Πέντε χρόνια μετά την εφαρμογή προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και εσωτερικής υποτίμησης η ελληνική οικονομία συνεχίζει να είναι εγκλωβισμένη στην ύφεση, στη στασιμότητα, στην ανεργία και στον αποπληθωρισμό. Αβεβαιότητα κυριαρχεί σε όλα τα επίπεδα οικονομικών αποφάσεων. Οι προκλήσεις για την οικονομία και την κοινωνία είναι μεγάλες και αυξάνονται μέσα στο μεταβαλλόμενο και ασταθές ευρωπαϊκό και γεωπολιτικό περιβάλλον. Η άμεση μετάβαση της οικονομίας σε βιώσιμη, σταθερή και διατηρήσιμη ανάπτυξη με απασχόληση και κοινωνική συνοχή είναι ζωτικής σημασίας για τους εργαζομένους και τους συνταξιούχους, για την ουσιαστική αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού που προκάλεσαν οι πολιτικές της λιτότητας.
Η κατάσταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και ειδικά στην Ευρωζώνη είναι επίσης...
ρευστή και αβέβαιη. Έξι ολόκληρα χρόνια μετά την ύφεση του 2009, που ακολούθησε το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2007 – 2008, η οικονομία της ΕΕ αναδεικνύεται ο «μεγάλος ασθενής» της παγκόσμιας οικονομίας, με το ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ το 2014 να υστερεί σημαντικά έναντι των υπόλοιπων ισχυρών βιομηχανικά χώρων (πλην της Ιαπωνίας). Σχεδόν 12 εκατ. είναι οι άνεργοι στην ΕΕ-28 για τουλάχιστον ένα ή και περισσότερα χρόνια. Οι νέοι με μεγάλη δυσκολία βρίσκουν θέση εργασίας. Όλο και περισσότεροι άνεργοι δεν παίρνουν επίδομα ανεργίας και αναγκάζονται να εργαστούν σε συνθήκες επισφάλειας με άτυπες σχέσεις εργασίας. Το ποσοστό των πολιτών που ζουν σε συνθήκες στέρησης και απόλυτης φτώχειας αυξάνεται.
Η νέα οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, όπως διαμορφώθηκε στη διάρκεια της κρίσης, δεν δημιουργεί αισιοδοξία για το μέλλον. Ιδεολογικές εμμονές έχουν εγκλωβίσει την οικονομική πολιτική στη λογική της «επεκτατικής» λιτότητας, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της απορρύθμισης της αγοράς εργασίας και της αποδόμησης του εργατικού δικαίου και του κοινωνικού κράτους. Η πολιτική επιλογή της συρρίκνωσης του βιοτικού επιπέδου και των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων ως μέσου βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής μεγέθυνσης υπονομεύει τα θεμέλια της Ευρώπης και τις δημοκρατικές αξίες της. Η συνέχιση της ίδιας πολιτικής ύστερα από πέντε χρόνια καταστροφικής εφαρμογής στις χώρες που χτυπήθηκαν περισσότερο από την κρίση δηλώνει την πολιτική αποτυχία της ΕΕ να εκμεταλλευτεί την κρίση χρέους ως ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της, τροφοδοτώντας τις πολιτικές δυνάμεις που αμφισβητούν το μέλλον της.
Η κρίση στην Ευρωζώνη δοκιμάζει τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος του κοινού
νομίσματος αναδεικνύοντας τις χρόνιες θεσμικές αδυναμίες της ΕΕ και το μεγάλο έλλειμμα πολιτικής στην αντιμετώπιση της κρίσης. Αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή ότι η Ευρώπη δεν έκανε και συνεχίζει να μην κάνει τα αναγκαία βήματα για την οριστική έξοδό της από την κρίση. Η εκτίμησή μας είναι ότι το επενδυτικό σχέδιο του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και το νομισματικό πείραμα της ποσοτικής χαλάρωσης του διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι θα έχουν περιορισμένα αναπτυξιακά οφέλη και δεν μπορούν να δημιουργήσουν διατηρήσιμες συνθήκες εξόδου της Ευρωζώνης από τον αποπληθωρισμό και την ανεργία. Ο επαναπροσδιορισμός της τρέχουσας διαχείρισης της κρίσης στο επίπεδο της ΕΕ μπορεί να συμβεί μόνο μέσα από μια νέα πολιτική μισθών, την ισχυροποίηση των εθνικών συστημάτων συλλογικών διαπραγματεύσεων και ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα μετασχηματίσει τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε βιώσιμες οικονομίες με απασχόληση και περιβαλλοντική ισορροπία. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την απόλυτη αντιστροφή των νεοφιλελεύθερων «διαρθρωτικών» μεταρρυθμίσεων. Το όφελος για την ΕΕ θα ήταν πολλαπλό σε οικονομικό, κοινωνικό, θεσμικό και πολιτικό επίπεδο.
Η προβληματική αυτή θεμελίωσε τη διεθνή δράση της Συνομοσπονδίας με στόχο την προάσπιση των εργασιακών και των κοινωνικών δικαιωμάτων ενάντια στις
μονομερείς νομοθετικές παρεμβάσεις που αποδιάρθρωσαν τις εργασιακές σχέσεις αποδυναμώνοντας εργαζομένους και συνδικάτα. Με αφετηρία το κύρος και τη δυναμική της σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, η ΓΣΕΕ αξιοποίησε αποτελεσματικά κάθε θεσμική και άλλη δυνατότητα για να οικοδομηθεί ένα ευρύ μέτωπο συμπαράστασης προς την Ελλάδα, αποκαλύπτοντας τις πρωτογενείς και τις δευτερογενείς συνέπειες της βίαιης διαρθρωτικής προσαρμογής και προβάλλοντας ένα εναλλακτικό υπόδειγμα πολιτικής. Το στίγμα της προσπάθειας αυτής δίνουν οι αλλεπάλληλες προσφυγές μας στη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) και στα αρμόδια όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης, που είχαν ως αποτέλεσμα καταδικαστικές αποφάσεις για την παραβίαση συνδικαλιστικών ελευθεριών και μεγάλου αριθμού κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων εργαζομένων, τα οποία κατοχυρώνουν ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και οι διεθνείς συμβάσεις της ΔΟΕ.
Τα εμπειρικά ευρήματα και τα συμπεράσματα της Έκθεσης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση του έτους 2015 δείχνουν την αποτυχία της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα και αναδεικνύουν ανησυχητικές οικονομικές και κοινωνικές τάσεις. Η Έκθεση αξιολογεί τις δημοσιονομικές και τις μακροοικονομικές εξελίξεις, καθώς και τις συνέπειες του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία το 2014. Η προοπτική δημιουργίας διατηρήσιμων συνθηκών ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή εξακολουθεί να αποτελεί αβέβαιη προοπτική και για το 2015. Η πολιτική της δημοσιονομικής λιτότητας ως μέσου δημοσιονομικής προσαρμογής, αντί να βελτιώσει τη φερεγγυότητα της οικονομίας, συνέβαλε στην ύφεση και στην εκτόξευση του λόγου δημόσιο χρέος/ΑΕΠ. Η αγορά εργασίας συνεχίζει να επηρεάζεται αρνητικά από την ύφεση και την αβεβαιότητα ως προς τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας. Το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, εξέλιξη που απεικονίζει την κατάρρευση του πραγματικού και του δυνητικού προϊόντος. Η Έκθεση επίσης καταδεικνύει ότι οι πολιτικές και οι θεσμοί προστασίας της εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων δεν συσχετίζονται με τη δραματική αύξηση της ανεργίας, συνεπώς η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν πρέπει να είναι μέρος της πολιτικής αντιμετώπισης της ανεργίας. Επιπλέον, η ποιότητα των θέσεων εργασίας συνεχίζει να χειροτερεύει. Οι άτυπες και μη ηθελημένες μορφές απασχόλησης αυξάνονται, με σημαντικές αρνητικές συνέπειες στο εισόδημα των εργαζομένων, στο ανθρώπινο κεφάλαιο της οικονομίας, στην παραγωγικότητα. Τα εμπειρικά ευρήματα της Έκθεσης δείχνουν επίσης ότι υπάρχει υψηλή συσχέτιση μεταξύ των επισφαλών θέσεων εργασίας και της φτώχειας, ενώ η μείωση των κατά κεφαλήν κοινωνικών δαπανών έχει συμβάλει στην περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Τέλος, οι επίσημες εκτιμήσεις για το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης το 2015 και το 2016 είναι αρνητικές ως προς τη δυνατότητα της οικονομίας να εξέλθει από την τρέχουσα κρίση. Δεν υπάρχει αναπτυξιακή δυναμική, πολύ περισσότερο δεν υπάρχουν διατηρήσιμες συνθήκες επέκτασης της ζήτησης και της προσφοράς.
Υπάρχουν συνεπώς πολλές και σαφείς ενδείξεις ότι η στρατηγική της οικονομικής προσαρμογής, με κύριους άξονες τη δημοσιονομική λιτότητα, την εσωτερική υποτίμηση και την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, έχει αποτύχει σε όλους τους βασικούς στόχους διευρύνοντας το αναπτυξιακό κενό της ελληνικής οικονομίας από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και απομακρύνοντάς την από τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η παρούσα Έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ προτείνει τον επαναπροσδιορισμό της οικονομικής πολιτικής σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο στην κατεύθυνση της επαναρρύθμισης της αγοράς εργασίας, της υλοποίησης επενδυτικών προγραμμάτων σε κλίμακα τέτοια που να αντισταθμίσουν την υφεσιακή κατάσταση της οικονομίας, της θεσμοθέτησης προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης ως μηχανισμού επανεκκίνησης της οικονομικής δραστηριότητας και της κατοχύρωσης της κοινωνικής προστασίας και του εργατικού δίκαιου.
Κατεβάστε την Έκθεση εδώ
ΠΗΓΗ:inegsee.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου