. βαρέλια αργού πετρελαίου και προϊόντων την ημέρα. Πρόσφατα εξαγόρασε την τουρκική Petrol Ofisi, που έχει μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους. Πιθανό αξιολογείται και το fund IPIC, που ιδρύθηκε από την κυβέρνηση του Αμπου Ντάμπι ως μακροπρόθεσμος στρατηγικός επενδυτής στον τομέα της ενέργειας.
Μεγάλες πετρελαϊκές με κύρια δραστηριότητα στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων δεν αξιολογούνται ως πιθανοί επενδυτές, παρότι το ενδιαφέρον της ExxonMobil και της Total για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες και την ευρύτερη περιοχή έχει προκαλέσει φημολογία περί ενδιαφέροντος για τα ΕΛΠΕ. Οι ρωσικές εταιρείες Rosneft και Lukoil, για τις οποίες τα ΕΛΠΕ έχουν ένα στρατηγικό ενδιαφέρον αφού θα μπορούσαν να αποτελέσουν πύλη για την είσοδό τους στην Ευρώπη, δεν αποκλείεται να εκδηλώσουν ενδιαφέρον. Είχε εκφραστεί εξάλλου και στο παρελθόν. Ωστόσο, η αντίθεση του αμερικανικού και του ευρωπαϊκού παράγοντα δεν επιτρέπει την αξιολόγησή τους ως πιθανών στρατηγικών επενδυτών των ΕΛΠΕ.
Από τις εταιρείες της Μέσης Ανατολής δυνητικός επενδυτής είναι η Αramco, η οποία είχε επενδύσει και στο παρελθόν στην Ελλάδα εξαγοράζοντας ποσοστό της Motor Oil, ενώ πρέπει να σημειωθεί και το ενδιαφέρον που εκφράστηκε, με αφορμή τη νέα συμφωνία προμήθειας των ΕΛΠΕ με ιρανικό αργό, από την ΝΙΟC για είσοδο στον ελληνικό όμιλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου