Από το gsee.gr
Η ΑΔΗΛΩΤΗ ΚΑΙ ΨΕΥΔΩΣ ΔΗΛΩΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, Η ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΕΡΓΟΛΑΒΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΣΤΙΓΕΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΑΥΣΤΗΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Σε σχέση με τις προωθούμενες ρυθμίσεις για την αλλαγή του πλαισίου στο πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας, για την εργοδοτική ευθύνη στις..
εργολαβικές αναθέσεις και τη δήλωση των μαθητευομένων και των πρακτικά ασκούμενων η ΓΣΕΕ επισημαίνει προς κάθε κατεύθυνση τα εξής:
1) Για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβικές αναθέσεις αποτελεί πάγιο αίτημα της Συνομοσπονδίας η ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης. Μέχρι να συμβεί αυτό, διαχρονικά ζητούμε την ..
ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου για τις εργολαβικές αναθέσεις στο πλαίσιο της από 26-1-2009 απόφασης της Ολομέλειας της Διοίκησης της Γ.Σ.Ε.Ε. και της σχετικής μελέτης ΙΝΕ/Γ.Σ.Ε.Ε. για τις εργασιακές σχέσεις στον κλάδο του καθαρισμού (2009), λαμβάνοντας υπόψη την εκτεταμένη χρήση εργολαβιών σε πληθώρα κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας τόσο παροχής υπηρεσιών, όσο και παραγωγής. Κρίσιμα σημεία των αιτημάτων των συνδικάτων ανέκαθεν ήταν η θέσπιση ευθύνης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον και για τον αναθέτοντα φορέα ή αρχή (όχι μόνο για τον εργολάβο/υπεργολάβο), η επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων για τις εργολαβικές αναθέσεις φύλαξης και καθαρισμού σε όλα τα είδη εργολαβιών, η έναρξη λειτουργίας του «Μητρώου Παραβατών Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών Καθαρισμού ή/και Φύλαξης» και δημοσιοποίηση στοιχείων του στις Εκθέσεις του Σ.ΕΠ.Ε. και επέκτασή του σε όλα τα είδη εργολαβικών αναθέσεων, η θέσπιση αυστηρών διαδικασιών πιστοποίησης εργολαβικών εταιριών ως προς τις παρεχόμενες από αυτές υπηρεσίες (μέχρι τη ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης), η κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 94 (1949) «για τις ρήτρες εργασίας στις συμβάσεις με το Δημόσιο», ως σημαντικής ρυθμιστικής παραμέτρου στην ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου κατά των καταχρήσεων στις εργολαβικές αναθέσεις.
2) Ο αυστηρός έλεγχος της αυξανόμενης εργοδοτικής παραβατικότητας ως προς την κατάχρηση των συμβάσεων μαθητείας, όπως και της πρακτικής άσκησης με σκοπό την υποκατάσταση τακτικών εργαζομένων αποτελεί εξίσου διαχρονική προτεραιότητα της ΓΣΕΕ, τόσο σε επίπεδο εργασιακών ρυθμίσεων και άνισης μεταχείρισης, όσο και στο επίπεδο του θεσμικού αποκλεισμού της ΓΣΕΕ από τον απαιτούμενο διάλογο για τα σοβαρά ελλείμματα στην ανάπτυξη ενός οργανωμένου συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, άμεσα συνδεδεμένου με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
3) Η αντιμετώπιση της αδήλωτης και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας αποτελούν εξίσου διαχρονικά ζητήματα προτεραιότητας της Συνομοσπονδίας, γι’αυτό και προσήλθε στις τριμερείς διαδικασίες που διασφάλισε με την παρουσία της η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) από το 2017 στο πλαίσιο ειδικής τεχνικής βοήθειας προς την Ελλάδα και οι οποίες κατέληξαν στη διαμόρφωση του Οδικού Χάρτη για την Αδήλωτη Εργασία.
Όλο αυτό το διάστημα η Συνομοσπονδία μέσω των εκπροσώπων της και με τεχνική βοήθεια από όλες τις επιστημονικές της δομές, αιτιολόγησε τα αιτήματά της και παρουσίασε την πραγματική έκταση της μάστιγας αυτής και του εύρους της εργοδοτικής παραβατικότητας στη βάση και των καταγγελιών από τα 79 Εργατικά Κέντρα και τις 69 Ομοσπονδίες μέλη της και των δικών τους μελών πρωτοβάθμιων σωματείων, παραδίδοντας και σχετική διακλαδική τεχνική έκθεση.
Οι προωθούμενες από το Υπουργείο Εργασίας διατάξεις αποτελούν μέρος του πλαισίου δράσεων του Οδικού Χάρτη για την Αδήλωτη Εργασία, με τη ΓΣΕΕ να έχει οριοθετήσει ρητά τη συμμετοχή της κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Τα σχετικά στοιχεία είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΓΣΕΕ, στην ιστοσελίδα που διαμόρφωσε το ILO για την αδήλωτη εργασία (adilotiergasia.org), καθώς και στα πρακτικά των συνεδριάσεων του αρμόδιου οργάνου του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.
Επειδή όμως ο χρόνος και η υπομονή των εργαζομένων έχουν εξαντληθεί, η ΓΣΕΕ δημοσιεύει τις θέσεις που κατέθεσε επίσημα για τις προωθούμενες διατάξεις αλλαγής του πλαισίου προστίμου της αδήλωτης εργασίας, οι οποίες αποτυπώνουν τις θέσεις των συνδικάτων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας και της εργοδοτικής παραβατικότητας..
Επισυνάπτεται η τελευταία επιστολή της ΓΣΕΕ με τις προτάσεις της για την ορθή αντιμετώπιση του όλου ζητήματος, καθώς και τις παρατηρήσεις της για τις προωθούμενες διατάξεις.
Προς
Την Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης
κα Ε. Αχτσιόγλου
Θέμα: Παρατηρήσεις ΓΣΕΕ επί της 24-3-2018 πρότασης του Υπουργείου Εργασίας για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας
Σχετικά: Υπ.αριθμ. πρωτ. 117/12.2. 2018, 218/21.3.2018 έγγραφα ΓΣΕΕ
Κυρία Υπουργέ,
Σχετικά με το προτεινόμενο από το Υπουργείο Εργασίας σχέδιο διάταξης για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας που παρουσιάστηκε την 24η/3/2018 στο αρμόδιο Τμήμα του ΑΣΕ και σε συνέχεια των απόψεων της ΓΣΕΕ (υπ.αριθμ. πρωτ. 117/2018, 218/21.3.2018 έγγραφά μας), οι περαιτέρω παρατηρήσεις της Συνομοσπονδίας είναι οι ακόλουθες:
Α. Γενικές Παρατηρήσεις
Σκοπός της ρύθμισης
1. Η διαμόρφωση ενός νέου συστήματος προστίμου για την αδήλωτη εργασία οφείλει να διέπεται εμπράκτως και όχι διακηρυκτικά από τις αρχές που κρίθηκε με την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ 2151/2017 ότι διέπουν το ισχύον πλαίσιο προστίμου των 10.550 ευρώ(προστασία εργαζομένων από την εργοδοτική παραβατικότητα ως ζήτημα δημόσιου συμφέροντος, αποτρεπτικός χαρακτήρας προστίμου και αναλογικός με το μέσο όρο του χρόνου αδήλωτης απασχόλησης που προσδιορίζεται στους 18 μήνες). Όπως έχει επισημανθεί με κάθε τρόπο από τη ΓΣΕΕ, σκοπός των ρυθμίσεων για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας οφείλει να είναι αποκλειστικά η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση συνολικά του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και σε επίπεδο κυρώσεων με γνώμονα την αποκατάσταση και την περαιτέρω διασφάλιση των δικαιωμάτων των αδήλωτων εργαζομένων.
Μορφή και περιεχόμενο της ρύθμισης
2. Η προωθούμενη νέα ρύθμιση οφείλει να ανταποκρίνεται στην αξιολόγηση αφενός του συνολικού υφιστάμενου πλαισίου για τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση αδήλωτης απασχόλησης εργαζομένου, το οποίο αποτυπώνεται σε σειρά διατάξεων διάσπαρτων στη νομοθεσία, αφετέρου της πραγματικής κατάστασης στη λεγόμενη αγορά εργασίας, με τις πολλαπλές μορφές του φαινομένου και αντίστοιχα της εργοδοτικής παραβατικότητας σε συνδυασμό με τη μέχρι σήμερα εμπειρία των ελεγκτικών μηχανισμών στο πλαίσιο του ελεγκτικού τους ρόλου και έργου.
Στο περιβάλλον, συγκεκριμένα, της πολύ υψηλής ανεργίας, ιδίως στις τάξεις των νέων, πρέπει να ληφθεί υπόψη η εκτεταμένη πρακτική της εικονικής αναγγελίας ή πρόσληψης εργαζομένου στην επιχείρηση, σε συνάρτηση, μάλιστα, με το φαινόμενο της επιστροφής (μέρους των) αποδοχών ή των επιδομάτων στον εργοδότη μετά την ανάληψη τους. Με άλλα λόγια, εφόσον τα περιθώρια κατάχρησης της δυνατότητας μείωσης του προστίμου για αδήλωτη εργασία ή μετατόπισης του κόστους του στην εργατική πλευρά είναι εξαιρετικά ευρεία, μια σημαντική μείωση του τελικά καταβαλλόμενου ποσού του προστίμου αφενός μεν, θα εξαφάνιζε εν τέλει κάθε αποτρεπτική λειτουργία του και αφετέρου, θα στερούσε τα δημόσια οικονομικά από σημαντικούς πόρους, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση δεν αντισταθμίζουν στο ελάχιστο τα τεράστια ποσά που χάνονται ετησίως σε φορολογικό και κοινωνικοασφαλιστικό επίπεδο εξαιτίας όλων των εκδοχών αδήλωτης εργασίας. Για τους λόγους αυτούς, προτείνεται η διατήρηση ενός αποτρεπτικού ύψους ποσού σε ό,τι αφορά σε αυτό καθαυτό το πρόστιμο, αλλά και ο διπλασιασμός των υπολοίπων αντίστοιχων προστίμων σε περιπτώσεις παραβίασης της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, κατά την άσκηση της -νομότυπα πλέον δηλωμένης- σχέσης εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό τίθενται τα εξής νομοτεχνικά, αλλά και ουσιαστικά ζητήματα ως προς την υποχρέωση ασφάλειας δικαίου:
– εάν η προωθούμενη ρύθμιση προωθηθεί ως αυτοτελές άρθρο, θα πρέπει είτε να συμπεριλάβει ρητά το σύνολο των διατάξεων που αφορούν τον έλεγχο και τις κυρώσεις της αδήλωτης εργασίας, καταργούμενων όλων των διατάξεων που υπάρχουν σε άλλα νομοθετήματα, ή να κάνει ρητή αναφορά σε αυτές (πχ διατάξεις στους ν. 3996/2011, 4144/2013, 4052/2012, 4255/2014)
– σε αντίθετη περίπτωση, η προωθούμενη ρύθμιση πρέπει να ενταχθεί στη δομή του βασικού ισχύοντος πλαισίου κυρώσεων του ν. 3996/2011, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αναφερόμενων επίσης στο περιεχόμενό της κρίσιμων διατάξεων που υπάρχουν σε άλλα νομοθετήματα (πχ ν. 4144/2013, ν. 4052/2012, ν. 4255/2014 κ.ά.), πιθανά με αντικατάσταση του άρθρου 25 του ν. 3996/2011, το οποίο ουσιαστικά έχει καταργηθεί.
3. Ως προς την έννοια της «διαπίστωσης» και με βάση την εικόνα που έχει η ΓΣΕΕ από καταγγελίες σε σωματεία, Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, στο ΚΕΠΕΑ/ΓΣΕΕ και στο Δίκτυο Συμβουλευτικής του ΙΝΕ, κατά τη συζήτηση υποθέσεων στο Σ.ΕΠ.Ε. για παραβιάσεις είτε όρων εργασίας είτε όρων υγείας και ασφάλειας όπου προκύπτει από στοιχεία η μη δήλωση της εργασίας και της ασφάλισης του εργαζόμενου δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις για αδήλωτη εργασία, λόγω της «μη διαπίστωσής» της κατά τη διάρκεια επιτόπιου ελέγχου. Ως εκ τούτου, ζητούμε να αποσαφηνισθεί ρητά στη διάταξη η «με κάθε τρόπο» διαπίστωση της αδήλωτης εργασίας, ώστε να μην παραμένουν ατιμώρητες σοβαρότατες παραβατικές συμπεριφορές. Στην υιοθέτηση της προσθήκης αυτής, συμβάλλει και η ελεγκτική/κυρωτική διαδικασία των άρθρων 14 και 15 του ν. 4144/2013.
4. Σε κάθε περίπτωση, η διατήρηση της ταύτισης της έννοιας αδήλωτης εργασίας μόνο με τη «μη αναγραφή (του εργαζόμενου) σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού» ανακυκλώνει το σοβαρό έλλειμμα οριοθέτησης της έννοιας της αδήλωτης εργασίας στη νομοθεσία, παραγνωρίζοντας τις μορφές και την έκταση του φαινομένου και περιορίζοντας ουσιαστικά το ελεγκτικό έργο και συνακόλουθα την αντιμετώπισή της. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός περιπτώσεων, όπου πχ είναι ανεφάρμοστο το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, όπως για το Βιβλίο Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού σε αγροτικές εργασίες και αλιεία (μη έκδοση ΥΑ άρθρου 109 Ν. 4485/2017). Ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμο να αξιοποιηθούν πιο συνεκτικές διατυπώσεις που υπάρχουν σε συναφείς διατάξεις όπως αυτή για την αδήλωτη εργασία επιδοτούμενου ανέργου, όπου αναφέρεται η επιβολή της κύρωσης όταν «διαπιστώνεται, ότι κάποιος απασχολείται με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχές» (άρθρο 19 ν. 4144/2013).
5. Ήδη από το 2015, κατά τις εργασίες της Τριμερούς Επιτροπής για την αδήλωτη εργασία στο πλαίσιο του Σ.ΕΠ.Ε., η ΓΣΕΕ είχε διατυπώσει την πρόταση και είχε γίνει ομόφωνα δεκτό η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία να αποτελεί σταθερό θέμα ημερήσιας διάταξης σε κάθε συνεδρίαση και στο πλαίσιο της εξέτασης της αδήλωτης εργασίας σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, με κρίσιμη τη μετέπειτα συμβολή των αρμόδιων υπηρεσιών μέσω εισηγήσεων και στοιχείων. Ως εκ τούτου κρίνεται πολύ σημαντική η ρητή συμπερίληψη στην προτεινόμενη διάταξη της διάστασης της Υγείας και της Ασφάλειας (ΥΑΕ) στην εργασία μέσω της αναφοράς στο ρόλο των Ειδικών Επιθεωρητών και Επιθεωρητών ΥΑΕ. Ωστόσο με το δεύτερο σχέδιο διάταξης που μας είχε σταλεί αποστερούνταν οι Επιθεωρητές ΥΑΕ από τη δυνατότητα να συντάσσουν δελτίο ελέγχου και να επιβάλουν ισότιμα τα προβλεπόμενα πρόστιμα της αδήλωτης εργασίας, αλλά αντίθετα απομειωνόταν ο ρόλος τους στη ναι μεν «αμελλητί» (δηλαδή αυθημερόν?), αλλά τελικά απλή ενημέρωση του κατά τόπον αρμόδιου Τμήματος ΣΕΠΕ, όπως συμβαίνει στην περίπτωση διαβίβασης εκθέσεων από την Αστυνομία και την Εφορία (άρθρα 14-15 Ν. 4144/2013). Κρίνεται ότι η νέα διατύπωση για τον ρόλο των Επιθεωρητών ΥΑΕ αποκατέστησε εν μέρει το θέμα αυτό, ωστόσο για λόγους ενότητας του ελεγκτικού ρόλου του Σ.ΕΠ.Ε. προτείνεται η ενιαία αποτύπωση του έργου των Επιθεωρητών Εργασίας στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 1.
Ύψος και μειώσεις προστίμου
6. Θεωρούμε ότι στην περίπτωση μείωσης του προστίμου λόγω της απασχόλησης του εργαζόμενου (με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης ελάχιστης διάρκειας άνω των 14 μηνών βλ. ανωτέρω) δεν θα ισχύει η διάταξη της μείωσης του προστίμουκατά 30% λόγω εφάπαξ καταβολής του εντός 10 ημερών (άρθρο 24 παρ.1 β Ν. 3996/2011, όπως ισχύει).
7. Σχετικά με την «αναδρομική επιβάρυνση του εργοδότη με την καταβολή ενσήμων για 3 μήνες», έχουμε ζητήσει διευκρινήσεις ως προς τις αποδοχές των αδήλωτων εργαζομένων που αντιστοιχούν στο διάστημα αυτό ασφάλισης, θεωρούμε δε αναγκαία τη ρητή αναφορά στη διάταξη ότι ο χρόνος αυτός αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας του εργαζόμενου με ό,τι αυτό συνεπάγεται (πχ ασφαλιστική ικανότητα, προϋπηρεσία).
Σύμβαση αορίστου χρόνου και διάρκεια κατ’ελάχιστον απασχόλησης εργαζόμενου για τη μείωση του προστίμου
8. Πέραν της σύναψης σύμβασης αορίστου χρόνου, τα διαστήματα που ζητά η ΓΣΕΕ ως διάρκεια της κατ’ελάχιστον απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου, αιτιολογούνται και στη βάση της διατήρησης ακόμα σε ισχύ της διάταξης περί μη καταβολής αποζημίωσης για τους πρώτους 12 μήνες απασχόλησης («δοκιμαστική περίοδος» αρθ. 17 παρ. 5α και β Ν. 3899/2010), η οποία μολονότι έχει κριθεί παράνομη ως αντιβαίνουσα στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, συνεχίζει να εφαρμόζεται και μάλιστα να αποτελεί σχεδόν ένα από τα βασικά μοτίβα απασχόλησης-απόλυσης των εργαζομένων, μαζί με την επικράτηση των ελαστικών/επισφαλών μορφών εργασίας.
9. Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι για να είναι αποτελεσματική η κατάργηση του ισχύοντος πλαισίου επιβολής προστίμου για την αδήλωτη εργασία και η αντικατάστασή του με ένα νέο σύστημα, όπου θα έχει ως κύριο και πραγματικό στόχο την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων πρέπει, αφού συνεκτιμήσει όλα τα παραπάνω δεδομένα, να προχωρήσει παράλληλα και στη θεσμοθέτηση της ελάχιστης σύνθεσης προσωπικού, ξεκινώντας από την έκδοση του προβλεπόμενου από το άρθρο 42 παρ.1 του ν. 4387/2016 Προεδρικού Διατάγματος για τη θέσπιση αντικειμενικού συστήματος τεκμαρτού υπολογισμού του ελάχιστου απαιτούμενου αριθμού ημερομισθίων και ποσού εισφορών για κατηγορίες ή κλάδους επιχειρήσεων κατά μήνα λειτουργίας της επιχείρησης ή άλλο χρονικό διάστημα και ανάλογα με τις εκτελούμενες εργασίες.
10. Σε ό,τι αφορά στη διαμόρφωση της έκπτωσης του προστίμου για τους εποχικούς εργαζόμενους, θεωρούμε ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση φαλκιδεύεται η εργασιακή σχέση των εποχικά εργαζομένων ως ιδιόρρυθμα ρυθμιζόμενη ορισμένου χρόνου αφού ως εποχικής φύσεως οφείλει να ταυτίζεται η απασχόληση με την περίοδο λειτουργίας της επιχείρησης. Επιπλέον τίθεται υπό αμφισβήτηση και το δικαίωμα επαναπρόσληψης έτσι όπως προβλέπεται στο Ν.1346/83 άρθρο 8, όσο περιορίζεται η επαναπρόσληψη σε απασχόληση μόλις 3 μηνών.
Δήλωση απασχόλησης αδήλωτου εργαζομένου
11. Για την αποτελεσματική παρακολούθηση της συμμόρφωσης του εργοδότη στις προδιαγραφές νόμιμης απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου με σκοπό τη μείωση του προστίμου, ζητούμε τη διαμόρφωση ειδικού σημείου στα έντυπα Ε3 και Ε4 όπου να αναφέρονται οι ενδείξεις: Απασχόληση αδήλωτου εργαζόμενου – σύμβαση αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης με έναρξη την ημέρα διαπίστωσης της παράβασης – ελάχιστη διάρκεια.
Μετανάστες εργαζόμενοι – Trafficking – Αναγκαστική εργασία
12. Δεδομένης της απαγόρευσης διακρίσεων στα ζητήματα απασχόλησης (και) λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής και του σταθερά αυξανόμενου όγκου των απασχολούμενων αλλοδαπών (υπηκόων τρίτων χωρών ή αιτούντων άσυλο ή προσφύγων), ειδικότερα σε τομείς υψηλής παραβατικότητας (πχ φασόν, αγροτικές εργασίες, οικόσιτο προσωπικό κλπ) ζητούμε διευκρινήσεις ως προς τα ειδικά μέτρα που απαιτείται να ληφθούν ως ελάχιστη μέριμνα διασφάλισης της νόμιμης διαμονής τους στη χώρα και της συνηθέστατα εργασιακής τους εκμετάλλευσης.
13. Κρίσιμη επίσης παράμετρος, είναι η προσαύξηση του προστίμου για την αδήλωτη εργασία χωρίς δυνατότητα μείωσης καθώς και η θέσπιση βαρύτερης ποινικής μεταχείρισης (άρθρο 28 ν. 3996/2011) σε περίπτωση που διαπιστωθούν συνθήκες εμπορίας ή και αναγκαστικής εργασίας, στο πλαίσιο άλλωστε της λήψης των απαιτούμενων μέτρων συμμόρφωσης στην πρόσφατη καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την περίπτωση της Μανωλάδας (υπόθεση Chowdury κλπ κατά Ελλάδας).
Επίσης:
14. Υπάρχουν σημαντικές εκκρεμότητες που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της αδήλωτης και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας, όπως κρίσιμες Υπουργικές Αποφάσεις που δεν έχουν ακόμα εκδοθεί και επηρεάζουν (και) την πολιτική προστίμου, όπως:
α) τήρηση Βιβλίου Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού σε αγροτικές εργασίες και αλιεία (ΥΑ άρθρου 109 Ν. 4485/2017).
β) Καταχώριση αλλαγής ή τροποποίησης ωραρίου στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ (ΥΑ άρθρου 36 Ν. 4488/2017)
γ) Ηλεκτρονική αναγγελία του απασχολούμενου προσωπικού επί εκτέλεσης οικοδομικής δραστηριότητας (ΥΑ άρθρου 37 Ν. 4488/2017)
Με βάση τα παραπάνω οι παρατηρήσεις μας στην προτεινόμενη διάταξη είναι οι ακόλουθες:
Άρθρο 1
Επιβολή κυρώσεων αδήλωτης εργασίας
1. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Ασφάλειας και Υγείας ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Ασφάλειας και Υγείας ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του ΕΦΚΑ που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, ότι εργαζόμενος απασχολείται με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχές,επιβάλλει στον εργοδότη/επιχείρηση διοικητική κύρωση δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή γραπτών εξηγήσεων.
2. Ειδικός Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία ή Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία που κατά τη διερεύνηση εργατικού ατυχήματος διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει την κύρωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος.
3. 2. Σε περίπτωση επανάληψης από τον εργοδότη της παράβασης της παρ. 1 η οποία διαπιστώνεται από διενεργούμενο έλεγχο σε διαφορετική ημερομηνία, μέσα σε χρονικό διάστημα τριών (3) τεσσάρων (4) ετών από τον πρώτο έλεγχο, το πρόστιμο της παρ. 1, ανά εργαζόμενο, επιβάλλεται προσαυξημένο ως εξής:
α) κατά 100%, για την πρώτη εκ νέου παράβαση, και
β) κατά 200% για κάθε περαιτέρω παράβαση που διαπιστώνεται σε διενεργούμενο έλεγχο σε διαφορετική ημερομηνία από αυτόν της περίπτωσης του εδαφίου α’
Σε περίπτωση υποτροπής της επιχείρησης / εργοδότη για την παράβαση της παρ.1, επιβάλλεται, πέραν των ανωτέρω χρηματικών προστίμων, προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης στις οποίες έχει διαπραχθεί η παράβαση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 23. Η εκτέλεση των διοικητικών κυρώσεων προσωρινής και οριστικής διακοπής γίνεται από την αρμόδια αστυνομική αρχή.
Τυχόν αλλαγή του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης / εργοδότη δεν επηρεάζει την υποτροπή.
4. 3. Στις ανωτέρω περιπτώσεις θεωρείται κατά τεκμήριο ότι η σχέση εργασίας διήρκεσε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά, θεωρούμενης αυτής της περιόδου ως χρόνου πραγματικής υπηρεσίας για τον υπολογισμό των αποδοχών του εργαζόμενου, τη χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας απουσίας και του επιδόματος αδείας, την επαγγελματική εξέλιξη, καθώς και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσής του. Με πράξη του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα καταλογίζονται άνευ ετέρου και αναδρομικά από την ημερομηνία του ελέγχου, το σύνολο των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ασφαλιστικών εισφορών. Βάση υπολογισμού των εισφορών θεωρείται ο ελάχιστος νόμιμος ή ο συμβατικός μισθός ή το ελάχιστο νόμιμο ή συμβατικό ημερομίσθιο για τη συγκεκριμένη εργασία. Η άσκηση ένδικων βοηθημάτων δεν αναστέλλει την εκτέλεση της σχετικής Πράξης Επιβολής Εισφορών.
5. α) Οι διοικητικές κυρώσεις των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται πλέον των λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία σε περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας.
β) Σε περίπτωση που η απασχόληση του/ων αδήλωτου/ων εργαζόμενου/ων συνοδεύεται με ιδιαίτερα καταχρηστικούς όρους ο εργοδότης τιμωρείται, ανεξάρτητα από την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον πέντε (5) μηνών.
γ) Όταν η απασχόληση αδήλωτου/ων εργαζόμενου/ων έχει διαπραχθεί από εργοδότη, ο οποίος χρησιμοποιεί την εργασία ή τις υπηρεσίες του/τους, γνωρίζοντας ότι είναι θύμα/τα εμπορίας ανθρώπων, επιβάλλεται σε αυτόν η προβλεπόμενη ποινή της παραγράφου 3 του άρθρου 323 Α ΠΚ, εκτός εάν για τον ίδιο απασχολούμενο και την ίδια πράξη έχει ήδη ασκηθεί σε βάρος του εργοδότη ποινική δίωξη ή έχει ήδη καταδικασθεί βάσει του ίδιου άρθρου του ΠΚ.
δ) Η ποινική δίωξη σε κάθε περίπτωση ασκείται αυτεπαγγέλτως.
ε) Το Σ.ΕΠ.Ε. υποβάλλει εφόσον συντρέχει μία από τις περιπτώσεις των περιπτώσεων β) και γ) μηνυτήρια αναφορά στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές.
6. Κατά της πράξης επιβολής χρηματικής κύρωσης ασκείται προσφυγή μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίησή της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου. Μέσα στην ίδια προθεσμία η προσφυγή κοινοποιείται με μέριμνα του προσφεύγοντος και επί ποινή απαραδέκτου στην αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. ή του ΕΦΚΑ. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξης επιβολής χρηματικής κύρωσης. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. ή του ΕΦΚΑ βεβαιώνουν το ποσό του επιβληθέντος προστίμου, το οποίο εισπράττεται από το Σ.ΕΠ.Ε. ή τον ΕΦΚΑ αντίστοιχα.
Άρθρο 2
Α΄Εκδοχή
1. Εφόσον εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης καταβάλει το ήμισυ του προστίμου της παραγράφου 1 του άρθρου 1 (5.250 ευρώ), τότε σε περίπτωση δήλωσης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου του εργαζόμενου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκε/αν ως αδήλωτος/οι, το εναπομείναν πρόστιμο μειώνεται ως εξής:
α) στο ποσό των 3.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 14 μηνών
β) στο ποσό των 2.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 18 μηνών
γ) στο ποσό των 1.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 24 μηνών.
Η ως άνω απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου δηλώνεται στα σχετικά ειδικά πεδία των εντύπων Ε3 και Ε4.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί οποιαδήποτε περαιτέρω παραβίαση στους όρους εργασίας του αδήλωτου εργαζόμενου κατά το διάστημα της ως άνω απασχόλησης, τότε το σχετικό προβλεπόμενο πρόστιμο διπλασιάζεται, ενώ εάν κατά το διάστημα της απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου διαπιστωθούν παραβιάσεις στα εργασιακά δικαιώματα και των λοιπών εργαζομένων του εργοδότη/επιχείρησης, εφαρμόζεται η διάταξη του στοιχείου β της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 3996/2011, όπως ισχύει.
Β΄Εκδοχή
1. Εάν, εντός δέκα (10) τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης προβεί στην πρόσληψη σε δήλωση, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου του εργαζομένου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκαν ως αδήλωτοι, το διοικητικό πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 μειώνεται ως εξής:
α) στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) μηνών. δεκατεσσάρων (14) μηνών
β) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών δεκακτώ (18) μηνών .
γ) στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) έτους εικοσιτεσσάρων (24) μηνών.
δ) στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση αορίστου χρόνου, εφόσον ο εργοδότης δεν θα προβεί σε μείωση προσωπικού για διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών.
Η ως άνω απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου δηλώνεται στα σχετικά ειδικά πεδία των εντύπων Ε3 και Ε4.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί οποιαδήποτε περαιτέρω παραβίαση στους όρους εργασίας του αδήλωτου εργαζόμενου κατά το διάστημα της ως άνω απασχόλησης, τότε το σχετικό προβλεπόμενο πρόστιμο διπλασιάζεται, ενώ εάν κατά το διάστημα της απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου διαπιστωθούν παραβιάσεις στα εργασιακά δικαιώματα και των λοιπών εργαζομένων του εργοδότη/επιχείρησης, εφαρμόζεται η διάταξη του στοιχείου β της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 3996/2011, όπως ισχύει.
2. Στις περιπτώσεις των εποχικών επιχειρήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 του Ν. 1545/1985, η χρήση από τον εργοδότη της δυνατότητας έκπτωσης των ανωτέρω εδαφίων α’ ή β’ μπορεί να συνεπάγεται την κατάτμηση της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου και στην επόμενη περίοδο λειτουργίας της εποχικής επιχείρησης, εφόσον δεν επαρκεί το χρονικό διάστημα στη συγκεκριμένη περίοδο λειτουργίας για να ολοκληρωθεί ο ελάχιστα απαιτούμενος χρόνος απασχόλησης. αφορά σε ποσοστό 30% επί του προστίμου της παρ.1 του άρθρου 1 και αντιστοιχεί στην πλήρη απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου καθ’όλη την περίοδο λειτουργίας της εποχικής επιχείρησης, στη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε ο έλεγχος.
3. Εάν ο εργαζόμενος με υπεύθυνη δήλωσή του, που φέρει θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του, δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την πρόσληψη Σε περίπτωση που η απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου καθίσταται αδύνατη και ο εργοδότης, εντός πέντε (5) τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου προβεί στην πρόσληψη άλλου εργαζομένου, το δικαίωμα έκπτωσης διατηρείται, σύμφωνα με τις περιπτώσεις της παρ. 1.
4. Από την ημερομηνία του ελέγχου και καθ’ όλη τη διάρκεια των περιόδων της παρ. 1 κατά περίπτωση, δεν επιτρέπεται ο εργοδότης να προβεί σε μείωση του προσωπικού.
5. Ως μείωση του προσωπικού, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται: α) η μεταβολή του αριθμού των εργαζομένων που απασχολεί η επιχείρηση σε αριθμό μικρότερο από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την ημερομηνία και ώρα του ελέγχου, προσαυξημένο κατά τον αριθμόπροστιθέμενου/ων του/των εργαζομένου/ων που προσέλαβε ο εργοδότης προκειμένου να τύχει της έκπτωσης, β) η αλλαγή του καθεστώτος απασχόλησης των εργαζομένων που απασχολεί η επιχείρηση από πλήρη σε μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση, γ) η θέση εργαζομένων σε διαθεσιμότητα και δ) η εθελουσία έξοδος που γίνεται με πρωτοβουλία του εργοδότη, μέσω προγραμμάτων παροχής κινήτρων εθελούσιας εξόδου.
6. Στην έννοια της μείωσης του προσωπικού της παρ. 4 δεν περιλαμβάνονται: α) η συνταξιοδότηση, β) η λήξη σύμβασης πέρατος του χρόνου για τον οποίο έχει συναφθεί, πριν την ημερομηνία ελέγχου, γ) η καταγγελία σύμβασης κατόπιν υποβολής μήνυσης από τον εργοδότη σε εργαζόμενο της επιχείρησης για αξιόποινη πράξη που τέλεσε κατά την άσκηση της εργασίας του, δ) γ) η φυλάκιση και ο θάνατος εργαζομένου, δ) η οικειοθελής αποχώρηση που δεν θεωρείται ως καταγγελία της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν. 4488/2017 (Α΄ 137).
7. Σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού για τους λόγους α και δ τον υπό δ) λόγο της παραγράφου 5, ο εργοδότης υποχρεούται εντός δέκα πέντε (15) δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία που επήλθε η μείωση να προβεί σε νέα πρόσληψη αντίστοιχης απασχόλησης και με τους ίδιους όρους εργασίας, ώστε να διατηρηθεί σταθερός ο αριθμός των εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας της επιχείρησης.
8. Το δικαίωμα έκπτωσης του παρόντος άρθρου παρέχεται μόνο εάν ο εργοδότης δεν είναι υπότροπος κατά τις διατάξεις της παρ. 3 2 του άρθρου 1 του παρόντος, αποδεχθεί το πρόστιμο και παραιτηθεί από τη χρήση των ενδίκων βοηθημάτων και το καταβάλει μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής του.
9. Σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού, κατά παράβαση των οριζομένων στο παρόν άρθρο, μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών και απόδοσης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών βεβαιώνεται σε βάρος του εργοδότη το υπολειπόμενο του αρχικού προστίμου ποσό.
Άρθρο 3
Αν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. και του ΕΦΚΑ επιβληθούν σε μια επιχείρηση, εκμετάλλευση ή άλλη εργασία περισσότερα από ένα πρόστιμα για αδήλωτη εργασία του ίδιου εργαζόμενου κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας, η καταβολή του προστίμου γίνεται άπαξ και βάσει της Πράξης Επιβολής Προστίμου που κοινοποιήθηκε πρώτη σε αυτόν.
Άρθρο 4
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται τα σχετικά θέματα για την εφαρμογή των προηγούμενων άρθρων.
Συγχρονισμός των ελεγκτικών μηχανισμών
1. Για τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του έργου των ελεγκτικών υπηρεσιών και προκειμένου να επιτευχθούν συνέργειες και να αποφευχθούν αλληλοεπικαλύψεις μεταξύ των υπηρεσιών αυτών, ανατίθεται στον Ειδικό Γραμματέα του Σ.ΕΠ.Ε. σε συνεργασία με τον Διευθυντή της αρμόδιας Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ, ο σχεδιασμός, ο συντονισμός, ο προγραμματισμός και η παρακολούθηση των ελέγχων των υπηρεσιών του Σ.ΕΠ.Ε. και του ΕΦΚΑ
2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που εκδίδεται μέχρι τις …..5.2018, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΕΦΚΑ και του Σ.Ε.Π.Ε., ρυθμίζεται η διαδικασία, ο συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο τρόπος και ο χρόνος διαβίβασης των εκθέσεων και δελτίων ελέγχου μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων.
Άρθρο 5
Η ισχύς των άρθρων 1 έως 3 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης του άρθρου 4. Από την έναρξη ισχύος των άρθρων 1 έως 3, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη.
Άρθρο 6
1. Η παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 1836/1989 (Α΄ 79) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Εργοδότης που εκτελεί οικοδομική εργασία ή τεχνικό έργο, υποχρεούται να αναγγέλλει ηλεκτρονικά στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του ΣΕΠΕ (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ) το απασχολούμενο προσωπικό, πριν από την έναρξη κάθε ημερήσιας απασχόλησης. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα ανωτέρω επιβάλλονται, κατά δέσμια αρμοδιότητα, οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στις ισχύουσες περί αδήλωτης εργασίας διατάξεις.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4144/2013 (Α΄ 88) αντικαθίσταται ως εξής:
« 2. Τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας της ΕΛ.ΑΣ. και της Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε., ύστερα από τη διενέργεια του ελέγχου του άρθρου 14, υποχρεούνται να συντάξουν και στη συνέχεια να υποβάλουν τη σχετική έκθεση, με τα αποτελέσματα του ελέγχου, στις υπηρεσίες, που είναι κατά περίπτωση αρμόδιες για την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων. Οι πράξεις επιβολής κυρώσεων του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιούνται υποχρεωτικά στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της ΕΛ.ΑΣ. και στην Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε., κατά περίπτωση. Αν από τη σχετική έκθεση διαπιστώνεται η μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού, η απασχόληση εργαζόμενου με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχέςεπιβάλλονται άνευ ετέρου από τον Προϊστάμενο του κατά τόπο αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα, οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στις ισχύουσες για την αδήλωτη εργασία διατάξεις.»
Κυρία Υπουργέ,
Η ΓΣΕΕ έχει επισημάνει με κάθε τρόπο ότι το ύψος των προστίμων και η έκταση γενικότερα των κυρώσεων για την παραβατικότητα στην αγορά εργασίας και την αδήλωτη εργασία ειδικότερα, θα πρέπει να μην λαμβάνονται ως μέτρα με αποσπασματικό τρόπο, αλλά να τελούν σε συνάρτηση με το σύνολο των διατάξεων και των πρωτοβουλιών που υιοθετούνται για τον περιορισμό του φαινομένου και κυρίως να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός συνολικότερου πλαισίου στρατηγικής που περιλαμβάνει α) την υιοθέτηση ως μοντέλου αναφοράς την εργασία αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης, παράλληλα με την κατάργηση μνημονιακών διατάξεων στην εργατική νομοθεσία που έχουν οδηγήσει στην εμπέδωση ως «κανονικότητας» της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας και β) πλήθος κινήτρων και αντικινήτρων άρτια συναρθρωμένων μεταξύ τους[1].
Η ΑΔΗΛΩΤΗ ΚΑΙ ΨΕΥΔΩΣ ΔΗΛΩΜΕΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, Η ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΕΡΓΟΛΑΒΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ/ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΣΤΙΓΕΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΑΥΣΤΗΡΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Σε σχέση με τις προωθούμενες ρυθμίσεις για την αλλαγή του πλαισίου στο πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας, για την εργοδοτική ευθύνη στις..
εργολαβικές αναθέσεις και τη δήλωση των μαθητευομένων και των πρακτικά ασκούμενων η ΓΣΕΕ επισημαίνει προς κάθε κατεύθυνση τα εξής:
1) Για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβικές αναθέσεις αποτελεί πάγιο αίτημα της Συνομοσπονδίας η ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης. Μέχρι να συμβεί αυτό, διαχρονικά ζητούμε την ..
ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου για τις εργολαβικές αναθέσεις στο πλαίσιο της από 26-1-2009 απόφασης της Ολομέλειας της Διοίκησης της Γ.Σ.Ε.Ε. και της σχετικής μελέτης ΙΝΕ/Γ.Σ.Ε.Ε. για τις εργασιακές σχέσεις στον κλάδο του καθαρισμού (2009), λαμβάνοντας υπόψη την εκτεταμένη χρήση εργολαβιών σε πληθώρα κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας τόσο παροχής υπηρεσιών, όσο και παραγωγής. Κρίσιμα σημεία των αιτημάτων των συνδικάτων ανέκαθεν ήταν η θέσπιση ευθύνης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον και για τον αναθέτοντα φορέα ή αρχή (όχι μόνο για τον εργολάβο/υπεργολάβο), η επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων για τις εργολαβικές αναθέσεις φύλαξης και καθαρισμού σε όλα τα είδη εργολαβιών, η έναρξη λειτουργίας του «Μητρώου Παραβατών Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών Καθαρισμού ή/και Φύλαξης» και δημοσιοποίηση στοιχείων του στις Εκθέσεις του Σ.ΕΠ.Ε. και επέκτασή του σε όλα τα είδη εργολαβικών αναθέσεων, η θέσπιση αυστηρών διαδικασιών πιστοποίησης εργολαβικών εταιριών ως προς τις παρεχόμενες από αυτές υπηρεσίες (μέχρι τη ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης), η κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 94 (1949) «για τις ρήτρες εργασίας στις συμβάσεις με το Δημόσιο», ως σημαντικής ρυθμιστικής παραμέτρου στην ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου κατά των καταχρήσεων στις εργολαβικές αναθέσεις.
2) Ο αυστηρός έλεγχος της αυξανόμενης εργοδοτικής παραβατικότητας ως προς την κατάχρηση των συμβάσεων μαθητείας, όπως και της πρακτικής άσκησης με σκοπό την υποκατάσταση τακτικών εργαζομένων αποτελεί εξίσου διαχρονική προτεραιότητα της ΓΣΕΕ, τόσο σε επίπεδο εργασιακών ρυθμίσεων και άνισης μεταχείρισης, όσο και στο επίπεδο του θεσμικού αποκλεισμού της ΓΣΕΕ από τον απαιτούμενο διάλογο για τα σοβαρά ελλείμματα στην ανάπτυξη ενός οργανωμένου συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, άμεσα συνδεδεμένου με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
3) Η αντιμετώπιση της αδήλωτης και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας αποτελούν εξίσου διαχρονικά ζητήματα προτεραιότητας της Συνομοσπονδίας, γι’αυτό και προσήλθε στις τριμερείς διαδικασίες που διασφάλισε με την παρουσία της η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) από το 2017 στο πλαίσιο ειδικής τεχνικής βοήθειας προς την Ελλάδα και οι οποίες κατέληξαν στη διαμόρφωση του Οδικού Χάρτη για την Αδήλωτη Εργασία.
Όλο αυτό το διάστημα η Συνομοσπονδία μέσω των εκπροσώπων της και με τεχνική βοήθεια από όλες τις επιστημονικές της δομές, αιτιολόγησε τα αιτήματά της και παρουσίασε την πραγματική έκταση της μάστιγας αυτής και του εύρους της εργοδοτικής παραβατικότητας στη βάση και των καταγγελιών από τα 79 Εργατικά Κέντρα και τις 69 Ομοσπονδίες μέλη της και των δικών τους μελών πρωτοβάθμιων σωματείων, παραδίδοντας και σχετική διακλαδική τεχνική έκθεση.
Οι προωθούμενες από το Υπουργείο Εργασίας διατάξεις αποτελούν μέρος του πλαισίου δράσεων του Οδικού Χάρτη για την Αδήλωτη Εργασία, με τη ΓΣΕΕ να έχει οριοθετήσει ρητά τη συμμετοχή της κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Τα σχετικά στοιχεία είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ΓΣΕΕ, στην ιστοσελίδα που διαμόρφωσε το ILO για την αδήλωτη εργασία (adilotiergasia.org), καθώς και στα πρακτικά των συνεδριάσεων του αρμόδιου οργάνου του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας.
Επειδή όμως ο χρόνος και η υπομονή των εργαζομένων έχουν εξαντληθεί, η ΓΣΕΕ δημοσιεύει τις θέσεις που κατέθεσε επίσημα για τις προωθούμενες διατάξεις αλλαγής του πλαισίου προστίμου της αδήλωτης εργασίας, οι οποίες αποτυπώνουν τις θέσεις των συνδικάτων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας και της εργοδοτικής παραβατικότητας..
Επισυνάπτεται η τελευταία επιστολή της ΓΣΕΕ με τις προτάσεις της για την ορθή αντιμετώπιση του όλου ζητήματος, καθώς και τις παρατηρήσεις της για τις προωθούμενες διατάξεις.
Προς
Την Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης
κα Ε. Αχτσιόγλου
Θέμα: Παρατηρήσεις ΓΣΕΕ επί της 24-3-2018 πρότασης του Υπουργείου Εργασίας για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας
Σχετικά: Υπ.αριθμ. πρωτ. 117/12.2. 2018, 218/21.3.2018 έγγραφα ΓΣΕΕ
Κυρία Υπουργέ,
Σχετικά με το προτεινόμενο από το Υπουργείο Εργασίας σχέδιο διάταξης για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας που παρουσιάστηκε την 24η/3/2018 στο αρμόδιο Τμήμα του ΑΣΕ και σε συνέχεια των απόψεων της ΓΣΕΕ (υπ.αριθμ. πρωτ. 117/2018, 218/21.3.2018 έγγραφά μας), οι περαιτέρω παρατηρήσεις της Συνομοσπονδίας είναι οι ακόλουθες:
Α. Γενικές Παρατηρήσεις
Σκοπός της ρύθμισης
1. Η διαμόρφωση ενός νέου συστήματος προστίμου για την αδήλωτη εργασία οφείλει να διέπεται εμπράκτως και όχι διακηρυκτικά από τις αρχές που κρίθηκε με την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ 2151/2017 ότι διέπουν το ισχύον πλαίσιο προστίμου των 10.550 ευρώ(προστασία εργαζομένων από την εργοδοτική παραβατικότητα ως ζήτημα δημόσιου συμφέροντος, αποτρεπτικός χαρακτήρας προστίμου και αναλογικός με το μέσο όρο του χρόνου αδήλωτης απασχόλησης που προσδιορίζεται στους 18 μήνες). Όπως έχει επισημανθεί με κάθε τρόπο από τη ΓΣΕΕ, σκοπός των ρυθμίσεων για το πρόστιμο της αδήλωτης εργασίας οφείλει να είναι αποκλειστικά η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση συνολικά του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας, τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και σε επίπεδο κυρώσεων με γνώμονα την αποκατάσταση και την περαιτέρω διασφάλιση των δικαιωμάτων των αδήλωτων εργαζομένων.
Μορφή και περιεχόμενο της ρύθμισης
2. Η προωθούμενη νέα ρύθμιση οφείλει να ανταποκρίνεται στην αξιολόγηση αφενός του συνολικού υφιστάμενου πλαισίου για τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση αδήλωτης απασχόλησης εργαζομένου, το οποίο αποτυπώνεται σε σειρά διατάξεων διάσπαρτων στη νομοθεσία, αφετέρου της πραγματικής κατάστασης στη λεγόμενη αγορά εργασίας, με τις πολλαπλές μορφές του φαινομένου και αντίστοιχα της εργοδοτικής παραβατικότητας σε συνδυασμό με τη μέχρι σήμερα εμπειρία των ελεγκτικών μηχανισμών στο πλαίσιο του ελεγκτικού τους ρόλου και έργου.
Στο περιβάλλον, συγκεκριμένα, της πολύ υψηλής ανεργίας, ιδίως στις τάξεις των νέων, πρέπει να ληφθεί υπόψη η εκτεταμένη πρακτική της εικονικής αναγγελίας ή πρόσληψης εργαζομένου στην επιχείρηση, σε συνάρτηση, μάλιστα, με το φαινόμενο της επιστροφής (μέρους των) αποδοχών ή των επιδομάτων στον εργοδότη μετά την ανάληψη τους. Με άλλα λόγια, εφόσον τα περιθώρια κατάχρησης της δυνατότητας μείωσης του προστίμου για αδήλωτη εργασία ή μετατόπισης του κόστους του στην εργατική πλευρά είναι εξαιρετικά ευρεία, μια σημαντική μείωση του τελικά καταβαλλόμενου ποσού του προστίμου αφενός μεν, θα εξαφάνιζε εν τέλει κάθε αποτρεπτική λειτουργία του και αφετέρου, θα στερούσε τα δημόσια οικονομικά από σημαντικούς πόρους, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση δεν αντισταθμίζουν στο ελάχιστο τα τεράστια ποσά που χάνονται ετησίως σε φορολογικό και κοινωνικοασφαλιστικό επίπεδο εξαιτίας όλων των εκδοχών αδήλωτης εργασίας. Για τους λόγους αυτούς, προτείνεται η διατήρηση ενός αποτρεπτικού ύψους ποσού σε ό,τι αφορά σε αυτό καθαυτό το πρόστιμο, αλλά και ο διπλασιασμός των υπολοίπων αντίστοιχων προστίμων σε περιπτώσεις παραβίασης της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, κατά την άσκηση της -νομότυπα πλέον δηλωμένης- σχέσης εργασίας.
Στο πλαίσιο αυτό τίθενται τα εξής νομοτεχνικά, αλλά και ουσιαστικά ζητήματα ως προς την υποχρέωση ασφάλειας δικαίου:
– εάν η προωθούμενη ρύθμιση προωθηθεί ως αυτοτελές άρθρο, θα πρέπει είτε να συμπεριλάβει ρητά το σύνολο των διατάξεων που αφορούν τον έλεγχο και τις κυρώσεις της αδήλωτης εργασίας, καταργούμενων όλων των διατάξεων που υπάρχουν σε άλλα νομοθετήματα, ή να κάνει ρητή αναφορά σε αυτές (πχ διατάξεις στους ν. 3996/2011, 4144/2013, 4052/2012, 4255/2014)
– σε αντίθετη περίπτωση, η προωθούμενη ρύθμιση πρέπει να ενταχθεί στη δομή του βασικού ισχύοντος πλαισίου κυρώσεων του ν. 3996/2011, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αναφερόμενων επίσης στο περιεχόμενό της κρίσιμων διατάξεων που υπάρχουν σε άλλα νομοθετήματα (πχ ν. 4144/2013, ν. 4052/2012, ν. 4255/2014 κ.ά.), πιθανά με αντικατάσταση του άρθρου 25 του ν. 3996/2011, το οποίο ουσιαστικά έχει καταργηθεί.
3. Ως προς την έννοια της «διαπίστωσης» και με βάση την εικόνα που έχει η ΓΣΕΕ από καταγγελίες σε σωματεία, Εργατικά Κέντρα, Ομοσπονδίες, στο ΚΕΠΕΑ/ΓΣΕΕ και στο Δίκτυο Συμβουλευτικής του ΙΝΕ, κατά τη συζήτηση υποθέσεων στο Σ.ΕΠ.Ε. για παραβιάσεις είτε όρων εργασίας είτε όρων υγείας και ασφάλειας όπου προκύπτει από στοιχεία η μη δήλωση της εργασίας και της ασφάλισης του εργαζόμενου δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις για αδήλωτη εργασία, λόγω της «μη διαπίστωσής» της κατά τη διάρκεια επιτόπιου ελέγχου. Ως εκ τούτου, ζητούμε να αποσαφηνισθεί ρητά στη διάταξη η «με κάθε τρόπο» διαπίστωση της αδήλωτης εργασίας, ώστε να μην παραμένουν ατιμώρητες σοβαρότατες παραβατικές συμπεριφορές. Στην υιοθέτηση της προσθήκης αυτής, συμβάλλει και η ελεγκτική/κυρωτική διαδικασία των άρθρων 14 και 15 του ν. 4144/2013.
4. Σε κάθε περίπτωση, η διατήρηση της ταύτισης της έννοιας αδήλωτης εργασίας μόνο με τη «μη αναγραφή (του εργαζόμενου) σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού» ανακυκλώνει το σοβαρό έλλειμμα οριοθέτησης της έννοιας της αδήλωτης εργασίας στη νομοθεσία, παραγνωρίζοντας τις μορφές και την έκταση του φαινομένου και περιορίζοντας ουσιαστικά το ελεγκτικό έργο και συνακόλουθα την αντιμετώπισή της. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός περιπτώσεων, όπου πχ είναι ανεφάρμοστο το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, όπως για το Βιβλίο Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού σε αγροτικές εργασίες και αλιεία (μη έκδοση ΥΑ άρθρου 109 Ν. 4485/2017). Ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμο να αξιοποιηθούν πιο συνεκτικές διατυπώσεις που υπάρχουν σε συναφείς διατάξεις όπως αυτή για την αδήλωτη εργασία επιδοτούμενου ανέργου, όπου αναφέρεται η επιβολή της κύρωσης όταν «διαπιστώνεται, ότι κάποιος απασχολείται με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχές» (άρθρο 19 ν. 4144/2013).
5. Ήδη από το 2015, κατά τις εργασίες της Τριμερούς Επιτροπής για την αδήλωτη εργασία στο πλαίσιο του Σ.ΕΠ.Ε., η ΓΣΕΕ είχε διατυπώσει την πρόταση και είχε γίνει ομόφωνα δεκτό η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία να αποτελεί σταθερό θέμα ημερήσιας διάταξης σε κάθε συνεδρίαση και στο πλαίσιο της εξέτασης της αδήλωτης εργασίας σε όλους τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, με κρίσιμη τη μετέπειτα συμβολή των αρμόδιων υπηρεσιών μέσω εισηγήσεων και στοιχείων. Ως εκ τούτου κρίνεται πολύ σημαντική η ρητή συμπερίληψη στην προτεινόμενη διάταξη της διάστασης της Υγείας και της Ασφάλειας (ΥΑΕ) στην εργασία μέσω της αναφοράς στο ρόλο των Ειδικών Επιθεωρητών και Επιθεωρητών ΥΑΕ. Ωστόσο με το δεύτερο σχέδιο διάταξης που μας είχε σταλεί αποστερούνταν οι Επιθεωρητές ΥΑΕ από τη δυνατότητα να συντάσσουν δελτίο ελέγχου και να επιβάλουν ισότιμα τα προβλεπόμενα πρόστιμα της αδήλωτης εργασίας, αλλά αντίθετα απομειωνόταν ο ρόλος τους στη ναι μεν «αμελλητί» (δηλαδή αυθημερόν?), αλλά τελικά απλή ενημέρωση του κατά τόπον αρμόδιου Τμήματος ΣΕΠΕ, όπως συμβαίνει στην περίπτωση διαβίβασης εκθέσεων από την Αστυνομία και την Εφορία (άρθρα 14-15 Ν. 4144/2013). Κρίνεται ότι η νέα διατύπωση για τον ρόλο των Επιθεωρητών ΥΑΕ αποκατέστησε εν μέρει το θέμα αυτό, ωστόσο για λόγους ενότητας του ελεγκτικού ρόλου του Σ.ΕΠ.Ε. προτείνεται η ενιαία αποτύπωση του έργου των Επιθεωρητών Εργασίας στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 1.
Ύψος και μειώσεις προστίμου
6. Θεωρούμε ότι στην περίπτωση μείωσης του προστίμου λόγω της απασχόλησης του εργαζόμενου (με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης ελάχιστης διάρκειας άνω των 14 μηνών βλ. ανωτέρω) δεν θα ισχύει η διάταξη της μείωσης του προστίμουκατά 30% λόγω εφάπαξ καταβολής του εντός 10 ημερών (άρθρο 24 παρ.1 β Ν. 3996/2011, όπως ισχύει).
7. Σχετικά με την «αναδρομική επιβάρυνση του εργοδότη με την καταβολή ενσήμων για 3 μήνες», έχουμε ζητήσει διευκρινήσεις ως προς τις αποδοχές των αδήλωτων εργαζομένων που αντιστοιχούν στο διάστημα αυτό ασφάλισης, θεωρούμε δε αναγκαία τη ρητή αναφορά στη διάταξη ότι ο χρόνος αυτός αποτελεί χρόνο πραγματικής υπηρεσίας του εργαζόμενου με ό,τι αυτό συνεπάγεται (πχ ασφαλιστική ικανότητα, προϋπηρεσία).
Σύμβαση αορίστου χρόνου και διάρκεια κατ’ελάχιστον απασχόλησης εργαζόμενου για τη μείωση του προστίμου
8. Πέραν της σύναψης σύμβασης αορίστου χρόνου, τα διαστήματα που ζητά η ΓΣΕΕ ως διάρκεια της κατ’ελάχιστον απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου, αιτιολογούνται και στη βάση της διατήρησης ακόμα σε ισχύ της διάταξης περί μη καταβολής αποζημίωσης για τους πρώτους 12 μήνες απασχόλησης («δοκιμαστική περίοδος» αρθ. 17 παρ. 5α και β Ν. 3899/2010), η οποία μολονότι έχει κριθεί παράνομη ως αντιβαίνουσα στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, συνεχίζει να εφαρμόζεται και μάλιστα να αποτελεί σχεδόν ένα από τα βασικά μοτίβα απασχόλησης-απόλυσης των εργαζομένων, μαζί με την επικράτηση των ελαστικών/επισφαλών μορφών εργασίας.
9. Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι για να είναι αποτελεσματική η κατάργηση του ισχύοντος πλαισίου επιβολής προστίμου για την αδήλωτη εργασία και η αντικατάστασή του με ένα νέο σύστημα, όπου θα έχει ως κύριο και πραγματικό στόχο την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων πρέπει, αφού συνεκτιμήσει όλα τα παραπάνω δεδομένα, να προχωρήσει παράλληλα και στη θεσμοθέτηση της ελάχιστης σύνθεσης προσωπικού, ξεκινώντας από την έκδοση του προβλεπόμενου από το άρθρο 42 παρ.1 του ν. 4387/2016 Προεδρικού Διατάγματος για τη θέσπιση αντικειμενικού συστήματος τεκμαρτού υπολογισμού του ελάχιστου απαιτούμενου αριθμού ημερομισθίων και ποσού εισφορών για κατηγορίες ή κλάδους επιχειρήσεων κατά μήνα λειτουργίας της επιχείρησης ή άλλο χρονικό διάστημα και ανάλογα με τις εκτελούμενες εργασίες.
10. Σε ό,τι αφορά στη διαμόρφωση της έκπτωσης του προστίμου για τους εποχικούς εργαζόμενους, θεωρούμε ότι με την προτεινόμενη ρύθμιση φαλκιδεύεται η εργασιακή σχέση των εποχικά εργαζομένων ως ιδιόρρυθμα ρυθμιζόμενη ορισμένου χρόνου αφού ως εποχικής φύσεως οφείλει να ταυτίζεται η απασχόληση με την περίοδο λειτουργίας της επιχείρησης. Επιπλέον τίθεται υπό αμφισβήτηση και το δικαίωμα επαναπρόσληψης έτσι όπως προβλέπεται στο Ν.1346/83 άρθρο 8, όσο περιορίζεται η επαναπρόσληψη σε απασχόληση μόλις 3 μηνών.
Δήλωση απασχόλησης αδήλωτου εργαζομένου
11. Για την αποτελεσματική παρακολούθηση της συμμόρφωσης του εργοδότη στις προδιαγραφές νόμιμης απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου με σκοπό τη μείωση του προστίμου, ζητούμε τη διαμόρφωση ειδικού σημείου στα έντυπα Ε3 και Ε4 όπου να αναφέρονται οι ενδείξεις: Απασχόληση αδήλωτου εργαζόμενου – σύμβαση αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης με έναρξη την ημέρα διαπίστωσης της παράβασης – ελάχιστη διάρκεια.
Μετανάστες εργαζόμενοι – Trafficking – Αναγκαστική εργασία
12. Δεδομένης της απαγόρευσης διακρίσεων στα ζητήματα απασχόλησης (και) λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής και του σταθερά αυξανόμενου όγκου των απασχολούμενων αλλοδαπών (υπηκόων τρίτων χωρών ή αιτούντων άσυλο ή προσφύγων), ειδικότερα σε τομείς υψηλής παραβατικότητας (πχ φασόν, αγροτικές εργασίες, οικόσιτο προσωπικό κλπ) ζητούμε διευκρινήσεις ως προς τα ειδικά μέτρα που απαιτείται να ληφθούν ως ελάχιστη μέριμνα διασφάλισης της νόμιμης διαμονής τους στη χώρα και της συνηθέστατα εργασιακής τους εκμετάλλευσης.
13. Κρίσιμη επίσης παράμετρος, είναι η προσαύξηση του προστίμου για την αδήλωτη εργασία χωρίς δυνατότητα μείωσης καθώς και η θέσπιση βαρύτερης ποινικής μεταχείρισης (άρθρο 28 ν. 3996/2011) σε περίπτωση που διαπιστωθούν συνθήκες εμπορίας ή και αναγκαστικής εργασίας, στο πλαίσιο άλλωστε της λήψης των απαιτούμενων μέτρων συμμόρφωσης στην πρόσφατη καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την περίπτωση της Μανωλάδας (υπόθεση Chowdury κλπ κατά Ελλάδας).
Επίσης:
14. Υπάρχουν σημαντικές εκκρεμότητες που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της αδήλωτης και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας, όπως κρίσιμες Υπουργικές Αποφάσεις που δεν έχουν ακόμα εκδοθεί και επηρεάζουν (και) την πολιτική προστίμου, όπως:
α) τήρηση Βιβλίου Ημερήσιων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού σε αγροτικές εργασίες και αλιεία (ΥΑ άρθρου 109 Ν. 4485/2017).
β) Καταχώριση αλλαγής ή τροποποίησης ωραρίου στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ (ΥΑ άρθρου 36 Ν. 4488/2017)
γ) Ηλεκτρονική αναγγελία του απασχολούμενου προσωπικού επί εκτέλεσης οικοδομικής δραστηριότητας (ΥΑ άρθρου 37 Ν. 4488/2017)
Με βάση τα παραπάνω οι παρατηρήσεις μας στην προτεινόμενη διάταξη είναι οι ακόλουθες:
Άρθρο 1
Επιβολή κυρώσεων αδήλωτης εργασίας
1. Ειδικός Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Ασφάλειας και Υγείας ή Επιθεωρητής Εργασιακών Σχέσεων ή Ασφάλειας και Υγείας ή ελεγκτής των Περιφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων Ασφάλισης ή αρμόδιος υπάλληλος του ΕΦΚΑ που διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, ότι εργαζόμενος απασχολείται με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχές,επιβάλλει στον εργοδότη/επιχείρηση διοικητική κύρωση δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ για κάθε αδήλωτο εργαζόμενο, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκλησή του για παροχή γραπτών εξηγήσεων.
2. Ειδικός Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία ή Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία που κατά τη διερεύνηση εργατικού ατυχήματος διαπιστώνει τη μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού που τηρείται από τον εργοδότη, επιβάλλει την κύρωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος.
3. 2. Σε περίπτωση επανάληψης από τον εργοδότη της παράβασης της παρ. 1 η οποία διαπιστώνεται από διενεργούμενο έλεγχο σε διαφορετική ημερομηνία, μέσα σε χρονικό διάστημα τριών (3) τεσσάρων (4) ετών από τον πρώτο έλεγχο, το πρόστιμο της παρ. 1, ανά εργαζόμενο, επιβάλλεται προσαυξημένο ως εξής:
α) κατά 100%, για την πρώτη εκ νέου παράβαση, και
β) κατά 200% για κάθε περαιτέρω παράβαση που διαπιστώνεται σε διενεργούμενο έλεγχο σε διαφορετική ημερομηνία από αυτόν της περίπτωσης του εδαφίου α’
Σε περίπτωση υποτροπής της επιχείρησης / εργοδότη για την παράβαση της παρ.1, επιβάλλεται, πέραν των ανωτέρω χρηματικών προστίμων, προσωρινή ή οριστική διακοπή της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης στις οποίες έχει διαπραχθεί η παράβαση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 23. Η εκτέλεση των διοικητικών κυρώσεων προσωρινής και οριστικής διακοπής γίνεται από την αρμόδια αστυνομική αρχή.
Τυχόν αλλαγή του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης / εργοδότη δεν επηρεάζει την υποτροπή.
4. 3. Στις ανωτέρω περιπτώσεις θεωρείται κατά τεκμήριο ότι η σχέση εργασίας διήρκεσε τρεις (3) μήνες, εκτός εάν ο εργοδότης ή ο εργαζόμενος αποδείξουν διαφορετικά, θεωρούμενης αυτής της περιόδου ως χρόνου πραγματικής υπηρεσίας για τον υπολογισμό των αποδοχών του εργαζόμενου, τη χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας απουσίας και του επιδόματος αδείας, την επαγγελματική εξέλιξη, καθώς και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσής του. Με πράξη του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα καταλογίζονται άνευ ετέρου και αναδρομικά από την ημερομηνία του ελέγχου, το σύνολο των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ασφαλιστικών εισφορών. Βάση υπολογισμού των εισφορών θεωρείται ο ελάχιστος νόμιμος ή ο συμβατικός μισθός ή το ελάχιστο νόμιμο ή συμβατικό ημερομίσθιο για τη συγκεκριμένη εργασία. Η άσκηση ένδικων βοηθημάτων δεν αναστέλλει την εκτέλεση της σχετικής Πράξης Επιβολής Εισφορών.
5. α) Οι διοικητικές κυρώσεις των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται πλέον των λοιπών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία σε περιπτώσεις αδήλωτης εργασίας.
β) Σε περίπτωση που η απασχόληση του/ων αδήλωτου/ων εργαζόμενου/ων συνοδεύεται με ιδιαίτερα καταχρηστικούς όρους ο εργοδότης τιμωρείται, ανεξάρτητα από την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον πέντε (5) μηνών.
γ) Όταν η απασχόληση αδήλωτου/ων εργαζόμενου/ων έχει διαπραχθεί από εργοδότη, ο οποίος χρησιμοποιεί την εργασία ή τις υπηρεσίες του/τους, γνωρίζοντας ότι είναι θύμα/τα εμπορίας ανθρώπων, επιβάλλεται σε αυτόν η προβλεπόμενη ποινή της παραγράφου 3 του άρθρου 323 Α ΠΚ, εκτός εάν για τον ίδιο απασχολούμενο και την ίδια πράξη έχει ήδη ασκηθεί σε βάρος του εργοδότη ποινική δίωξη ή έχει ήδη καταδικασθεί βάσει του ίδιου άρθρου του ΠΚ.
δ) Η ποινική δίωξη σε κάθε περίπτωση ασκείται αυτεπαγγέλτως.
ε) Το Σ.ΕΠ.Ε. υποβάλλει εφόσον συντρέχει μία από τις περιπτώσεις των περιπτώσεων β) και γ) μηνυτήρια αναφορά στις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές.
6. Κατά της πράξης επιβολής χρηματικής κύρωσης ασκείται προσφυγή μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την κοινοποίησή της ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου. Μέσα στην ίδια προθεσμία η προσφυγή κοινοποιείται με μέριμνα του προσφεύγοντος και επί ποινή απαραδέκτου στην αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. ή του ΕΦΚΑ. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξης επιβολής χρηματικής κύρωσης. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. ή του ΕΦΚΑ βεβαιώνουν το ποσό του επιβληθέντος προστίμου, το οποίο εισπράττεται από το Σ.ΕΠ.Ε. ή τον ΕΦΚΑ αντίστοιχα.
Άρθρο 2
Α΄Εκδοχή
1. Εφόσον εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης καταβάλει το ήμισυ του προστίμου της παραγράφου 1 του άρθρου 1 (5.250 ευρώ), τότε σε περίπτωση δήλωσης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου του εργαζόμενου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκε/αν ως αδήλωτος/οι, το εναπομείναν πρόστιμο μειώνεται ως εξής:
α) στο ποσό των 3.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 14 μηνών
β) στο ποσό των 2.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 18 μηνών
γ) στο ποσό των 1.000 ευρώ σε περίπτωση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον 24 μηνών.
Η ως άνω απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου δηλώνεται στα σχετικά ειδικά πεδία των εντύπων Ε3 και Ε4.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί οποιαδήποτε περαιτέρω παραβίαση στους όρους εργασίας του αδήλωτου εργαζόμενου κατά το διάστημα της ως άνω απασχόλησης, τότε το σχετικό προβλεπόμενο πρόστιμο διπλασιάζεται, ενώ εάν κατά το διάστημα της απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου διαπιστωθούν παραβιάσεις στα εργασιακά δικαιώματα και των λοιπών εργαζομένων του εργοδότη/επιχείρησης, εφαρμόζεται η διάταξη του στοιχείου β της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 3996/2011, όπως ισχύει.
Β΄Εκδοχή
1. Εάν, εντός δέκα (10) τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου, ο εργοδότης προβεί στην πρόσληψη σε δήλωση, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας πλήρους απασχόλησης αορίστου χρόνου του εργαζομένου ή των εργαζομένων που διαπιστώθηκαν ως αδήλωτοι, το διοικητικό πρόστιμο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 μειώνεται ως εξής:
α) στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον τριών (3) μηνών. δεκατεσσάρων (14) μηνών
β) στο ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον έξι (6) μηνών δεκακτώ (18) μηνών .
γ) στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση πλήρους απασχόλησης διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) έτους εικοσιτεσσάρων (24) μηνών.
δ) στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση πρόσληψης με σύμβαση αορίστου χρόνου, εφόσον ο εργοδότης δεν θα προβεί σε μείωση προσωπικού για διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών.
Η ως άνω απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου δηλώνεται στα σχετικά ειδικά πεδία των εντύπων Ε3 και Ε4.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί οποιαδήποτε περαιτέρω παραβίαση στους όρους εργασίας του αδήλωτου εργαζόμενου κατά το διάστημα της ως άνω απασχόλησης, τότε το σχετικό προβλεπόμενο πρόστιμο διπλασιάζεται, ενώ εάν κατά το διάστημα της απασχόλησης του αδήλωτου εργαζόμενου διαπιστωθούν παραβιάσεις στα εργασιακά δικαιώματα και των λοιπών εργαζομένων του εργοδότη/επιχείρησης, εφαρμόζεται η διάταξη του στοιχείου β της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 3996/2011, όπως ισχύει.
2. Στις περιπτώσεις των εποχικών επιχειρήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 4 του Ν. 1545/1985, η χρήση από τον εργοδότη της δυνατότητας έκπτωσης των ανωτέρω εδαφίων α’ ή β’ μπορεί να συνεπάγεται την κατάτμηση της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου και στην επόμενη περίοδο λειτουργίας της εποχικής επιχείρησης, εφόσον δεν επαρκεί το χρονικό διάστημα στη συγκεκριμένη περίοδο λειτουργίας για να ολοκληρωθεί ο ελάχιστα απαιτούμενος χρόνος απασχόλησης. αφορά σε ποσοστό 30% επί του προστίμου της παρ.1 του άρθρου 1 και αντιστοιχεί στην πλήρη απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου καθ’όλη την περίοδο λειτουργίας της εποχικής επιχείρησης, στη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε ο έλεγχος.
3. Εάν ο εργαζόμενος με υπεύθυνη δήλωσή του, που φέρει θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του, δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την πρόσληψη Σε περίπτωση που η απασχόληση του αδήλωτου εργαζόμενου καθίσταται αδύνατη και ο εργοδότης, εντός πέντε (5) τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του ελέγχου προβεί στην πρόσληψη άλλου εργαζομένου, το δικαίωμα έκπτωσης διατηρείται, σύμφωνα με τις περιπτώσεις της παρ. 1.
4. Από την ημερομηνία του ελέγχου και καθ’ όλη τη διάρκεια των περιόδων της παρ. 1 κατά περίπτωση, δεν επιτρέπεται ο εργοδότης να προβεί σε μείωση του προσωπικού.
5. Ως μείωση του προσωπικού, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται: α) η μεταβολή του αριθμού των εργαζομένων που απασχολεί η επιχείρηση σε αριθμό μικρότερο από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούσε η επιχείρηση κατά την ημερομηνία και ώρα του ελέγχου, προσαυξημένο κατά τον αριθμόπροστιθέμενου/ων του/των εργαζομένου/ων που προσέλαβε ο εργοδότης προκειμένου να τύχει της έκπτωσης, β) η αλλαγή του καθεστώτος απασχόλησης των εργαζομένων που απασχολεί η επιχείρηση από πλήρη σε μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση, γ) η θέση εργαζομένων σε διαθεσιμότητα και δ) η εθελουσία έξοδος που γίνεται με πρωτοβουλία του εργοδότη, μέσω προγραμμάτων παροχής κινήτρων εθελούσιας εξόδου.
6. Στην έννοια της μείωσης του προσωπικού της παρ. 4 δεν περιλαμβάνονται: α) η συνταξιοδότηση, β) η λήξη σύμβασης πέρατος του χρόνου για τον οποίο έχει συναφθεί, πριν την ημερομηνία ελέγχου, γ) η καταγγελία σύμβασης κατόπιν υποβολής μήνυσης από τον εργοδότη σε εργαζόμενο της επιχείρησης για αξιόποινη πράξη που τέλεσε κατά την άσκηση της εργασίας του, δ) γ) η φυλάκιση και ο θάνατος εργαζομένου, δ) η οικειοθελής αποχώρηση που δεν θεωρείται ως καταγγελία της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 38 του ν. 4488/2017 (Α΄ 137).
7. Σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού για τους λόγους α και δ τον υπό δ) λόγο της παραγράφου 5, ο εργοδότης υποχρεούται εντός δέκα πέντε (15) δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία που επήλθε η μείωση να προβεί σε νέα πρόσληψη αντίστοιχης απασχόλησης και με τους ίδιους όρους εργασίας, ώστε να διατηρηθεί σταθερός ο αριθμός των εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας της επιχείρησης.
8. Το δικαίωμα έκπτωσης του παρόντος άρθρου παρέχεται μόνο εάν ο εργοδότης δεν είναι υπότροπος κατά τις διατάξεις της παρ. 3 2 του άρθρου 1 του παρόντος, αποδεχθεί το πρόστιμο και παραιτηθεί από τη χρήση των ενδίκων βοηθημάτων και το καταβάλει μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής του.
9. Σε περίπτωση μείωσης του προσωπικού, κατά παράβαση των οριζομένων στο παρόν άρθρο, μη καταβολής των δεδουλευμένων αποδοχών και απόδοσης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών βεβαιώνεται σε βάρος του εργοδότη το υπολειπόμενο του αρχικού προστίμου ποσό.
Άρθρο 3
Αν από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε. και του ΕΦΚΑ επιβληθούν σε μια επιχείρηση, εκμετάλλευση ή άλλη εργασία περισσότερα από ένα πρόστιμα για αδήλωτη εργασία του ίδιου εργαζόμενου κατά τη διάρκεια της ίδιας ημέρας, η καταβολή του προστίμου γίνεται άπαξ και βάσει της Πράξης Επιβολής Προστίμου που κοινοποιήθηκε πρώτη σε αυτόν.
Άρθρο 4
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται τα σχετικά θέματα για την εφαρμογή των προηγούμενων άρθρων.
Συγχρονισμός των ελεγκτικών μηχανισμών
1. Για τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του έργου των ελεγκτικών υπηρεσιών και προκειμένου να επιτευχθούν συνέργειες και να αποφευχθούν αλληλοεπικαλύψεις μεταξύ των υπηρεσιών αυτών, ανατίθεται στον Ειδικό Γραμματέα του Σ.ΕΠ.Ε. σε συνεργασία με τον Διευθυντή της αρμόδιας Υπηρεσίας του ΕΦΚΑ, ο σχεδιασμός, ο συντονισμός, ο προγραμματισμός και η παρακολούθηση των ελέγχων των υπηρεσιών του Σ.ΕΠ.Ε. και του ΕΦΚΑ
2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που εκδίδεται μέχρι τις …..5.2018, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΕΦΚΑ και του Σ.Ε.Π.Ε., ρυθμίζεται η διαδικασία, ο συγχρονισμός των ελεγκτικών υπηρεσιών, ο τρόπος και ο χρόνος διαβίβασης των εκθέσεων και δελτίων ελέγχου μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων.
Άρθρο 5
Η ισχύς των άρθρων 1 έως 3 αρχίζει από την έκδοση της απόφασης του άρθρου 4. Από την έναρξη ισχύος των άρθρων 1 έως 3, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη.
Άρθρο 6
1. Η παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 1836/1989 (Α΄ 79) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Εργοδότης που εκτελεί οικοδομική εργασία ή τεχνικό έργο, υποχρεούται να αναγγέλλει ηλεκτρονικά στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα του ΣΕΠΕ (ΟΠΣ-ΣΕΠΕ) το απασχολούμενο προσωπικό, πριν από την έναρξη κάθε ημερήσιας απασχόλησης. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα ανωτέρω επιβάλλονται, κατά δέσμια αρμοδιότητα, οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στις ισχύουσες περί αδήλωτης εργασίας διατάξεις.»
2. Η παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4144/2013 (Α΄ 88) αντικαθίσταται ως εξής:
« 2. Τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας της ΕΛ.ΑΣ. και της Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε., ύστερα από τη διενέργεια του ελέγχου του άρθρου 14, υποχρεούνται να συντάξουν και στη συνέχεια να υποβάλουν τη σχετική έκθεση, με τα αποτελέσματα του ελέγχου, στις υπηρεσίες, που είναι κατά περίπτωση αρμόδιες για την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων. Οι πράξεις επιβολής κυρώσεων του προηγούμενου εδαφίου κοινοποιούνται υποχρεωτικά στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της ΕΛ.ΑΣ. και στην Ε.Γ. Σ.Δ.Ο.Ε., κατά περίπτωση. Αν από τη σχετική έκθεση διαπιστώνεται η μη αναγραφή εργαζομένου σε ισχύοντα πίνακα προσωπικού, η απασχόληση εργαζόμενου με οποιαδήποτε μορφή απασχόλησης σε εργοδότη, χωρίς ο τελευταίος να τον έχει δηλώσει νομίμως στις αρμόδιες αρχέςεπιβάλλονται άνευ ετέρου από τον Προϊστάμενο του κατά τόπο αρμόδιου Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, κατά δέσμια αρμοδιότητα, οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στις ισχύουσες για την αδήλωτη εργασία διατάξεις.»
Κυρία Υπουργέ,
Η ΓΣΕΕ έχει επισημάνει με κάθε τρόπο ότι το ύψος των προστίμων και η έκταση γενικότερα των κυρώσεων για την παραβατικότητα στην αγορά εργασίας και την αδήλωτη εργασία ειδικότερα, θα πρέπει να μην λαμβάνονται ως μέτρα με αποσπασματικό τρόπο, αλλά να τελούν σε συνάρτηση με το σύνολο των διατάξεων και των πρωτοβουλιών που υιοθετούνται για τον περιορισμό του φαινομένου και κυρίως να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός συνολικότερου πλαισίου στρατηγικής που περιλαμβάνει α) την υιοθέτηση ως μοντέλου αναφοράς την εργασία αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης, παράλληλα με την κατάργηση μνημονιακών διατάξεων στην εργατική νομοθεσία που έχουν οδηγήσει στην εμπέδωση ως «κανονικότητας» της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και της ψευδώς δηλωμένης εργασίας και β) πλήθος κινήτρων και αντικινήτρων άρτια συναρθρωμένων μεταξύ τους[1].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου