Φέτος στις 24 Φεβρουαρίου (2016) συμπληρώνονται τριάντα χρόνια από τη μεγάλη πυρκαγιά της Jet Oil στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, που είναι μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο βιομηχανικό ατύχημα της χώρας. Από τις φοβερές εκρήξεις στις δεξαμενές με τα πετρελαιοειδή κινδύνευσε η πόλη, ενώ από την πολυήμερη καύση του πετρελαίου προκλήθηκε τοξικό νέφος για τους κατοίκους και τις καλλιέργειες της περιοχής. Τριάντα χρόνια μετά δεν είναι σίγουρο αν τηρούνται οι προϋποθέσεις για την πρόληψη ενός παρόμοιου ατυχήματος.
Είχα την επώδυνη επαγγελματική εμπειρία να καλύπτω μαζί με τους συναδέλφους μου στο Γραφείο Βόρειας Ελλάδας των «ΝΕΩΝ» το ρεπορτάζ της μεγάλης πυρκαγιάς που κράτησε κοντά στις οχτώ μέρες ώσπου να σβήσουν εντελώς οι εφιαλτικές φλόγες και να περιοριστεί ο μαύρος καπνός που κατέκλυζε την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης. Πέρα από το μέτωπο της κατάσβεσης, με ανύπαρκτα, όπως αποδείχτηκε, μέσα για τέτοιας έντασης και έκτασης πυρκαγιά, θυμάμαι το τρόμο που προκάλεσε στους κατοίκους της πόλης, οι οποίοι ξενυχτούσαν στα πάρκα έτοιμοι να φύγουν ή εγκατέλειπαν την πόλη σχηματίζοντας τεράστιες ουρές με τα αυτοκίνητά τους στις εξόδους της. Ο πανικός εντάθηκε τη νύχτα της 27ης Φεβρουαρίου, όταν σημειώθηκε ...
η μεγάλη έκρηξη στη δεξαμενή 8 και διαδόθηκε η φήμη ότι η φωτιά επεκτάθηκε στη γειτονική δεξαμενή αμμωνίας της «ΣΙΓΚ», που ευτυχώς δεν συνέβη. Αν η φωτιά «έγλυφε» την επικίνδυνη αποθήκη, θα προκαλούνταν τεράστια ανθρώπινη και οικολογική καταστροφή, ανάλογη με τα μεγάλα χημικά δυστήματα του Σεβέζο στην Ιταλία και της Μομπάλ στην Ινδία. Ευτυχώς η ηρωική περιφρούρηση από τους πυροσβέστες της Αεροπορίας να μην επεκταθεί η φωτιά στη φονική δεξαμενή, έσωσε την πόλη από τα χειρότερα.
Δυο εμβληματικές φωτογραφίες των βετεράνων φωτορεπόρτερ Μιχάλη Παππού και Κώστα Ευαγγελίδη που δείχνουν το μέγεθος της καταστροφής στην Jet Oil. Πάνω το «λαμπάδιασμα» των καιόμενων πετρελαιοειδών στις δεξαμενές και κάτω οι μαύροι τοξικοί καπνοί και τα αποκαϊδια της φωτιάς.
Ατελές το θεσμικό πλαίσιο πρόληψης
Θυμάμαι πως η κινητοποίηση ήταν μεγάλη αλλά τα μέσα περιορισμένα για την αντιμετώπιση τέτοιας κλίμακας ατυχήματος. Δεν υπήρχαν ούτε οι ανάλογες ποσότητες του ειδικού υγρού, ούτε τα τεχνικά μέσα για την ρίψη του. Οι προσπάθειες βεβαια των πυροσβεστών, του Πυροσβεστικού Σώματος, των Ενόπλων Δυνάμεων και της Τοπικής Αυτοδοιίκησης και άλλων φορέων, ήταν ηρωικές αλλά αδύναμες να αντιμετωπίσουν ριζικά τον εφιάλτη. Για την τελική κατάσβεση βοήθησε μεγάλη αποστολή πυροσβεστών και μέσων από τη Γιουγκοσλαβία που ήταν πιο οργανωμένοι και καλύτερα εκπαιδευμένοι για την αντιμετώπιση τέτοιων βιομηχανικών ατυχημάτων. Όταν έγραψα στην εφημερίδα, ως αυτόπτης δημοσιογράφος, ότι η πυρκαγιά έσβησε χάρη στην σωτήρια επέμβαση των Γιουγκοσλάβων, η εφημερίδα και ο δημοσιογράφος δέχτηκαν έντονες διαμαρτυρίες από την πολιτική ηγεσία της εποχής ότι το ρεπορτάζ δεν είχε σχέση με τις πραγματικές συνθήκες και έφτασαν ακόμη να κάνουν νύξεις για εθνική μειοδοσία…
Η πρώτη σελίδα της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» της 1ης Μαρτίου 1986, που δίνει εφιαλτικά τους φόβους από τις συνέπειες της φωτιάς για τη Θεσσαλονίκη.
Από τα ρεπορτάζ του Τύπου, τις καταθέσεις εμπειρογνωμόνων και τις καταγγελίες ειδικών και οικολογικών οργανώσεων φάνηκε ότι δεν υπήρχαν αξιόπιστα μέτρα ασφάλειας στις εγκαταστάσεις και ότι από τύχη κι όχι από πρόληψη η φωτιά δεν επεκτάθηκε στις γειτονικές δεξαμενές υγραερίου και αμμωνίας. Γενικά το θεσμικό πλαίσιο εκείνη την εποχή για την πρόληψη και αντιμετώπιση ανάλογων βιομηχανικών ατυχημάτων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης ήταν ατελές.
Το ιστορικό της καταστροφής
Για την κατανόηση της μεγάλης καταστροφής αλλά και του μεγάλου κινδύνου που αντιμετώπισε η Θεσσαλονίκη, αν επεκτεινόταν σε γειτονικές εγκαταστάσεις, μεταφέρω συνοπτικά στοιχεία από τις εκθέσεις και εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων και πυροσβεστών του βιομηχανικού ατυχήματος:
«Στις 24 Φεβρουαρίου του 1986 ξέσπασε πυρκαγιά στον τερματικό σταθμό αποθήκευσης υγρών καυσίμων της εταιρείας JETOIL στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, όπου υπήρχαν περίπου 65.000 τόνοι αργού πετρελαίου, 55.000 τόνοι βενζίνης και 100 τόνοι νάφθας. Δυτικά του σταθμού, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου υπάρχει ένα χωριό, το Καλοχώρι, 1.000 κατοίκων, ενώ κοντά στο σταθμό υπάρχουν, αφ’ ενός μεν αποθηκευτικές εγκαταστάσεις των Ελληνικών Διυλιστηρίων συνολικής χωρητικότητας 500.000 τόνων και αφ’ ετέρου μια δεξαμενή αποθήκευσης υγροποιημένης αμμωνίας χωρητικότητας 15.000 τόνων.
Η φωτιά εκδηλώθηκε στην περιοχή της δεξαμενής No 1 και οφειλόταν σε ανάφλεξη πετρελαίου διασκορπισμένου στο έδαφος κατά τη διάρκεια θερμικής συγκόλλησης μιας σωλήνωσης. Η κύρια αιτία, ωστόσο, σύμφωνα με την έκθεση εμπειρογνωμόνων ήταν η απουσία επιτήρησης των εργασιών από υπεύθυνους του εργοταξίου και η έλλειψη αδειών εργασίας. Γρήγορα, μέσω του αποθηκευτικού δικτύου, η φωτιά εξαπλώθηκε και σε 8 ακόμη από τις 12 συνολικά δεξαμενές του σταθμού, οι οποίες κατέρρευσαν. Ανθρώπινα θύματα ευτυχώς δεν υπήρξαν, αν και θα ήταν πολύ πιθανό, ιδίως μεταξύ των πυροσβεστών, οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις διακινδύνεψαν τη ζωή τους προκειμένου να φέρουν θετικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, 25 άτομα, από τα οποία τα 11 με σοβαρούς τραυματισμούς και συμπτώματα δύσπνοιας (τα περισσότερα εξαιτίας εισπνοών τοξικών ουσιών) χρειάστηκαν περίθαλψη σε νοσοκομεία.
Παρόντες στη φωτιά του Καλοχωρίου ήταν ξένοι εμπειρογνώμονες από διάφορες χώρες, καθώς και Γιουγκοσλάβοι πυροσβέστες. Η πυρκαγιά διήρκεσε 7 ημέρες, κάηκαν 14.957 κυβικά μέτρα αργού πετρελαίου, 30.665 κ.μ. μαζούτ, 420 κ.μ.πετρελαίου ντίζελ και 20 κ.μ. νάφθας, ενώ το συνολικό κόστος της καταστροφής υπολογίζεται σε 22 εκατομμύρια δολάρια. Σημαντικές ήταν οι επιπτώσεις στη γεωργία και στο περιβάλλον από τη διασπορά τοξικών ρυπαντών. Συνέπεια αυτού ήταν η αναγκαστική καταστροφή μεγάλων ποσοτήτων γεωργικών προϊόντων και η πρόκληση σοβαρών οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών στους κατοίκους της περιοχής. Το ατύχημα επιτάχυνε τον σχεδιασμό μέτρων για τον περιορισμό και διαχείριση του κινδύνου στην Ελλάδα».
Η εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» της Δευτέρας 3 Μαρτίου 1986 αναγγέλλει το «τέλος του εφιάλτη».
Σχέδια υπάρχουν, εφαρμόζονται;
Το ατύχημα της Τζετ Όιλ προκάλεσε μια σειρά αλλαγών και εκσυγχρονισμού στο ελληνικό θεσμικό πλαίσιο πρόληψης μεγάλου βιομηχανικού ατυχήματος. Αλλά όπως υποστηρίζουν οικολογικές οργανώσεις και ειδικοί, υπάρχει πλημμελής εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας «Seveso», ενώ το Σχέδιο Αντιμετώπισης Τεχνολογικών Ατυχημάτων Μεγάλης Έκτασης (ΣΑΤΑΜΕ), που εφαρμόζεται από το 1999, δεν καλύπτει όλες τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου. Στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης υπάρχουν πάνω από 30 τέτοιες εγκαταστάσεις όπως διυλιστήρια πετρελαίου και εγκαταστάσεις επεξεργασίας προϊόντων πετρελαίου, αποθήκες υγρών και αερίων καυσίμων, εγκαταστάσεις φυτοφαρμάκων κτλ. Γίνονται όμως οι σχετικοί έλεγχοι για τα μέσα πυρασφάλειας των εγκαταστάσεων και τον συντονισμό με τους αρμόδιους φορείς σε περίπτωση «ΒΑΜΕ», δηλαδή σε Βιομηχανικό Ατύχημα Μεγάλης Έκτασης;
Το θεσμικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση μεγάλων βιομηχανικών ατυχημάτων βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια. Γίνονται όμως συστηματικοί έλεγχοι εφαρμογής των σχεδίων για να μη δούμε εικόνες σαν αυτές του 1986 στο Καλοχώρι;
Τι πρέπει να γίνει για να αποκλειστεί η επανάληψη ενός νέου ΒΑΜΕ και η πιθανότητα να γίνει η Θεσσαλονίκη ολοκαύτωμα; Πώς οι πολίτες θα είναι σίγουροι ότι η ασυδοσία του βιομηχανικού μοντέλου, όπως αναπτύχθηκε στη Δυτική Θεσσαλονίκη, δεν περικλείει ακόμη πιθανούς κινδύνους για τους κατοίκους και το περιβάλλον του πολεοδομικού συγκροτήματος; Πώς θα ελαχιστοποιηθούν οι συνθήκες που μπορούν να δημιουργήσουν βιομηχανικό ατύχημα μεγάλης έκτασης σήμερα και στο μέλλον; Η Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης, με την συνεπή παρακολούθηση εδώ και χρόνια των μεγάλων περιβαλλοντικών θεμάτων της περιοχής, προτείνει τα παρακάτω μέτρα:
Συνολική μελέτη χωροθέτησης των δραστηριοτήτων σε σχέση με την επικινδυνότητα στην περιοχή και πιθανή μετεγκατάσταση κάποιων βιομηχανικών μονάδων.
Σύνταξη όλων των Ειδικών ΣΑΤΑΜΕ, δηλαδή των εξωτερικών σχεδίων έκτακτης αντιμετώπισης για κάθε εγκατάσταση και αναθεώρηση των υπαρχόντων.
Συγκρότηση αποτελεσματικών και ευέλικτων μηχανισμών ελέγχου των συνθηκών που μπορούν να δημιουργήσουν ένα μεγάλο ατύχημα.
Διενέργεια συστηματικών ελέγχων, που θα εγγυώνται την εφαρμογή των μέτρων περιορισμού των κινδύνων.
Συνεχή προγράμματα ενημέρωσης και ασκήσεις ετοιμότητας των πολιτών από την αυτοδιοίκηση.
Μέριμνα ώστε ο πολεοδομικός σχεδιασμός να περιλαμβάνει τα θέματα της επικινδυνότητας.
Η επέτειος των 30 χρόνων από τη μεγάλη καταστροφή είναι αφορμή όχι για μνημόσυνα, αλλά για λήψη μέτρων και επιμελή εφαρμογή όλων των σχετικών σχεδίων για ΒΑΜΕ, για να μη ξαναδούμε πύρινες γλώσσες και μαύρους καπνούς όπως στις φωτογραφίες του ιστορικού βιομηχανικού ατυχήματος.
Χ.ΖΑΦ
*Δείτε το βίντεο του Πυροσβεστικού Μουσείου για την πυρκαγιά της Jet Oil.
* Δείτε το επετειακό αφιέρωμα της TV 100 στα 25χρονα από τη φωτιά της Jet Oil.
ΠΗΓΗ:thessmemory.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου