Από το liberal.gr
Ένα μυστήριο πλανάται όσον αφορά τι ισχύει τελικά και τι όχι μετά την τηλεδιάσκεψη των μελών του OPEC+ την Πέμπτη και την συνάντηση των υπουργών ενέργειας των G20 την Παρασκευή.
Στη συνεδρίαση του OPEC+ η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία, αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους και κατέληξαν σε ένα πλαίσιο μιας συμφωνίας επί της αρχής για περικοπή της παραγωγής πετρελαίου, προκειμένου να στηρίξουν τις τιμές.
Λεπτομέρειες όμως δεν δόθηκαν, καθώς αναμενόταν..
οι όποιες τελικές αποφάσεις και ανακοινώσεις να δοθούν μετά την ολοκλήρωση της χτεσινής συνάντησης των υπουργών Ενέργειας G20.
Παρά ταύτα, από αναφορές και δηλώσεις όλοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο περιορισμός της παραγωγής πιθανότατα να κινηθεί πέριξ των 10-11 εκατ. βαρελιών- ήτοι η μείωση της Σ.Αραβίας και της Ρωσίας οριοθετήθηκε πέριξ των 8,5 εκατ.βαρελιών- εφόσον εξασφαλιζόταν στην συνάντηση των G20 η δέσμευση των υπολοίπων για περικοπές κατά 5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Και ενώ φάνηκε την Παρασκευή το πρωί ότι λύθηκε και ο σκόπελος της άρνησης του Μεξικού να συμμετάσχει στο εύρος της περικοπής μέσω της κάλυψης της διαφοράς από τις ΗΠΑ, χτες το βράδυ όλοι απογοητεύτηκαν.
Αντί για επίσημες ανακοινώσεις από τη G20 όσον αφορά τις λεπτομέρειες για ποσοστώσεις στις περικοπές, είχαμε απλά μια δήλωση ότι υπάρχει υποστήριξη των μέτρων για τη σταθεροποίηση της αγοράς. Καμία δέσμευση ότι οι υπουργοί ενέργειας της ομάδας των 20 θα προβούν σε συγκεκριμμένες περικοπές και αρκετή ασάφεια που θέτει εν τέλη υπο αμφισβήτηση τις προσπάθειες για την αναζωογόνηση της αγοράς του πετρελαίου.
Χαρακτηριστικές του κλίματος ήταν οι δηλώσεις μετά το τέλος της Συνόδου του υπουργού Φυσικών Πόρων του Καναδά, Ο' Ρίγκαν: « Οι σημερινές συνομιλίες αφορούσαν μια πολυμερή λύση για να επιλυθεί το ζήτημα της αστάθειας των τιμών. Δεν συζητήσαμε για αριθμούς. Σ' αυτό το στάδιο, το θέμα ήταν να συζητήσουμε για μια πολιτική και για μια συλλογική δέσμευση ότι θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να βελτιώσουμε τη σταθερότητα. Δημιουργήσαμε μια ομάδα εργασίας, η οποία θα αναλάβει να εξασφαλίσει και να παρουσιάσει τα στοιχεία μιας συντονισμένης απάντησης. Η ομάδα αυτή πρόκειται να συνεδριάσει προσεχώς».
Στο ίδιο ασαφές κλίμα κινήθηκε και ο γραμματέας της ενέργειας Dan Brouillette στις εισαγωγικές παρατηρήσεις της συνεδρίασης της Ομάδας των 20. Προέβλεψε μια μείωση περίπου 2 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως στην παραγωγή των ΗΠΑ μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, χωρίς όμως να διευκρινίζει αν θα προέλθουν ως φυσική απόρροια των χαμηλών τιμών ή ως συντονισμένη περικοπή έναντι να τονωθούν οι τιμές.
Εν ολίγοις, μια παγκόσμια συμφωνία για την περικοπή της παραγωγής πετρελαίου αποδείχθηκε πενιχρή την Παρασκευή καθώς μια διπλωματική πρωτοβουλία των ΗΠΑ υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, υπέστη επανειλημμένες αποτυχίες. Μένει τώρα να δούμε τι θα ισχύσει τελικά από την προχτεσινή «συμφωνία επί της αρχής» του OPEC+ και τι όχι.
Αν τελικά η «ομάδα εργασίας» καταφέρει να ολοκληρώσει την συμφωνία, θα είναι η μεγαλύτερη παρέμβαση στην ιστορία της αγοράς πετρελαίου. Ακόμη κι έτσι όμως, θα είναι μόνο ένα τμήμα της εκτιμώμενης ζημιάς των 20-35 εκατ. βαρελιών την ημέρα που υπέστη η ζήτηση στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας του κορονοϊού που υποχρέωσε δισεκατομμύρια ανθρώπους να μείνουν περιορισμένοι στα σπίτια τους και την πλειοψηφία των επιχειρήσεων να κατεβάσουν ρολά.
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε εφεξής τις εξελίξεις στην αγορά του πετρελαίου, ας επιχειρήσουμε να κάνουμε μια εμβάθυνση στις συνισταμένες που λαμβάνουν υπόψιν τους οι βασικοί παίκτες της πετρελαϊκής σκακιέρας. Στο τέλος αυτής της ανάλυσης, θα γίνει κατανοητό γιατί δυσκολεύονται όλοι τόσο πολύ να αναλάβουν το βάρος που τους αναλογεί στις ποσοστώσεις των περικοπών.
Η ασθμαίνουσα ζήτηση
Οι τιμές του πετρελαίου διανύουν το χειρότερο ίσως τρίμηνο στην ιστορία τους.
Η τιμή του Brent λίγο πριν την παρέμβαση Τραμπ, φλέρταρε για άλλη μια φορά με την στήριξη των 24 δολαρίων το βαρέλι, ενώ το WTI είχε δώσει διαδοχικές διατρήσεις των 20 δολαρίων.
Προς το παρόν ο μόνος τρόπος περιορισμού της πανδημίας εξαιτίας του SARS-CoV-2 είναι το lockdown, μερικό ή καθολικό, με αποτέλεσμα η ζήτηση για το πετρέλαιο και για τα προϊόντα του να βαίνει μειούμενη. Για παράδειγμα η ζήτηση για βενζίνη αναμένεται να υποχωρήσει κατά 50%, ενώ η κατανάλωση κηροζίνης έχει "εξανεμιστεί” πλήρως, καθώς οι αεροπορικές πτήσεις έχουν μειωθεί κατά 87% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Ως εκ τούτου, τα διυλιστήρια δεν μπορούν να πωλήσουν τα καύσιμα που παράγουν, τα οποία συσσωρεύονται στις δεξαμενές τους. Στην αγορά χονδρικής,την προηγούμενη εβδομάδα η βενζίνη πουλιόταν για λιγότερο από 50 σεντς το γαλόνι. Τα διυλιστήρια χάνουν χρήμα με κάθε βαρέλι που επεξεργάζονται, ενώ το spread στα συμβόλαια βενζίνης του Κόλπου του Μεξικού έχει μειωθεί κατά 17 δολάρια ανά βαρέλι.
Επιστρέφοντας στο πετρέλαιο, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις του επικεφαλή του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Fatih Birol, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου, η οποία ανερχόταν σε 100 εκατ. βαρέλια ημερησίως, μπορεί να υποχωρήσει έως και -30% το τρέχον έτος. Παρά την περικοπή της παραγωγής λοιπόν , το ένα σκέλος της εξίσωσης έχει ήδη νοσήσει.
Η πλημμυρίδα της προσφοράς
Η αλήθεια είναι ότι η αγορά πετρελαίου διένυσε αυτή την άνοιξη μία μοναδική περίοδο στην ιστορία της, καθώς για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες η πτώση στην παγκόσμια ζήτηση συνοδεύτηκε με μία τεράστια υπερπροσφορά την ίδια χρονική περίοδο.
Το Ριάντ και η Μόσχα μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα αντλούσαν αμφότερες όσο το δυνατόν περισσότερο αργό μπορούσαν, έχοντας επιδοθεί σε έναν αγώνα απόσπασης μεριδίων αγοράς. Μπορεί η επίσημη αφορμή να ήταν η άρνηση των Ρώσων να ακολουθήσουν τη Σαουδική Αραβία στις περικοπές, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο στόχος «πίσω από τον στόχο» ήταν προφανώς οι Αμερικανοί παραγωγοί, που είναι οι πιο ευάλωτοι σε όρους κόστους παραγωγής και χρέους.
Yπάρχουν όμως και οι παράπλευρες απώλειες. Η υπερπαραγωγή ορισμένων επηρέασε άμεσα και χώρες όπως είναι το Ιράκ, η Αλγερία, το Ομάν, το Εκουαδόρ, η Γκαμπόν και η Νιγηρία, οι οικονομίες των οποίων εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τα έσοδα από το πετρέλαιο.
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, η υπερπαραγωγή τους δύο προηγούμενους μήνες έφτασε παγκοσμίως τα 15 εκατ. βαρέλια την/ημέρα.
Ο παράγων της αποθήκευσης
Η τεράστια υπερπροσφορά σε συνδυασμό με την πτώση της ζήτησης προκάλεσε τεκτονικές μετακινήσεις στη δομή της αγοράς πετρελαίου και οδήγησε σχεδόν στην εξάντληση της ικανότητας αποθήκευσης. Πολλές εταιρείες έσπευσαν να ναυλώσουν πλοία για πλωτή αποθήκευση πετρελαίου με αποτέλεσμα η διαθεσιμότητα των τάνκερ στη σποτ αγορά να έχει περιοριστεί, με ευθεία προβολή στην αύξηση των ναύλων. Η Goldman προβλέπει ότι περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως θα οδηγούνται σε αποθήκευση τον Απρίλιο, ενώ η IHS Markit αναμένει ότι στα μέσα της χρονιάς, δεν θα υπάρχει πλέον χώρος για αποθήκευση. Η κατάσταση στην αμερικανική αγορά πετρελαίου ήδη δείχνει να βαδίζει προς το «σημείο μηδέν», στο σημείο δηλαδή όπου οι αποθήκες θα γεμίσουν και η παραγωγή δεν θα έχει πού να διοχετευθεί.
Λίγο πριν κατέβουν οι διακόπτες
Οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν αρχίσει ήδη να λαμβάνουν μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, περιορίζοντας κατά περισσότερα από 40 δισ. δολάρια τους προϋπολογισμούς κεφαλαιουχικών δαπανών τους για το 2020, με πάνω από το ήμισυ της μείωσης αυτής να προέρχεται από τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ. Η Occidental Petroleum ανακοίνωσε ότι περικόπτει τις επενδύσεις που προγραμμάτιζε για το τρέχον έτος, κατά το ήμισυ, στα 2,7 δισ. δολάρια. Η Oxy θα μειώσει τις μονάδες εξόρυξής της στο κοίτασμα Permian Basin από 20 σε μόλις 4. Αλλά και μεγαλύτεροι όμιλοι ακολουθούν την ίδια στρατηγική. Οι περικοπές που ανακοινώθηκαν ήδη από οκτώ μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, μεταξύ των οποίων η Saudi Aramco και η Royal Dutch Shell, ανέρχονται στα 28 δισ. δολάρια ήτοι μια πτώση 20% από τα αρχικά σχέδια δαπανών. Η BP μείωσε το σχέδιο δαπανών κατά 25% και θα μειώσει την παραγωγή από τις αμερικανικές δραστηριότητες σχιστόλιθου πετρελαίου και αερίου, ενώ η Exxon Mobil και η βραζιλιάνικη Petrobras δήλωσαν επίσης ότι θα μειώσουν τις κεφαλαιακές δαπάνες.
Ωστόσο, δεν αρκεί μόνο να μειωθούν οι επενδύσεις. Όταν θα γεμίσουν οι δεξαμενές αποθήκευσης σε όλο τον κόσμο και τα τάνκερς γεμάτα με πετρέλαιο που δεν θα το χρειάζεται κανείς, απλώς θα επιπλέουν σε ασφαλή αγκυροβόλια, τότε οι παραγωγοί θα αναγκαστούν να κλείσουν πετρελαιοπηγές, καθώς δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα αποθήκευσης. Σύμφωνα με έρευνα της Federal Reserve Bank of Dallas, αρκετοί παράγοντες της πετρελαϊκής βιομηχανίας περιμένουν «σχεδόν ολική διακοπή δραστηριότητας», ενώ ήδη σύμφωνα με τη Tudor, Pickering & Holt, η παραγωγή στις ΗΠΑ ήδη έχει μειωθεί κατά 100.000 βαρέλια ανά ημέρα και αναμένεται να φθάσει στα 200.000 βαρέλια πολύ σύντομα.
Το ντόμινο έχει ξεκινήσει στις ΗΠΑ και Καναδά
Για να προχωρήσει μια εταιρεία σε αναστολή παραγωγής θα πρέπει οι τιμές του πετρελαίου να υποχωρήσουν κάτω από το κόστος εξόρυξης. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Federal Reserve Bank of Dallas, οι εταιρείες στις ΗΠΑ καλύπτουν τα λειτουργικά τους έξοδα για τιμές από 27 έως 37 δολάρια κατά μέσο το βαρέλι ανάλογα την περιοχή του «πηγαδιού». Για όσες εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει τις κατάλληλες επενδύσεις για τεχνολογία αιχμής, το κόστος μπορεί να κατέλθει έως και τα 15 δολάρια το βαρέλι.
Οι περιοχές στην ενδοχώρα, η εφοδιαστική αλυσίδα των οποίων είναι πιο σύνθετη, θα είναι οι πρώτες που θα αναστείλουν την παραγωγή τους. Οι παραγωγοί επίσης πετρελαίου από ασφαλτούχο άμμο στον Καναδά, έχουν ήδη μειώσει την παραγωγή τους κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα. Κι αυτό, γιατί την προηγούμενη εβδομάδα η τιμή πώλησης ενός βαρελιού πετρελαίου από τον δυτικό Καναδά πωλούνταν μόλις προς 7,50 δολάρια. Αντίστοιχα ένα βαρέλι σχιστολιθικού πετρελαίου από το κοίτασμα Bakken, πουλιόταν μόλις προς 15 δολάρια, σύμφωνα με τον Lynn Helms του Τμήματος Ορυκτών Πόρων της Βόρειας Ντακότα.
Ο πετρελαϊκός κλάδος των ΗΠΑ βαρύνεται εξάλλου με ανεξόφλητα δάνεια ύψους 160 δισ. δολαρίων. Όλα αυτά συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα, το οποίο απειλεί να χαθούν από τον κλάδο περισσότερες από 200.000 θέσεις εργασίας σύμφωνα με τη συμβουλευτική εταιρεία Rystad. Κάτω ακριβώς από αυτή την πίεση ο Ντόναλτ Τραμπ και θορυβημένος από την ανακοίνωση της πρώτης χρεοκοπίας του κλάδου, αποφάσισε πριν 10 μέρες να παρέμβει, ζητώντας από Ρωσία και Σαουδική Αραβία να υπαναχωρήσουν στην απόφαση τους για αύξηση παραγωγής, έναντι να στηριχτούν οι τιμές του πετρελαίου και κατ΄επέκταση οι σχιστολιθικοί παραγωγοί.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Η Goldman Sachs πρόσφατα έκανε μια ενδιαφέρουσα παρατηρήση πάνω στο ενδεχόμενο να κατεβάσει τους διακόπτες ένα σημαντικό μέρος των σχιστολιθικών παραγωγών. Το κλείσιμο όλων των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στην αμερικανική ενδοχώρα ενδεχομένως να προκαλέσει μόνιμη ζημιά στα σχιστολιθικά κοιτάσματα και να καταστεί αδύνατη η επαναφορά της παραγωγικής δραστηριότητας στα πρότερα επίπεδα, οδηγώντας σε σημαντικές απώλειες κεφαλαίου τις εταιρείες.
Το αποτέλεσμα; Όταν επανέλθει η κανονικότητα στον πλανήτη, να διαπιστώσουμε ξαφνικά ότι δεν υπάρχει αρκετό πετρέλαιο άμεσα διαθέσιμο. Σύμφωνα πάντα με την Goldman Sachs, αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία που θα προσπαθεί να ανακάμψει από την ύφεση, «καθώς η εξομάλυνση της δραστηριότητας όλο και περισσότερο θα συνοδεύεται από πληθωριστική έκρηξη λόγω του πετρελαϊκού σοκ».
Η νέα «ανομολόγητη» στρατηγική του Ριαντ
Δεν είναι λίγοι που παρομοιάζουν την σημερινή κατάσταση με εκείνη του 1999, πόσο μάλλον μετά τις πιέσεις Τραμπ σε Σαουδική Αραβία και Ρωσία για περιστολή παραγωγής.
Ας δούμε λίγο τι είχε γίνει τότε.
Ο υπουργός Ενέργειας στην κυβέρνηση του τότε προέδρου Μπιλ Κλίντον, Μπιλ Ρίτσαρντσον, εξέφρασε την ανησυχία των ΗΠΑ για την πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου κάτω από τα 10 δολάρια το βαρέλι. Δύο μήνες αργότερα, ο OPEC αποφάσισε τη τρίτη διαδοχική περικοπή της παραγωγής του και μέχρι το τέλος του έτους, το αργό πετρέλαιο τύπου brent είχε ανακάμψει στα 25 δολάρια το βαρέλι. Η Σαουδική Αραβία είχε αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος των περικοπών, καθώς ως ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου, επιθυμούσε υψηλότερες τιμές.
Γιατί όμως αυτή τη φορά οι Σαουδάραβες δεν ανέλαβαν το βάρος, αλλά απαιτούν, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, σαν απαραίτητη προυπόθεση τον επιμερισμό των περικοπών σε όλους τους πετρελαιοπαραγωγούς;
Μετά από 21 χρόνια, κάποιες συνισταμένες έχουν αλλάξει. Με πρώτη και καλύτερη την προοπτική της αξίας του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας.
Εν έτη 1999 το πετρέλαιο θεωρείτο ένα «περιορισμένο» περιουσιακό στοιχείο, η αξία του οποίου θα αυξανόταν μόλις η ζήτηση θα ξεπερνούσε ξανά τη διαθέσιμη προσφορά. Για τη Σαουδική Αραβία λοιπόν η απόφαση για περικοπή της παραγωγής ήταν εύκολη, καθώς θα αύξανε την τιμή, ενώ ταυτόχρονα θα «άφηνε» στο έδαφος πετρέλαιο, του οποίου η αξία αναμενόταν να βαίνει αυξανόμενη.
Εν έτη 2020, η σχιστολιθική παραγωγή και η ανάγκη για πράσινες λύσεις έναντι να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, δημιουργούν βάσιμες ανησυχίες ότι εφεξής το πετρέλαιο που «μένει» στο έδαφος, θα χάνει αξία. Μάλιστα κινδυνεύει από ένα σημείο και μετά, να μην εξορυχθεί ποτέ.
Δεν είναι τυχαίο ότι στο ενημερωτικό σημείωμα της IPO το 2019 η Aramco προειδοποίησε ότι η ζήτηση πετρελαίου θα «κορυφώσει» μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, καθώς η αγορά ενέργειας θα διαμορφώνεται πλέον ολοένα και περισσότερο από την προτεραιότητα της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής.
Τι πιθανότητες θα δίνατε λοιπόν ο στόχος των Σαουδαράβων όταν αύξησαν πριν δύο μήνες την παραγωγή να μην ήταν η τιμωρία της ανυπάκοης Ρωσίας ;
Mήπως οι Σαουδάραβες έχουν σιωπηλά επιλέξει μια εντελώς νέα στρατηγική; Πίσω από την πρόσφατη πλημμυρίδα προσφοράς και την κατάρρευση των πετρελαϊκών τιμών, δεν αποκλείεται το σκεπτικό τους να είναι το εξής:
Ως ιδιοκτήτες ενός τεράστιου πετρελαϊκού αποθέματος, πιθανότατα να προσπαθούν να πουλήσουν τα αποθέματά τους πιο γρήγορα, αποφεύγοντας να μείνουν με ένα περιουσιακό στοιχείο που ολοένα θα χάνει αξία από την ανταγωνίστρια «πράσινη» ενέργεια.
Η προσέγγιση αυτή θα εξασφαλίσει ένα ολοένα και αυξανόμενο μερίδιο για το αργό πετρέλαιο της Σαουδικής Αραβίας, καθώς οι παραγωγοί υψηλότερου κόστους θα «πεταχτούν» έξω από την αγορά. Οι χαμηλότερες τιμές πετρελαίου ενδεχομένως να επιβραδύνουν για λίγο καιρό την υιοθέτηση πράσινων τεχνολογιών, δίνοντας στην Σαουδική Αραβία το παράθυρο ευκαιρίας για τον μετασχηματισμό της.
Επιπλέον, όταν αρκετοί ανταγωνιστές τεθούν εκτός αγοράς και η οικονομική δραστηριότητα επιστρέψει στους ρυθμούς της, οι τιμές θα ανέβουν ξανά.
Αλλά αυτή η στρατηγική δεν στερείται και μειονεκτημάτων. Τα υπόλοιπα μέλη του ΟΠΕΚ όπως έδειξε η πρόσφατη ιστορία, μιμούνται τη Σαουδική Αραβία, πλημμυρίζοντας την αγορά με ακόμα περισσότερο αργό, με αποτέλεσμα οι τιμές να οδηγούνται χαμηλότερα και για περισσότερο καιρό από όσο θα ήθελαν οι Σαουδάραβες.
Επιπλεόν δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το Ριάντ χρειάζεται τις τιμές πετρελαίου περίπου στα 80 δολ. το βαρέλι για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του. Για πόσο καιρό θα μπορεί να αντέχει μεγάλα και επαναλαμβανόμενα ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών του, θέτοντας σε κίνδυνο την ισοτιμία μεταξύ του ριάλ και του δολαρίου ΗΠΑ; Προφανώς λοιπόν η στρατηγική αυτή να έχει ένα deadline κάθε φορά που χρησιμοποιείται.
Ως εκ τούτου, οι επενδυτές ας προετοιμάζονται για πολλά σκωτσέζικα ντους στην αγορά του πετρελαίου, με την ζήτηση να έχει το λιμπρέτο, την καμπύλη της πανδημίας και τα επόμενα επιδημικά κύματα την ενορχήστρωση και τους Σαουδάραβες να έχουν την μπαγκέτα του μαέστρου
Ένα μυστήριο πλανάται όσον αφορά τι ισχύει τελικά και τι όχι μετά την τηλεδιάσκεψη των μελών του OPEC+ την Πέμπτη και την συνάντηση των υπουργών ενέργειας των G20 την Παρασκευή.
Στη συνεδρίαση του OPEC+ η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία, αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη τις διαφορές τους και κατέληξαν σε ένα πλαίσιο μιας συμφωνίας επί της αρχής για περικοπή της παραγωγής πετρελαίου, προκειμένου να στηρίξουν τις τιμές.
Λεπτομέρειες όμως δεν δόθηκαν, καθώς αναμενόταν..
οι όποιες τελικές αποφάσεις και ανακοινώσεις να δοθούν μετά την ολοκλήρωση της χτεσινής συνάντησης των υπουργών Ενέργειας G20.
Παρά ταύτα, από αναφορές και δηλώσεις όλοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο περιορισμός της παραγωγής πιθανότατα να κινηθεί πέριξ των 10-11 εκατ. βαρελιών- ήτοι η μείωση της Σ.Αραβίας και της Ρωσίας οριοθετήθηκε πέριξ των 8,5 εκατ.βαρελιών- εφόσον εξασφαλιζόταν στην συνάντηση των G20 η δέσμευση των υπολοίπων για περικοπές κατά 5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Και ενώ φάνηκε την Παρασκευή το πρωί ότι λύθηκε και ο σκόπελος της άρνησης του Μεξικού να συμμετάσχει στο εύρος της περικοπής μέσω της κάλυψης της διαφοράς από τις ΗΠΑ, χτες το βράδυ όλοι απογοητεύτηκαν.
Αντί για επίσημες ανακοινώσεις από τη G20 όσον αφορά τις λεπτομέρειες για ποσοστώσεις στις περικοπές, είχαμε απλά μια δήλωση ότι υπάρχει υποστήριξη των μέτρων για τη σταθεροποίηση της αγοράς. Καμία δέσμευση ότι οι υπουργοί ενέργειας της ομάδας των 20 θα προβούν σε συγκεκριμμένες περικοπές και αρκετή ασάφεια που θέτει εν τέλη υπο αμφισβήτηση τις προσπάθειες για την αναζωογόνηση της αγοράς του πετρελαίου.
Χαρακτηριστικές του κλίματος ήταν οι δηλώσεις μετά το τέλος της Συνόδου του υπουργού Φυσικών Πόρων του Καναδά, Ο' Ρίγκαν: « Οι σημερινές συνομιλίες αφορούσαν μια πολυμερή λύση για να επιλυθεί το ζήτημα της αστάθειας των τιμών. Δεν συζητήσαμε για αριθμούς. Σ' αυτό το στάδιο, το θέμα ήταν να συζητήσουμε για μια πολιτική και για μια συλλογική δέσμευση ότι θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να βελτιώσουμε τη σταθερότητα. Δημιουργήσαμε μια ομάδα εργασίας, η οποία θα αναλάβει να εξασφαλίσει και να παρουσιάσει τα στοιχεία μιας συντονισμένης απάντησης. Η ομάδα αυτή πρόκειται να συνεδριάσει προσεχώς».
Στο ίδιο ασαφές κλίμα κινήθηκε και ο γραμματέας της ενέργειας Dan Brouillette στις εισαγωγικές παρατηρήσεις της συνεδρίασης της Ομάδας των 20. Προέβλεψε μια μείωση περίπου 2 εκατομμυρίων βαρελιών ημερησίως στην παραγωγή των ΗΠΑ μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, χωρίς όμως να διευκρινίζει αν θα προέλθουν ως φυσική απόρροια των χαμηλών τιμών ή ως συντονισμένη περικοπή έναντι να τονωθούν οι τιμές.
Εν ολίγοις, μια παγκόσμια συμφωνία για την περικοπή της παραγωγής πετρελαίου αποδείχθηκε πενιχρή την Παρασκευή καθώς μια διπλωματική πρωτοβουλία των ΗΠΑ υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, υπέστη επανειλημμένες αποτυχίες. Μένει τώρα να δούμε τι θα ισχύσει τελικά από την προχτεσινή «συμφωνία επί της αρχής» του OPEC+ και τι όχι.
Αν τελικά η «ομάδα εργασίας» καταφέρει να ολοκληρώσει την συμφωνία, θα είναι η μεγαλύτερη παρέμβαση στην ιστορία της αγοράς πετρελαίου. Ακόμη κι έτσι όμως, θα είναι μόνο ένα τμήμα της εκτιμώμενης ζημιάς των 20-35 εκατ. βαρελιών την ημέρα που υπέστη η ζήτηση στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας του κορονοϊού που υποχρέωσε δισεκατομμύρια ανθρώπους να μείνουν περιορισμένοι στα σπίτια τους και την πλειοψηφία των επιχειρήσεων να κατεβάσουν ρολά.
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε εφεξής τις εξελίξεις στην αγορά του πετρελαίου, ας επιχειρήσουμε να κάνουμε μια εμβάθυνση στις συνισταμένες που λαμβάνουν υπόψιν τους οι βασικοί παίκτες της πετρελαϊκής σκακιέρας. Στο τέλος αυτής της ανάλυσης, θα γίνει κατανοητό γιατί δυσκολεύονται όλοι τόσο πολύ να αναλάβουν το βάρος που τους αναλογεί στις ποσοστώσεις των περικοπών.
Η ασθμαίνουσα ζήτηση
Οι τιμές του πετρελαίου διανύουν το χειρότερο ίσως τρίμηνο στην ιστορία τους.
Η τιμή του Brent λίγο πριν την παρέμβαση Τραμπ, φλέρταρε για άλλη μια φορά με την στήριξη των 24 δολαρίων το βαρέλι, ενώ το WTI είχε δώσει διαδοχικές διατρήσεις των 20 δολαρίων.
Προς το παρόν ο μόνος τρόπος περιορισμού της πανδημίας εξαιτίας του SARS-CoV-2 είναι το lockdown, μερικό ή καθολικό, με αποτέλεσμα η ζήτηση για το πετρέλαιο και για τα προϊόντα του να βαίνει μειούμενη. Για παράδειγμα η ζήτηση για βενζίνη αναμένεται να υποχωρήσει κατά 50%, ενώ η κατανάλωση κηροζίνης έχει "εξανεμιστεί” πλήρως, καθώς οι αεροπορικές πτήσεις έχουν μειωθεί κατά 87% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Ως εκ τούτου, τα διυλιστήρια δεν μπορούν να πωλήσουν τα καύσιμα που παράγουν, τα οποία συσσωρεύονται στις δεξαμενές τους. Στην αγορά χονδρικής,την προηγούμενη εβδομάδα η βενζίνη πουλιόταν για λιγότερο από 50 σεντς το γαλόνι. Τα διυλιστήρια χάνουν χρήμα με κάθε βαρέλι που επεξεργάζονται, ενώ το spread στα συμβόλαια βενζίνης του Κόλπου του Μεξικού έχει μειωθεί κατά 17 δολάρια ανά βαρέλι.
Επιστρέφοντας στο πετρέλαιο, σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις του επικεφαλή του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Fatih Birol, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου, η οποία ανερχόταν σε 100 εκατ. βαρέλια ημερησίως, μπορεί να υποχωρήσει έως και -30% το τρέχον έτος. Παρά την περικοπή της παραγωγής λοιπόν , το ένα σκέλος της εξίσωσης έχει ήδη νοσήσει.
Η πλημμυρίδα της προσφοράς
Η αλήθεια είναι ότι η αγορά πετρελαίου διένυσε αυτή την άνοιξη μία μοναδική περίοδο στην ιστορία της, καθώς για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες η πτώση στην παγκόσμια ζήτηση συνοδεύτηκε με μία τεράστια υπερπροσφορά την ίδια χρονική περίοδο.
Το Ριάντ και η Μόσχα μέχρι και την προηγούμενη εβδομάδα αντλούσαν αμφότερες όσο το δυνατόν περισσότερο αργό μπορούσαν, έχοντας επιδοθεί σε έναν αγώνα απόσπασης μεριδίων αγοράς. Μπορεί η επίσημη αφορμή να ήταν η άρνηση των Ρώσων να ακολουθήσουν τη Σαουδική Αραβία στις περικοπές, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο στόχος «πίσω από τον στόχο» ήταν προφανώς οι Αμερικανοί παραγωγοί, που είναι οι πιο ευάλωτοι σε όρους κόστους παραγωγής και χρέους.
Yπάρχουν όμως και οι παράπλευρες απώλειες. Η υπερπαραγωγή ορισμένων επηρέασε άμεσα και χώρες όπως είναι το Ιράκ, η Αλγερία, το Ομάν, το Εκουαδόρ, η Γκαμπόν και η Νιγηρία, οι οικονομίες των οποίων εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τα έσοδα από το πετρέλαιο.
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, η υπερπαραγωγή τους δύο προηγούμενους μήνες έφτασε παγκοσμίως τα 15 εκατ. βαρέλια την/ημέρα.
Ο παράγων της αποθήκευσης
Η τεράστια υπερπροσφορά σε συνδυασμό με την πτώση της ζήτησης προκάλεσε τεκτονικές μετακινήσεις στη δομή της αγοράς πετρελαίου και οδήγησε σχεδόν στην εξάντληση της ικανότητας αποθήκευσης. Πολλές εταιρείες έσπευσαν να ναυλώσουν πλοία για πλωτή αποθήκευση πετρελαίου με αποτέλεσμα η διαθεσιμότητα των τάνκερ στη σποτ αγορά να έχει περιοριστεί, με ευθεία προβολή στην αύξηση των ναύλων. Η Goldman προβλέπει ότι περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως θα οδηγούνται σε αποθήκευση τον Απρίλιο, ενώ η IHS Markit αναμένει ότι στα μέσα της χρονιάς, δεν θα υπάρχει πλέον χώρος για αποθήκευση. Η κατάσταση στην αμερικανική αγορά πετρελαίου ήδη δείχνει να βαδίζει προς το «σημείο μηδέν», στο σημείο δηλαδή όπου οι αποθήκες θα γεμίσουν και η παραγωγή δεν θα έχει πού να διοχετευθεί.
Λίγο πριν κατέβουν οι διακόπτες
Οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν αρχίσει ήδη να λαμβάνουν μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης, περιορίζοντας κατά περισσότερα από 40 δισ. δολάρια τους προϋπολογισμούς κεφαλαιουχικών δαπανών τους για το 2020, με πάνω από το ήμισυ της μείωσης αυτής να προέρχεται από τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ. Η Occidental Petroleum ανακοίνωσε ότι περικόπτει τις επενδύσεις που προγραμμάτιζε για το τρέχον έτος, κατά το ήμισυ, στα 2,7 δισ. δολάρια. Η Oxy θα μειώσει τις μονάδες εξόρυξής της στο κοίτασμα Permian Basin από 20 σε μόλις 4. Αλλά και μεγαλύτεροι όμιλοι ακολουθούν την ίδια στρατηγική. Οι περικοπές που ανακοινώθηκαν ήδη από οκτώ μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες, μεταξύ των οποίων η Saudi Aramco και η Royal Dutch Shell, ανέρχονται στα 28 δισ. δολάρια ήτοι μια πτώση 20% από τα αρχικά σχέδια δαπανών. Η BP μείωσε το σχέδιο δαπανών κατά 25% και θα μειώσει την παραγωγή από τις αμερικανικές δραστηριότητες σχιστόλιθου πετρελαίου και αερίου, ενώ η Exxon Mobil και η βραζιλιάνικη Petrobras δήλωσαν επίσης ότι θα μειώσουν τις κεφαλαιακές δαπάνες.
Ωστόσο, δεν αρκεί μόνο να μειωθούν οι επενδύσεις. Όταν θα γεμίσουν οι δεξαμενές αποθήκευσης σε όλο τον κόσμο και τα τάνκερς γεμάτα με πετρέλαιο που δεν θα το χρειάζεται κανείς, απλώς θα επιπλέουν σε ασφαλή αγκυροβόλια, τότε οι παραγωγοί θα αναγκαστούν να κλείσουν πετρελαιοπηγές, καθώς δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα αποθήκευσης. Σύμφωνα με έρευνα της Federal Reserve Bank of Dallas, αρκετοί παράγοντες της πετρελαϊκής βιομηχανίας περιμένουν «σχεδόν ολική διακοπή δραστηριότητας», ενώ ήδη σύμφωνα με τη Tudor, Pickering & Holt, η παραγωγή στις ΗΠΑ ήδη έχει μειωθεί κατά 100.000 βαρέλια ανά ημέρα και αναμένεται να φθάσει στα 200.000 βαρέλια πολύ σύντομα.
Το ντόμινο έχει ξεκινήσει στις ΗΠΑ και Καναδά
Για να προχωρήσει μια εταιρεία σε αναστολή παραγωγής θα πρέπει οι τιμές του πετρελαίου να υποχωρήσουν κάτω από το κόστος εξόρυξης. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Federal Reserve Bank of Dallas, οι εταιρείες στις ΗΠΑ καλύπτουν τα λειτουργικά τους έξοδα για τιμές από 27 έως 37 δολάρια κατά μέσο το βαρέλι ανάλογα την περιοχή του «πηγαδιού». Για όσες εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει τις κατάλληλες επενδύσεις για τεχνολογία αιχμής, το κόστος μπορεί να κατέλθει έως και τα 15 δολάρια το βαρέλι.
Οι περιοχές στην ενδοχώρα, η εφοδιαστική αλυσίδα των οποίων είναι πιο σύνθετη, θα είναι οι πρώτες που θα αναστείλουν την παραγωγή τους. Οι παραγωγοί επίσης πετρελαίου από ασφαλτούχο άμμο στον Καναδά, έχουν ήδη μειώσει την παραγωγή τους κατά 100.000 βαρέλια την ημέρα. Κι αυτό, γιατί την προηγούμενη εβδομάδα η τιμή πώλησης ενός βαρελιού πετρελαίου από τον δυτικό Καναδά πωλούνταν μόλις προς 7,50 δολάρια. Αντίστοιχα ένα βαρέλι σχιστολιθικού πετρελαίου από το κοίτασμα Bakken, πουλιόταν μόλις προς 15 δολάρια, σύμφωνα με τον Lynn Helms του Τμήματος Ορυκτών Πόρων της Βόρειας Ντακότα.
Ο πετρελαϊκός κλάδος των ΗΠΑ βαρύνεται εξάλλου με ανεξόφλητα δάνεια ύψους 160 δισ. δολαρίων. Όλα αυτά συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα, το οποίο απειλεί να χαθούν από τον κλάδο περισσότερες από 200.000 θέσεις εργασίας σύμφωνα με τη συμβουλευτική εταιρεία Rystad. Κάτω ακριβώς από αυτή την πίεση ο Ντόναλτ Τραμπ και θορυβημένος από την ανακοίνωση της πρώτης χρεοκοπίας του κλάδου, αποφάσισε πριν 10 μέρες να παρέμβει, ζητώντας από Ρωσία και Σαουδική Αραβία να υπαναχωρήσουν στην απόφαση τους για αύξηση παραγωγής, έναντι να στηριχτούν οι τιμές του πετρελαίου και κατ΄επέκταση οι σχιστολιθικοί παραγωγοί.
Η άλλη όψη του νομίσματος
Η Goldman Sachs πρόσφατα έκανε μια ενδιαφέρουσα παρατηρήση πάνω στο ενδεχόμενο να κατεβάσει τους διακόπτες ένα σημαντικό μέρος των σχιστολιθικών παραγωγών. Το κλείσιμο όλων των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων στην αμερικανική ενδοχώρα ενδεχομένως να προκαλέσει μόνιμη ζημιά στα σχιστολιθικά κοιτάσματα και να καταστεί αδύνατη η επαναφορά της παραγωγικής δραστηριότητας στα πρότερα επίπεδα, οδηγώντας σε σημαντικές απώλειες κεφαλαίου τις εταιρείες.
Το αποτέλεσμα; Όταν επανέλθει η κανονικότητα στον πλανήτη, να διαπιστώσουμε ξαφνικά ότι δεν υπάρχει αρκετό πετρέλαιο άμεσα διαθέσιμο. Σύμφωνα πάντα με την Goldman Sachs, αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία που θα προσπαθεί να ανακάμψει από την ύφεση, «καθώς η εξομάλυνση της δραστηριότητας όλο και περισσότερο θα συνοδεύεται από πληθωριστική έκρηξη λόγω του πετρελαϊκού σοκ».
Η νέα «ανομολόγητη» στρατηγική του Ριαντ
Δεν είναι λίγοι που παρομοιάζουν την σημερινή κατάσταση με εκείνη του 1999, πόσο μάλλον μετά τις πιέσεις Τραμπ σε Σαουδική Αραβία και Ρωσία για περιστολή παραγωγής.
Ας δούμε λίγο τι είχε γίνει τότε.
Ο υπουργός Ενέργειας στην κυβέρνηση του τότε προέδρου Μπιλ Κλίντον, Μπιλ Ρίτσαρντσον, εξέφρασε την ανησυχία των ΗΠΑ για την πτώση των διεθνών τιμών του πετρελαίου κάτω από τα 10 δολάρια το βαρέλι. Δύο μήνες αργότερα, ο OPEC αποφάσισε τη τρίτη διαδοχική περικοπή της παραγωγής του και μέχρι το τέλος του έτους, το αργό πετρέλαιο τύπου brent είχε ανακάμψει στα 25 δολάρια το βαρέλι. Η Σαουδική Αραβία είχε αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος των περικοπών, καθώς ως ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου, επιθυμούσε υψηλότερες τιμές.
Γιατί όμως αυτή τη φορά οι Σαουδάραβες δεν ανέλαβαν το βάρος, αλλά απαιτούν, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, σαν απαραίτητη προυπόθεση τον επιμερισμό των περικοπών σε όλους τους πετρελαιοπαραγωγούς;
Μετά από 21 χρόνια, κάποιες συνισταμένες έχουν αλλάξει. Με πρώτη και καλύτερη την προοπτική της αξίας του πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας.
Εν έτη 1999 το πετρέλαιο θεωρείτο ένα «περιορισμένο» περιουσιακό στοιχείο, η αξία του οποίου θα αυξανόταν μόλις η ζήτηση θα ξεπερνούσε ξανά τη διαθέσιμη προσφορά. Για τη Σαουδική Αραβία λοιπόν η απόφαση για περικοπή της παραγωγής ήταν εύκολη, καθώς θα αύξανε την τιμή, ενώ ταυτόχρονα θα «άφηνε» στο έδαφος πετρέλαιο, του οποίου η αξία αναμενόταν να βαίνει αυξανόμενη.
Εν έτη 2020, η σχιστολιθική παραγωγή και η ανάγκη για πράσινες λύσεις έναντι να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, δημιουργούν βάσιμες ανησυχίες ότι εφεξής το πετρέλαιο που «μένει» στο έδαφος, θα χάνει αξία. Μάλιστα κινδυνεύει από ένα σημείο και μετά, να μην εξορυχθεί ποτέ.
Δεν είναι τυχαίο ότι στο ενημερωτικό σημείωμα της IPO το 2019 η Aramco προειδοποίησε ότι η ζήτηση πετρελαίου θα «κορυφώσει» μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, καθώς η αγορά ενέργειας θα διαμορφώνεται πλέον ολοένα και περισσότερο από την προτεραιότητα της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής.
Τι πιθανότητες θα δίνατε λοιπόν ο στόχος των Σαουδαράβων όταν αύξησαν πριν δύο μήνες την παραγωγή να μην ήταν η τιμωρία της ανυπάκοης Ρωσίας ;
Mήπως οι Σαουδάραβες έχουν σιωπηλά επιλέξει μια εντελώς νέα στρατηγική; Πίσω από την πρόσφατη πλημμυρίδα προσφοράς και την κατάρρευση των πετρελαϊκών τιμών, δεν αποκλείεται το σκεπτικό τους να είναι το εξής:
Ως ιδιοκτήτες ενός τεράστιου πετρελαϊκού αποθέματος, πιθανότατα να προσπαθούν να πουλήσουν τα αποθέματά τους πιο γρήγορα, αποφεύγοντας να μείνουν με ένα περιουσιακό στοιχείο που ολοένα θα χάνει αξία από την ανταγωνίστρια «πράσινη» ενέργεια.
Η προσέγγιση αυτή θα εξασφαλίσει ένα ολοένα και αυξανόμενο μερίδιο για το αργό πετρέλαιο της Σαουδικής Αραβίας, καθώς οι παραγωγοί υψηλότερου κόστους θα «πεταχτούν» έξω από την αγορά. Οι χαμηλότερες τιμές πετρελαίου ενδεχομένως να επιβραδύνουν για λίγο καιρό την υιοθέτηση πράσινων τεχνολογιών, δίνοντας στην Σαουδική Αραβία το παράθυρο ευκαιρίας για τον μετασχηματισμό της.
Επιπλέον, όταν αρκετοί ανταγωνιστές τεθούν εκτός αγοράς και η οικονομική δραστηριότητα επιστρέψει στους ρυθμούς της, οι τιμές θα ανέβουν ξανά.
Αλλά αυτή η στρατηγική δεν στερείται και μειονεκτημάτων. Τα υπόλοιπα μέλη του ΟΠΕΚ όπως έδειξε η πρόσφατη ιστορία, μιμούνται τη Σαουδική Αραβία, πλημμυρίζοντας την αγορά με ακόμα περισσότερο αργό, με αποτέλεσμα οι τιμές να οδηγούνται χαμηλότερα και για περισσότερο καιρό από όσο θα ήθελαν οι Σαουδάραβες.
Επιπλεόν δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το Ριάντ χρειάζεται τις τιμές πετρελαίου περίπου στα 80 δολ. το βαρέλι για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του. Για πόσο καιρό θα μπορεί να αντέχει μεγάλα και επαναλαμβανόμενα ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών του, θέτοντας σε κίνδυνο την ισοτιμία μεταξύ του ριάλ και του δολαρίου ΗΠΑ; Προφανώς λοιπόν η στρατηγική αυτή να έχει ένα deadline κάθε φορά που χρησιμοποιείται.
Ως εκ τούτου, οι επενδυτές ας προετοιμάζονται για πολλά σκωτσέζικα ντους στην αγορά του πετρελαίου, με την ζήτηση να έχει το λιμπρέτο, την καμπύλη της πανδημίας και τα επόμενα επιδημικά κύματα την ενορχήστρωση και τους Σαουδάραβες να έχουν την μπαγκέτα του μαέστρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου