Από το reporter.gr
Τη δυναμική του βιομηχανικού κλάδου, αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ανέδειξαν οι κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες του κατά τη συζήτηση με θέμα «Ελληνική Βιομηχανία: Αλήθειες & Μύθοι», καταλήγοντας στο μήνυμα ότι «πρέπει το Κράτος να ξεφύγει από την εσωστρέφεια, από την ανάγκη να ελέγχει τα πάντα».
Στη συζήτηση, που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου 2018 στο ΙΝΝΟVATHENS με πρωτοβουλία των..
Εκδόσεων ΚΕΡΚΥΡΑ – economia Publishing, ο Πρόεδρος του ΣΕΒ Θόδωρος Φέσσας, οι Πρόεδροι Περιφερειακών Συνδέσμων – Βορείου Ελλάδας Αθανάσιος Σαββάκης, Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδος Ελένη Κολιοπούλου, Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδος Κλεομένης Μπάρλος, ο Πρόεδρος της «Ελληνικά Πετρέλαια» Στάθης Τσοτσορός, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, η Αναπλ. Καθηγήτρια Οικονομικής Ιστορίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Ιωάννα Πεπελάση και οι μεγάλοι της παραδοσιακής δομής της χώρας Ιάσων Στράτος, Ανδρέας Κανελλόπουλος, Στέλιος Αργυρός και Γεώργιος Τσάτσος υπογράμμισαν ότι η συνέχιση της βιομηχανικής παράδοσης μπορεί να δώσει διέξοδο στις ανάγκες της Ελληνικής οικονομίας του σήμερα και στις δυνατότητες αύξησης της Ελληνικής παραγωγής.
Για τον Θόδωρο Φέσσα, με δεδομένη την σταθερή πρόσδεση της Ελληνικής οικονομίας στην Ευρώπη, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σήμερα, «η βιομηχανική πολιτική ξαναμπαίνει στο προσκήνιο των πολιτικών σε Ευρωπαϊκό επίπεδο». Η βιομηχανία δημιουργεί σταθερές, υψηλού τεχνολογικού περιεχομένου και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, πολλαπλασιάζει τις δεξιότητες, ενώ «υποχρεώνει» σε αναζήτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Οι επιχειρήσεις του κλάδου βρέθηκαν πολλές φορές υπό πίεση στα μεταπολεμικά χρόνια – όμως όσες άντεξαν, βγήκαν πιο δυνατές.
Ο Θαν. Σαββάκης περιέγραψε τις ιδιαίτερες προκλήσεις που έζησε ο κλάδος στην Βόρεια Ελλάδα, όπου όντως υπήρξε ένα κύμα «μετανάστευσης» μονάδων προς Βορρά σε αναζήτηση της «επιβίωσης μέσω χαμηλότερου παραγωγικού κόστους (ιδίως σε βιοτεχνίες και μονάδες εντάσεως εργασίας)», όμως και η στροφή των ματιών τους προς την Κεντρική Ευρώπη και η συνειδητοποίηση των ευκαιριών που ανοίγει ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός «έκανε τις επιχειρήσεις να μάθουν τον ανταγωνισμό». Έτσι, από τα πετρέλαια μέχρι τον αγροδιατροφικό τομέα, από τα δομικά υλικά και το κατεργασμένο αλουμίνιο μέχρι τους ανελκυστήρες (3 από τις 5 μονάδες-leader Ευρωπαϊκού επιπέδου βρίσκονται στο Κιλκίς), μια νέα φάση έχει ανοίξει στην Βόρεια Ελλάδα.
Ο Στάθης Τσοτσορός, με την εμπειρία του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων της δεκαετίας του ΄80, αλλά τώρα στο τιμόνι των ΕΛΠΕ, αναφέρθηκε στην «ενσωμάτωση της ιδέας του ισχυρού προστατευτισμού», που γι’ αυτόν υπήρξε η κύρια αιτία της αποβιομηχάνισης μαζί όμως και με το βάρος του υψηλού δανεισμού στην εποχή εκείνη. Στην τωρινή φάση, «η αναζήτηση της εξωστρέφειας μέσω του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού είναι μονόδρομος για τις επιχειρήσεις», ενώ ο περιορισμός της εσωτερικής αγοράς τις υποχρεώνει στην προσαρμογή στις ανταγωνιστικές συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς.
Ο Νίκος Βέττας, ως ΙΟΒΕ, αφού εξήγησε το πώς η «βιομηχανία βρίσκεται σήμερα για μιαν ακόμη φορά σε ένα σημείο καμπής» και αντιμέτωπη με «το μείζον θέμα της ελληνικής οικονομίας: «θα τρέξουν οι επενδύσεις;»», κατέγραψε την ανθεκτικότητα που έδειξε ως κλάδος κατά την κρίση, καθώς κράτησε καλύτερα και σε επίπεδο απασχόλησης και ως καινοτομία και ως επίπεδο επενδύσεων. Όμως τώρα χρειάζεται με κάθε τρόπο να αναβαθμίσει την ενσωμάτωση τεχνολογίας, έρευνας και ανάπτυξης και να εμπεδώσει την εξωστρέφειά της.
Η Ιωάννα Πεπελάση, μετά από κάποιες ιστορικές αναφορές στην «διστακτική εκβιομηχάνιση» των παλαιότερων φάσεων, που οδήγησε μετά την ένταξη στην ΕΟΚ σε αποβιομηχάνιση που επιταχύνθηκε (υπό συνθήκες «ιστορικού ελλείμματος στην καινοτομία» , αλλά και υψηλής μόχλευσης των επιχειρήσεων εκείνων που κατέληξαν με πρόβλημα), στράφηκε κυρίως στην σημερινή εμπειρία επιχειρήσεων. Που είτε στην μεταποίηση, είτε στους δημιουργικούς κλάδους/creative industries επιχειρούν αποσύνδεση από το παρελθόν. Με υψηλή τεχνολογία αιχμής, με αυτοχρηματοδότηση εν πολλοίς, σε προϊόντα που ξεκινούν από τον αγροδιατροφικό τομέα και φθάνουν στην μόδα, συστάδες από start-ups δημιουργούν «νέα εξωστρέφεια για την Ελλάδα».
Η Ελένη Κολιοπούλου επικέντρωσε την δική της εισήγηση στο πώς και στο παρελθόν διαδοχικές φάσεις καταστροφής δεν μπόρεσαν να εκτοπίσουν την Ελληνική βιομηχανία: «πάθος και μεράκι για την παραγωγή» ήταν τα στοιχεία που οδήγησαν και κρατούν μιαν ευρύτατη γκάμμα κλάδων, ενώ ο ανθρώπινος παράγοντας/οι εργαζόμενοι των βιομηχανικών μονάδων κατορθώνουν σταθερά να ενσωματώνουν καινοτομία μέσα από το επιχειρηματικό οικοσύστημα.
Ο Κλ. Μπάρλος εξήγησε με την ματιά του ερευνητή την πείρα του πώς το Πανεπιστήμιο δίστασε να εμπλακεί άμεσα με την παραγωγή από φόβο της αποτυχίας. Περιέγραψε όμως ένα αύριο «γενναίου καινούργιου κόσμου», όπου η τεχνολογία διεκδικεί δυναμικά να οδηγήσει την παραγωγή – και το πετυχαίνει όλο και περισσότερο.
Στην συνέχεια, τα μεγάλα ονόματα της παλιότερης βιομηχανίας κατέθεσαν πολλές, σημαντικές εμπειρίες.
Ο Ιάσων Στράτος, ως Πειραϊκή-Πατραϊκή, ανέτρεξε στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια όπου – υπό συνθήκες απόλυτης σπάνιος πόρων και μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του Πολέμου/της Κατοχής, ξεκίνησε και πάλι η βιομηχανία. Ενώ η παλιά υφάντρια ήλεγχε 4 αργαλειούς (άλλους τόσους ο κομποδέτης), με τις τότε επενδύσεις πέρασαν στους 100 αργαλειούς! Μέσα σε λίγα χρόνια στήθηκαν νέες δομές παραγωγής, που έδωσαν στην οικονομία ρυθμούς ανάπτυξης 5% και 6% τον χρόνο. Μετά το ΄80, η στάση του Κράτους, οι αρνητικές νοοτροπίες, αλλά και η υπερχρέωση -προς την οποία, πάλι, έσπρωχνε τις επιχειρήσει το Δημόσιο – οδήγησαν σε διαδικασία φθοράς.
Ο Ανδρέας Κανελλόπουλος, του Τιτάνα, πήγε ακόμη πιο πίσω, τότε που ο «Κύκλος της Ζυρίχης» από ανήσυχους νέους σπουδαστές, ξεκινούσε την τσιμεντοβιομηχανία. Και ενώ ήταν να γίνει μια ενιαία μονάδα, εσωτερικές διαφωνίες οδήγησαν σε διάσπαση – που, όμως, έδωσαν τις δυο μεγάλες επιχειρήσεις: Τιτάνα και ΑΓΕΤ/Ηρακλής. Επανέφερε την μνήμη των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, όταν στην Βόρεια Ελλάδα είχε ξεκινήσει η δημιουργία τσιμεντοβιομηχανίας και, για να πάνε τα μηχανήματα που ξεφορτώνονταν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης μερικά χιλιόμετρα παραπέρα, χρειάζονταν υποστηλώματα στις γέφυρες που δεν άντεχαν! Αναφέρθηκε και στο ζήτημα της υψηλής μόχλευσης των βιομηχανικών επιχειρήσεων, θυμίζοντας ότι το Κράτος είχε στρέψει εμφατικά προς τα εκεί τις βιομηχανίες. Τέλος, θύμισε το επεισόδιο με Κωνσταντίνο Καραμανλή που – επιλέγοντας την ένταξη στην ΕΟΚ, πολιτικά – είχε πει το ιστορικό «Θα σας ρίξω στην θάλασσα, θα κολυμπήσετε» για να υπενθυμίσει πως ο τότε ΣΕΒ στήριξε την επιλογή εκείνη, παρά τα διαφαινόμενα προβλήματα.
Ο Στέλιος Αργυρός θύμισε ότι, παρά τα φαινόμενα υποχώρησης της βιομηχανίας/αποβιομηχάνισης, τα 80% των μονάδων που παρουσιάζονται στην Έκθεση συνεχίζουν να υπάρχουν. Γι’ αυτόν, μύθος είναι η αποφυγή του ρίσκου στην Ελλάδα: τα start-ups μέσα στην κρίση δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Αλήθεια είναι η επιφυλακτικότητα – αν μη εχθρότητα – με την οποία το Κράτος βλέπει την βιομηχανία. Αλήθεια είναι επίσης η εξαιρετική προσαρμοστικότητα του ανθρώπινου δυναμικού: ότι η ESSO Pappas είχε 17 μονάδες ανά τον κόσμο, ή η Siemens ταυτόσημα εργοστάσια στην Ευρώπη, οι Ελληνικές μονάδες σταθερά είχαν την καλύτερη παραγωγικότητα. Για τον Στ. Αργυρό, ζητήματα νοοτροπίας είναι εκείνα που χρειάζεται επειγόντως να διορθωθούν: προσοχή στον ανθρώπινο παράγοντα, συγκράτηση της σπατάλης για την γραφειοκρατία, «ανακάλυψη» της αξίας/της αριστείας. Και, ταυτόχρονα, αποδοχή της πειθαρχίας ως οργανωτικής αρετής.
Ο Γιώργος Τσάτσος, ως ΑΓΕΤ, έθεσε το γνώριμο ερώτημα: γιατί η Ελληνική η ναυτιλία κατορθώνει και κεφάλαια να βρίσκει, και σε βίαιες κυκλικές αλλαγές να προσαρμόζεται; Γι αυτόν, η αλήθεια είναι δυσάρεστα απλή: «Η Ελλάδα δεν αγαπά την βιομηχανία». Θύμισε ότι, σε όλο το ξεκίνημα του Ελληνικού κινηματογράφου, στις ταινίες της Finos Films η φιγούρα «του βιομήχανου» είναι αντιπαθητική, ανάλγητη, εχθρική – «ώσπου έρχεται το καλό κορίτσι, η Βουγιουκλάκη, και σώζει την κατάσταση». Έδωσε επίσης το παράδειγμα όπου επί 4 χρόνια χρόνιζαν οι (135) άδειες για μια βιομηχανική μονάδα: «όταν το αποφάσισε ο Μητσοτάκης, σε τρεις μέρες δόθηκαν όλες οι άδειες». Το ζήτημα είναι «να ανακαλύψουν στο Κράτος, ότι τους συμφέρει η ανάπτυξη της βιομηχανίας».
Κλείνοντας την ημέρα, ο Θόδωρος Φέσσας έθεσε το ίδιο θέμα λίγο διαφορετικά: «πρέπει το Κράτος να ξεφύγει από την εσωστρέφεια, από την ανάγκη να ελέγχει τα πάντα». Και η ίδια η παραγωγή να συνειδητοποιήσει ότι μπήκαμε πλέον σε μια φάση μείξης βιομηχανίας και υπηρεσιών, με κοινό στοιχείο την τεχνολογία – και να ακολουθήσει, ή μάλλον να προπορευθεί σ’ αυτήν την κατεύθυνση.
Tης συζήτησης προηγήθηκε ξενάγηση στην έκθεση «160 χρόνια Μade in Greece. Βιομηχανία, πρωτοπορία, καινοτομία» από την κυρία Χριστίνα Αγριαντώνη, επιστημονική επιμελήτρια της έκθεσης.
Τη δυναμική του βιομηχανικού κλάδου, αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ανέδειξαν οι κορυφαίοι θεσμικοί παράγοντες του κατά τη συζήτηση με θέμα «Ελληνική Βιομηχανία: Αλήθειες & Μύθοι», καταλήγοντας στο μήνυμα ότι «πρέπει το Κράτος να ξεφύγει από την εσωστρέφεια, από την ανάγκη να ελέγχει τα πάντα».
Στη συζήτηση, που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 13 Μαρτίου 2018 στο ΙΝΝΟVATHENS με πρωτοβουλία των..
Εκδόσεων ΚΕΡΚΥΡΑ – economia Publishing, ο Πρόεδρος του ΣΕΒ Θόδωρος Φέσσας, οι Πρόεδροι Περιφερειακών Συνδέσμων – Βορείου Ελλάδας Αθανάσιος Σαββάκης, Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδος Ελένη Κολιοπούλου, Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδος Κλεομένης Μπάρλος, ο Πρόεδρος της «Ελληνικά Πετρέλαια» Στάθης Τσοτσορός, ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, η Αναπλ. Καθηγήτρια Οικονομικής Ιστορίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Ιωάννα Πεπελάση και οι μεγάλοι της παραδοσιακής δομής της χώρας Ιάσων Στράτος, Ανδρέας Κανελλόπουλος, Στέλιος Αργυρός και Γεώργιος Τσάτσος υπογράμμισαν ότι η συνέχιση της βιομηχανικής παράδοσης μπορεί να δώσει διέξοδο στις ανάγκες της Ελληνικής οικονομίας του σήμερα και στις δυνατότητες αύξησης της Ελληνικής παραγωγής.
Για τον Θόδωρο Φέσσα, με δεδομένη την σταθερή πρόσδεση της Ελληνικής οικονομίας στην Ευρώπη, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σήμερα, «η βιομηχανική πολιτική ξαναμπαίνει στο προσκήνιο των πολιτικών σε Ευρωπαϊκό επίπεδο». Η βιομηχανία δημιουργεί σταθερές, υψηλού τεχνολογικού περιεχομένου και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, πολλαπλασιάζει τις δεξιότητες, ενώ «υποχρεώνει» σε αναζήτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Οι επιχειρήσεις του κλάδου βρέθηκαν πολλές φορές υπό πίεση στα μεταπολεμικά χρόνια – όμως όσες άντεξαν, βγήκαν πιο δυνατές.
Ο Θαν. Σαββάκης περιέγραψε τις ιδιαίτερες προκλήσεις που έζησε ο κλάδος στην Βόρεια Ελλάδα, όπου όντως υπήρξε ένα κύμα «μετανάστευσης» μονάδων προς Βορρά σε αναζήτηση της «επιβίωσης μέσω χαμηλότερου παραγωγικού κόστους (ιδίως σε βιοτεχνίες και μονάδες εντάσεως εργασίας)», όμως και η στροφή των ματιών τους προς την Κεντρική Ευρώπη και η συνειδητοποίηση των ευκαιριών που ανοίγει ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός «έκανε τις επιχειρήσεις να μάθουν τον ανταγωνισμό». Έτσι, από τα πετρέλαια μέχρι τον αγροδιατροφικό τομέα, από τα δομικά υλικά και το κατεργασμένο αλουμίνιο μέχρι τους ανελκυστήρες (3 από τις 5 μονάδες-leader Ευρωπαϊκού επιπέδου βρίσκονται στο Κιλκίς), μια νέα φάση έχει ανοίξει στην Βόρεια Ελλάδα.
Ο Στάθης Τσοτσορός, με την εμπειρία του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων της δεκαετίας του ΄80, αλλά τώρα στο τιμόνι των ΕΛΠΕ, αναφέρθηκε στην «ενσωμάτωση της ιδέας του ισχυρού προστατευτισμού», που γι’ αυτόν υπήρξε η κύρια αιτία της αποβιομηχάνισης μαζί όμως και με το βάρος του υψηλού δανεισμού στην εποχή εκείνη. Στην τωρινή φάση, «η αναζήτηση της εξωστρέφειας μέσω του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού είναι μονόδρομος για τις επιχειρήσεις», ενώ ο περιορισμός της εσωτερικής αγοράς τις υποχρεώνει στην προσαρμογή στις ανταγωνιστικές συνθήκες της παγκόσμιας αγοράς.
Ο Νίκος Βέττας, ως ΙΟΒΕ, αφού εξήγησε το πώς η «βιομηχανία βρίσκεται σήμερα για μιαν ακόμη φορά σε ένα σημείο καμπής» και αντιμέτωπη με «το μείζον θέμα της ελληνικής οικονομίας: «θα τρέξουν οι επενδύσεις;»», κατέγραψε την ανθεκτικότητα που έδειξε ως κλάδος κατά την κρίση, καθώς κράτησε καλύτερα και σε επίπεδο απασχόλησης και ως καινοτομία και ως επίπεδο επενδύσεων. Όμως τώρα χρειάζεται με κάθε τρόπο να αναβαθμίσει την ενσωμάτωση τεχνολογίας, έρευνας και ανάπτυξης και να εμπεδώσει την εξωστρέφειά της.
Η Ιωάννα Πεπελάση, μετά από κάποιες ιστορικές αναφορές στην «διστακτική εκβιομηχάνιση» των παλαιότερων φάσεων, που οδήγησε μετά την ένταξη στην ΕΟΚ σε αποβιομηχάνιση που επιταχύνθηκε (υπό συνθήκες «ιστορικού ελλείμματος στην καινοτομία» , αλλά και υψηλής μόχλευσης των επιχειρήσεων εκείνων που κατέληξαν με πρόβλημα), στράφηκε κυρίως στην σημερινή εμπειρία επιχειρήσεων. Που είτε στην μεταποίηση, είτε στους δημιουργικούς κλάδους/creative industries επιχειρούν αποσύνδεση από το παρελθόν. Με υψηλή τεχνολογία αιχμής, με αυτοχρηματοδότηση εν πολλοίς, σε προϊόντα που ξεκινούν από τον αγροδιατροφικό τομέα και φθάνουν στην μόδα, συστάδες από start-ups δημιουργούν «νέα εξωστρέφεια για την Ελλάδα».
Η Ελένη Κολιοπούλου επικέντρωσε την δική της εισήγηση στο πώς και στο παρελθόν διαδοχικές φάσεις καταστροφής δεν μπόρεσαν να εκτοπίσουν την Ελληνική βιομηχανία: «πάθος και μεράκι για την παραγωγή» ήταν τα στοιχεία που οδήγησαν και κρατούν μιαν ευρύτατη γκάμμα κλάδων, ενώ ο ανθρώπινος παράγοντας/οι εργαζόμενοι των βιομηχανικών μονάδων κατορθώνουν σταθερά να ενσωματώνουν καινοτομία μέσα από το επιχειρηματικό οικοσύστημα.
Ο Κλ. Μπάρλος εξήγησε με την ματιά του ερευνητή την πείρα του πώς το Πανεπιστήμιο δίστασε να εμπλακεί άμεσα με την παραγωγή από φόβο της αποτυχίας. Περιέγραψε όμως ένα αύριο «γενναίου καινούργιου κόσμου», όπου η τεχνολογία διεκδικεί δυναμικά να οδηγήσει την παραγωγή – και το πετυχαίνει όλο και περισσότερο.
Στην συνέχεια, τα μεγάλα ονόματα της παλιότερης βιομηχανίας κατέθεσαν πολλές, σημαντικές εμπειρίες.
Ο Ιάσων Στράτος, ως Πειραϊκή-Πατραϊκή, ανέτρεξε στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια όπου – υπό συνθήκες απόλυτης σπάνιος πόρων και μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του Πολέμου/της Κατοχής, ξεκίνησε και πάλι η βιομηχανία. Ενώ η παλιά υφάντρια ήλεγχε 4 αργαλειούς (άλλους τόσους ο κομποδέτης), με τις τότε επενδύσεις πέρασαν στους 100 αργαλειούς! Μέσα σε λίγα χρόνια στήθηκαν νέες δομές παραγωγής, που έδωσαν στην οικονομία ρυθμούς ανάπτυξης 5% και 6% τον χρόνο. Μετά το ΄80, η στάση του Κράτους, οι αρνητικές νοοτροπίες, αλλά και η υπερχρέωση -προς την οποία, πάλι, έσπρωχνε τις επιχειρήσει το Δημόσιο – οδήγησαν σε διαδικασία φθοράς.
Ο Ανδρέας Κανελλόπουλος, του Τιτάνα, πήγε ακόμη πιο πίσω, τότε που ο «Κύκλος της Ζυρίχης» από ανήσυχους νέους σπουδαστές, ξεκινούσε την τσιμεντοβιομηχανία. Και ενώ ήταν να γίνει μια ενιαία μονάδα, εσωτερικές διαφωνίες οδήγησαν σε διάσπαση – που, όμως, έδωσαν τις δυο μεγάλες επιχειρήσεις: Τιτάνα και ΑΓΕΤ/Ηρακλής. Επανέφερε την μνήμη των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, όταν στην Βόρεια Ελλάδα είχε ξεκινήσει η δημιουργία τσιμεντοβιομηχανίας και, για να πάνε τα μηχανήματα που ξεφορτώνονταν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης μερικά χιλιόμετρα παραπέρα, χρειάζονταν υποστηλώματα στις γέφυρες που δεν άντεχαν! Αναφέρθηκε και στο ζήτημα της υψηλής μόχλευσης των βιομηχανικών επιχειρήσεων, θυμίζοντας ότι το Κράτος είχε στρέψει εμφατικά προς τα εκεί τις βιομηχανίες. Τέλος, θύμισε το επεισόδιο με Κωνσταντίνο Καραμανλή που – επιλέγοντας την ένταξη στην ΕΟΚ, πολιτικά – είχε πει το ιστορικό «Θα σας ρίξω στην θάλασσα, θα κολυμπήσετε» για να υπενθυμίσει πως ο τότε ΣΕΒ στήριξε την επιλογή εκείνη, παρά τα διαφαινόμενα προβλήματα.
Ο Στέλιος Αργυρός θύμισε ότι, παρά τα φαινόμενα υποχώρησης της βιομηχανίας/αποβιομηχάνισης, τα 80% των μονάδων που παρουσιάζονται στην Έκθεση συνεχίζουν να υπάρχουν. Γι’ αυτόν, μύθος είναι η αποφυγή του ρίσκου στην Ελλάδα: τα start-ups μέσα στην κρίση δείχνουν το ακριβώς αντίθετο. Αλήθεια είναι η επιφυλακτικότητα – αν μη εχθρότητα – με την οποία το Κράτος βλέπει την βιομηχανία. Αλήθεια είναι επίσης η εξαιρετική προσαρμοστικότητα του ανθρώπινου δυναμικού: ότι η ESSO Pappas είχε 17 μονάδες ανά τον κόσμο, ή η Siemens ταυτόσημα εργοστάσια στην Ευρώπη, οι Ελληνικές μονάδες σταθερά είχαν την καλύτερη παραγωγικότητα. Για τον Στ. Αργυρό, ζητήματα νοοτροπίας είναι εκείνα που χρειάζεται επειγόντως να διορθωθούν: προσοχή στον ανθρώπινο παράγοντα, συγκράτηση της σπατάλης για την γραφειοκρατία, «ανακάλυψη» της αξίας/της αριστείας. Και, ταυτόχρονα, αποδοχή της πειθαρχίας ως οργανωτικής αρετής.
Ο Γιώργος Τσάτσος, ως ΑΓΕΤ, έθεσε το γνώριμο ερώτημα: γιατί η Ελληνική η ναυτιλία κατορθώνει και κεφάλαια να βρίσκει, και σε βίαιες κυκλικές αλλαγές να προσαρμόζεται; Γι αυτόν, η αλήθεια είναι δυσάρεστα απλή: «Η Ελλάδα δεν αγαπά την βιομηχανία». Θύμισε ότι, σε όλο το ξεκίνημα του Ελληνικού κινηματογράφου, στις ταινίες της Finos Films η φιγούρα «του βιομήχανου» είναι αντιπαθητική, ανάλγητη, εχθρική – «ώσπου έρχεται το καλό κορίτσι, η Βουγιουκλάκη, και σώζει την κατάσταση». Έδωσε επίσης το παράδειγμα όπου επί 4 χρόνια χρόνιζαν οι (135) άδειες για μια βιομηχανική μονάδα: «όταν το αποφάσισε ο Μητσοτάκης, σε τρεις μέρες δόθηκαν όλες οι άδειες». Το ζήτημα είναι «να ανακαλύψουν στο Κράτος, ότι τους συμφέρει η ανάπτυξη της βιομηχανίας».
Κλείνοντας την ημέρα, ο Θόδωρος Φέσσας έθεσε το ίδιο θέμα λίγο διαφορετικά: «πρέπει το Κράτος να ξεφύγει από την εσωστρέφεια, από την ανάγκη να ελέγχει τα πάντα». Και η ίδια η παραγωγή να συνειδητοποιήσει ότι μπήκαμε πλέον σε μια φάση μείξης βιομηχανίας και υπηρεσιών, με κοινό στοιχείο την τεχνολογία – και να ακολουθήσει, ή μάλλον να προπορευθεί σ’ αυτήν την κατεύθυνση.
Tης συζήτησης προηγήθηκε ξενάγηση στην έκθεση «160 χρόνια Μade in Greece. Βιομηχανία, πρωτοπορία, καινοτομία» από την κυρία Χριστίνα Αγριαντώνη, επιστημονική επιμελήτρια της έκθεσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου