Από το energypress.gr
Σε μια πολυαναμενόμενη απόφαση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαρακτήρισε την περασμένη εβδομάδα το φοινικέλαιο ως καλλιέργεια υψηλών εκπομπών σε βιοκαύσιμα, προβλέποντας ωστόσο ορισμένες αμφιλεγόμενες απαλλαγές για τους μικροαλλαγές και απαλάσσοντας τη σόγια από τις διατάξεις της κατ ‘εξουσιοδότηση πράξης.
Η πράξη της Επιτροπής που ορίζει τα κριτήρια βιωσιμότητας για τα βιοκαύσιμα με βάση τις καλλιέργειες κυκλοφόρησε..
το βράδυ της Παρασκευής (8 Φεβρουαρίου), λίγο αργά, όπως αναμενόταν στα τέλη του περασμένου μήνα.
Η επικουρική νομοθεσία ήταν απαραίτητη καθώς οι ευρωβουλευτές και οι υπουργοί της ΕΕ συμφώνησαν να αναβάλουν τον ορισμό των χαμηλών ή υψηλών κινδύνων έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης (παράγοντες κινδύνου iLUC), όταν προχώρησαν σε συμφωνία τον Ιούνιο αναφορικά με την οδηγία για την ανανεώσιμη ενέργεια (RED II).
Αυτός ο ορισμός της καλλιέργειας που συνδέεται με την αποψίλωση είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς η θεμελίωση ενός σταθερού χαμηλού στάτους iLUC θα επιτρέψει την διαφυγή του «παγώματος» και της σταδιακής κατάργησης, που θα είναι το πεπρωμένο των καλλιεργειών υψηλών κινδύνου iLUC.
Μετά και την αξιολόγηση της Επιτροπής, το φοινικέλαιο αποτελεί πλέον τη μόνη καλλιέργεια πρώτης ύλης βιοκαυσίμων που θα ταξινομηθεί ως υψηλό iLUC, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να υπολογιστεί στο πλαίσιο των «πράσινων στόχων» της ΕΕ και ότι θα καταργηθεί σταδιακά μέχρι το 2030.
Η αξιολόγηση, που βασίζεται τόσο στην ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας όσο και σε νέα πρωτότυπη έρευνα, δείχνει ότι το 45% της επέκτασης φυτειών φοινικέλαιου πραγματοποιήθηκε σε περιοχές με υψηλά επίπεδα άνθρακα κατά την περίοδο 2008-2015.
«Δεν είναι σε καμία περίπτωση συγκρίσιμη με άλλες πρώτες ύλες», ανέφερε πηγή της Επιτροπής στο EURACTIVcom.
Οι σπόροι σόγιας τη γλίτωσαν
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπεται στην κατ ‘εξουσιοδότηση πράξη, οι καλλιέργειες σόγιας δεν μπορούν να προσδιοριστούν ως πρώτες ύλες υψηλού κινδύνου iLUC, ανέφερε περαιτέρω η πηγή από την Επιτροπή.
Η ανάλυσή της βασίστηκε στη συλλογή ειδικών δεδομένων από το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων (WRI) και την Κοινοπραξία Αειφορίας στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας, όπου αναλύθηκαν δορυφορικοί χάρτες για την εκτίμηση της παγκόσμιας αποψίλωσης που σχετίζεται με την επέκταση των καλλιεργειών πρώτων υλών βιοκαυσίμων.
Σύμφωνα με την πηγή, αυτή η νέα έρευνα υποστηρίζει το συμπέρασμα της βιβλιογραφικής έρευνας ότι η επέκταση της σόγιας σε γη με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα έχει επιβραδυνθεί σημαντικά.
Το μερίδιο των καλλιεργειών σόγιας που βρίσκονται σε έκταση περιοχής παραγωγής με απόθεμα υψηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα είναι 8%, σύμφωνα με την τελική αξιολόγηση, κάτω από το όριο του 10% που καθορίζει η Επιτροπή.
Ερωτηθείς για το πώς η Επιτροπή καθόρισε το κατώτατο όριο του 10% το οποίο και χορήγησε τον κατώτατο ορισμό του iLUC στη σόγια, η πηγή ανέφερε ότι, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο iLUC, τα βιοκαύσιμα που παράγονται από καλλιέργειες που υπερβαίνουν ένα γενικό κατώτατο όριο 14% δεν θα επιτύχουν εξοικονόμηση εκπομπών σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.
«Η Επιτροπή έχει επομένως επιλέξει ένα πιο συντηρητικό όριο της τάξεως του 10% ώστε να εξασφαλίσει σημαντική εξοικονόμηση εκπομπών GHG από την παραγωγή και χρήση βιοκαυσίμων», ανέφερε η πηγή.
Μια τέτοια προσέγγιση θα συμβάλει επίσης στον πολιτικό στόχο της μείωσης της παγκόσμιας απώλειας βιοποικιλότητας, κατέληξε η πηγή.
Η απόφαση να μην επισημανθεί η σόγια ως υψηλού κινδύνου iLUC φαίνεται να είναι αυθαίρετη, σύμφωνα με την εμπειρογνώμονα για τα καθαρά καύσιμα και τη καθαρή κινητικότητα, Laura Buffet, από τη ΜΚΟ Μεταφορών & Περιβάλλοντος (T&E).
«Η επέκταση της σόγιας οδήγησε σε σημαντική αποψίλωση, όπως αναγνώρισε η Επιτροπή, και το βιοντίζελ σόγιας είναι κατά μέσο όρο δύο φορές χειρότερο για το κλίμα από το ορυκτό ντίζελ», πρόσθεσε.
Το 2017, το μείγμα βιοντίζελ των καλλιεργειών που παράγεται στην ΕΕ αποτελoύνταν από 55% κραμβέλαιο, 35% φοινικέλαιο, 6% σόγια και 4% ηλιέλαιο.
Το 2018, το Βέλγιο σημείωσε δεκαπλάσια αύξηση στη χρήση βιοντίζελ σόγιας στην εγχώρια αγορά σε σχέση με 2017.
«Παραθυράκια»
Παρόλο που το φοινικέλαιο συνδέεται μακράν με το υψηλότερο επίπεδο αποψίλωσης, χορηγήθηκαν επίσης ορισμένες εξαιρέσεις στους μικροκαλλιεργητές με λιγότερο από πέντε εκτάρια και στην περίπτωση που η πρώτη ύλη είναι σε αχρησιμοποίητη γη, συμπεριλαμβανομένης της εγκαταλελειμμένης γης ή της σοβαρά υποβαθμισμένης γης.
«Το να προχωρήσει κανείς σε μια εξαίρεση για την πρώτη ύλη που παράγουν οι μικροκαλλιεργητές δεν επιτρέπει απλώς σε βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου όπως το φοινικέλαιο να εισέρχονται στην Ευρώπη μέσω της πίσω πόρτας, αλλά μέσω της μπροστινής», δήλωσε ο γενικός γραμματέας της Ευρωπαϊκής ένωσης ανανεώσιμης αιθανόλης (ePURE), κ. Emmanuel Desplechin.
Σύμφωνα με το think-tank ‘Farm Europe’, οι κυριότερες ανησυχίες αφορούν την έλλειψη αξιοπιστίας του ελέγχου του χαμηλού iLUC που πρότεινε η Επιτροπή στην κατ ‘εξουσιοδότηση πράξη, περισσότερο και από την αποτυχία στόχευσης της σόγιας.
«Ο ορισμός του χαμηλού iLUC είναι σαφώς σχεδιασμένος ώστε να λειτουργεί ως πίσω πόρτα για τα βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου iLUC, δηλαδή το φοινικέλαιο», δήλωσε ο Luc Vernet, γενικός γραμματέας της Farm Europe.
«Η Επιτροπή παίρνει μακριά με το ένα χέρι αυτό δίνει που με το άλλο», πρόσθεσε η Laura Buffet της T&E.
«Δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις το ντίζελ φοινικέλαιου ως μη βιώσιμο και μετά να ανοίξεις ένα παραθυράκι τόσο μεγάλο όσο τα τρέχοντα επίπεδα κατανάλωσης και να πιστεύεις ότι οι άνθρωποι δεν θα το παρατηρήσουν», πρόσθεσε, επισημαίνοντας ότι αυτή η απόφαση παραβιάζει την εντολή που έλαβε η Επιτροπή από τους υπουργούς και το Κοινοβούλιο.
Το εκτελεστικό μέλος της ΕΕ θα εξετάσει τώρα την ανατροφοδότηση μέχρι τις 8 Μαρτίου. Το Κοινοβούλιο και οι υπουργοί της ΕΕ δεν μπορούν να τροποποιήσουν το σχέδιο πράξης, παρά μόνο να το απορρίψουν εξ ολοκλήρου.
(Euractiv.gr)
Σε μια πολυαναμενόμενη απόφαση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαρακτήρισε την περασμένη εβδομάδα το φοινικέλαιο ως καλλιέργεια υψηλών εκπομπών σε βιοκαύσιμα, προβλέποντας ωστόσο ορισμένες αμφιλεγόμενες απαλλαγές για τους μικροαλλαγές και απαλάσσοντας τη σόγια από τις διατάξεις της κατ ‘εξουσιοδότηση πράξης.
Η πράξη της Επιτροπής που ορίζει τα κριτήρια βιωσιμότητας για τα βιοκαύσιμα με βάση τις καλλιέργειες κυκλοφόρησε..
το βράδυ της Παρασκευής (8 Φεβρουαρίου), λίγο αργά, όπως αναμενόταν στα τέλη του περασμένου μήνα.
Η επικουρική νομοθεσία ήταν απαραίτητη καθώς οι ευρωβουλευτές και οι υπουργοί της ΕΕ συμφώνησαν να αναβάλουν τον ορισμό των χαμηλών ή υψηλών κινδύνων έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης (παράγοντες κινδύνου iLUC), όταν προχώρησαν σε συμφωνία τον Ιούνιο αναφορικά με την οδηγία για την ανανεώσιμη ενέργεια (RED II).
Αυτός ο ορισμός της καλλιέργειας που συνδέεται με την αποψίλωση είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς η θεμελίωση ενός σταθερού χαμηλού στάτους iLUC θα επιτρέψει την διαφυγή του «παγώματος» και της σταδιακής κατάργησης, που θα είναι το πεπρωμένο των καλλιεργειών υψηλών κινδύνου iLUC.
Μετά και την αξιολόγηση της Επιτροπής, το φοινικέλαιο αποτελεί πλέον τη μόνη καλλιέργεια πρώτης ύλης βιοκαυσίμων που θα ταξινομηθεί ως υψηλό iLUC, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να υπολογιστεί στο πλαίσιο των «πράσινων στόχων» της ΕΕ και ότι θα καταργηθεί σταδιακά μέχρι το 2030.
Η αξιολόγηση, που βασίζεται τόσο στην ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας όσο και σε νέα πρωτότυπη έρευνα, δείχνει ότι το 45% της επέκτασης φυτειών φοινικέλαιου πραγματοποιήθηκε σε περιοχές με υψηλά επίπεδα άνθρακα κατά την περίοδο 2008-2015.
«Δεν είναι σε καμία περίπτωση συγκρίσιμη με άλλες πρώτες ύλες», ανέφερε πηγή της Επιτροπής στο EURACTIVcom.
Οι σπόροι σόγιας τη γλίτωσαν
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία που προβλέπεται στην κατ ‘εξουσιοδότηση πράξη, οι καλλιέργειες σόγιας δεν μπορούν να προσδιοριστούν ως πρώτες ύλες υψηλού κινδύνου iLUC, ανέφερε περαιτέρω η πηγή από την Επιτροπή.
Η ανάλυσή της βασίστηκε στη συλλογή ειδικών δεδομένων από το Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πόρων (WRI) και την Κοινοπραξία Αειφορίας στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας, όπου αναλύθηκαν δορυφορικοί χάρτες για την εκτίμηση της παγκόσμιας αποψίλωσης που σχετίζεται με την επέκταση των καλλιεργειών πρώτων υλών βιοκαυσίμων.
Σύμφωνα με την πηγή, αυτή η νέα έρευνα υποστηρίζει το συμπέρασμα της βιβλιογραφικής έρευνας ότι η επέκταση της σόγιας σε γη με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα έχει επιβραδυνθεί σημαντικά.
Το μερίδιο των καλλιεργειών σόγιας που βρίσκονται σε έκταση περιοχής παραγωγής με απόθεμα υψηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα είναι 8%, σύμφωνα με την τελική αξιολόγηση, κάτω από το όριο του 10% που καθορίζει η Επιτροπή.
Ερωτηθείς για το πώς η Επιτροπή καθόρισε το κατώτατο όριο του 10% το οποίο και χορήγησε τον κατώτατο ορισμό του iLUC στη σόγια, η πηγή ανέφερε ότι, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο iLUC, τα βιοκαύσιμα που παράγονται από καλλιέργειες που υπερβαίνουν ένα γενικό κατώτατο όριο 14% δεν θα επιτύχουν εξοικονόμηση εκπομπών σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.
«Η Επιτροπή έχει επομένως επιλέξει ένα πιο συντηρητικό όριο της τάξεως του 10% ώστε να εξασφαλίσει σημαντική εξοικονόμηση εκπομπών GHG από την παραγωγή και χρήση βιοκαυσίμων», ανέφερε η πηγή.
Μια τέτοια προσέγγιση θα συμβάλει επίσης στον πολιτικό στόχο της μείωσης της παγκόσμιας απώλειας βιοποικιλότητας, κατέληξε η πηγή.
Η απόφαση να μην επισημανθεί η σόγια ως υψηλού κινδύνου iLUC φαίνεται να είναι αυθαίρετη, σύμφωνα με την εμπειρογνώμονα για τα καθαρά καύσιμα και τη καθαρή κινητικότητα, Laura Buffet, από τη ΜΚΟ Μεταφορών & Περιβάλλοντος (T&E).
«Η επέκταση της σόγιας οδήγησε σε σημαντική αποψίλωση, όπως αναγνώρισε η Επιτροπή, και το βιοντίζελ σόγιας είναι κατά μέσο όρο δύο φορές χειρότερο για το κλίμα από το ορυκτό ντίζελ», πρόσθεσε.
Το 2017, το μείγμα βιοντίζελ των καλλιεργειών που παράγεται στην ΕΕ αποτελoύνταν από 55% κραμβέλαιο, 35% φοινικέλαιο, 6% σόγια και 4% ηλιέλαιο.
Το 2018, το Βέλγιο σημείωσε δεκαπλάσια αύξηση στη χρήση βιοντίζελ σόγιας στην εγχώρια αγορά σε σχέση με 2017.
«Παραθυράκια»
Παρόλο που το φοινικέλαιο συνδέεται μακράν με το υψηλότερο επίπεδο αποψίλωσης, χορηγήθηκαν επίσης ορισμένες εξαιρέσεις στους μικροκαλλιεργητές με λιγότερο από πέντε εκτάρια και στην περίπτωση που η πρώτη ύλη είναι σε αχρησιμοποίητη γη, συμπεριλαμβανομένης της εγκαταλελειμμένης γης ή της σοβαρά υποβαθμισμένης γης.
«Το να προχωρήσει κανείς σε μια εξαίρεση για την πρώτη ύλη που παράγουν οι μικροκαλλιεργητές δεν επιτρέπει απλώς σε βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου όπως το φοινικέλαιο να εισέρχονται στην Ευρώπη μέσω της πίσω πόρτας, αλλά μέσω της μπροστινής», δήλωσε ο γενικός γραμματέας της Ευρωπαϊκής ένωσης ανανεώσιμης αιθανόλης (ePURE), κ. Emmanuel Desplechin.
Σύμφωνα με το think-tank ‘Farm Europe’, οι κυριότερες ανησυχίες αφορούν την έλλειψη αξιοπιστίας του ελέγχου του χαμηλού iLUC που πρότεινε η Επιτροπή στην κατ ‘εξουσιοδότηση πράξη, περισσότερο και από την αποτυχία στόχευσης της σόγιας.
«Ο ορισμός του χαμηλού iLUC είναι σαφώς σχεδιασμένος ώστε να λειτουργεί ως πίσω πόρτα για τα βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου iLUC, δηλαδή το φοινικέλαιο», δήλωσε ο Luc Vernet, γενικός γραμματέας της Farm Europe.
«Η Επιτροπή παίρνει μακριά με το ένα χέρι αυτό δίνει που με το άλλο», πρόσθεσε η Laura Buffet της T&E.
«Δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις το ντίζελ φοινικέλαιου ως μη βιώσιμο και μετά να ανοίξεις ένα παραθυράκι τόσο μεγάλο όσο τα τρέχοντα επίπεδα κατανάλωσης και να πιστεύεις ότι οι άνθρωποι δεν θα το παρατηρήσουν», πρόσθεσε, επισημαίνοντας ότι αυτή η απόφαση παραβιάζει την εντολή που έλαβε η Επιτροπή από τους υπουργούς και το Κοινοβούλιο.
Το εκτελεστικό μέλος της ΕΕ θα εξετάσει τώρα την ανατροφοδότηση μέχρι τις 8 Μαρτίου. Το Κοινοβούλιο και οι υπουργοί της ΕΕ δεν μπορούν να τροποποιήσουν το σχέδιο πράξης, παρά μόνο να το απορρίψουν εξ ολοκλήρου.
(Euractiv.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου