Από το energypress.gr
Να ξεκινήσει τη διαδικασία αναθεώρησης του προτύπου συμβάσεων με το οποίο παραχωρούνται μέχρι σήμερα προς έρευνα και εκμετάλλευση τα «οικόπεδα» υδρογονανθράκων, αλλά και να προχωρήσει στην εκπόνηση νέου προτύπου, με διαφορετικό μοντέλο, έχει αποφασίσει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, η κίνηση του ΥΠΕΝ θα γίνει προς δύο κατευθύνσεις:
Η πρώτη κατεύθυνση είναι να ενσωματωθούν αλλαγές στο υφιστάμενο πρότυπο συμβάσεων που βασίζεται στο μοντέλο μίσθωσης / φόρων. Το μοντέλο αυτό εφαρμόζεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και είναι εκείνο που επιλέχτηκε το 2011 από τη χώρα μας. Με βάση αυτό το μοντέλο δημιουργήθηκε το πρότυπο συμβάσεων που χρησιμοποιήθηκε μέχρι σήμερα, με ενδιάμεσες προσαρμογές και ωριμάνσεις, στις παραχωρήσεις που έγιναν:
· με τη διαδικασία του open door (σε ΕΛΠΕ και Energean),
· για τις τρείς χερσαίες παραχωρήσεις (πάλι ΕΛΠΕ και Energean)
· για το γύρο των 20 θαλάσσιων οικοπέδων, όπου κατοχυρώθηκαν τρία οικόπεδα στα ΕΛΠΕ (στο ένα σε συνεργασία με την TOTAL)
Η εμπειρία από τις τρείς προηγούμενες «γενιές» παραχωρήσεων, αλλά και οι τάσεις που υπάρχουν διεθνώς, θα αξιοποιηθούν ώστε να υπάρξουν βελτιώσεις στο πρότυπο συμβάσεων αυτής της κατηγορίας.
Η δεύτερη κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί το Υπουργείο είναι να δημιουργήσει ένα καινούργιο πρότυπο συμβάσεων, με βάση το δεύτερο μοντέλο που συναντάται διεθνώς, το μοντέλο διανομής της παραγωγής, το οποίο μάλιστα αποτελούσε «σημαία» του ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά. Το μοντέλο διανομής περιλαμβάνεται (και αυτό) ως δυνατότητα στο βασικό πετρελαϊκό νόμο 2289/95, αλλά δεν προτιμήθηκε όταν το 2011 τροποποιήθηκε το νομικό πλαίσιο.
Οι ενδείξεις συνηγορούν ότι η κυβέρνηση θέλει τώρα να εμπλουτίσει το θεσμικό πλαίσιο και με ένα πρότυπο συμβάσεων στη βάση αυτού του μοντέλου. Το γεγονός ότι το μοντέλο αυτό έχει επιλέξει και η Κύπρος, με τους επιτελείς της οποίας το ΥΠΕΝ βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή, εκτιμάται ότι έχει παίξει το ρόλο του.
Η διαδικασία κατάρτισης του νέου προτύπου θα ξεκινήσει σε σύντομο διάστημα, είναι άγνωστο όμως πόσο σύντομα μπορεί να ολοκληρωθεί, καθώς η δημιουργία προτύπου δεν είναι καθόλου απλή δουλειά. Απαιτείται ταυτόχρονα νομική, θεσμική και εμπορική επεξεργασία και βεβαίως προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία.
«Το βασικότερο είναι να αξιολογηθεί ποιες υποχρεώσεις γεννά το κάθε μοντέλο για το ελληνικό δημόσιο και αν αυτές μπορούν να καλυφθούν από τις υπάρχουσες υπηρεσιακές δομές» τονίζει στο energypress παράγοντας που γνωρίζει άριστα το αντικείμενο.
Ερωτηματικό παραμένει πάντως αν οι αλλαγές που δρομολογεί το ΥΠΕΝ θα επηρεάσουν τις εν εξελίξει διεργασίες συμμετοχής μεγάλων παιχτών, όπως η Exxonmobil, σε ερευνητικές επενδύσεις στην ελληνική ΑΟΖ.
Εάν πάντως - όπως όλα δείχνουν – υπάρξει σύντομα αίτημα για παραχώρηση θαλάσσιων περιοχών, τότε θεωρείται πολύ δύσκολο να έρθουν, μεσούσης της διαδικασίας, νέα δεδομένα, νέες συμβάσεις κ.λπ. «Δεν μπορείς εκ των υστέρων να αλλάξεις τους όρους υπό τους οποίους κάποιοι παίχτες προσήλθαν στο παιχνίδι» λέγεται χαρακτηριστικά.
Ποιο μοντέλο είναι καλύτερο;
Στο παρελθόν, σε πολιτικό επίπεδο, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στην αντιπολίτευση, είχε χυθεί πολύ μελάνι πάνω στο ερώτημα ποιο μοντέλο, της μίσθωσης / φόρου ή της διανομής της παραγωγής είναι περισσότερο συμφέρον για τη χώρα.
Αξίζει όμως να παρατεθεί η απάντηση που έδωσε επ΄αυτού το 2015 ο γεωλόγος πετρελαίων, μέλος του Δ.Σ. της Εταιρίας Υδρογονανθράκων Κύπρου, σε άρθρο του στην έκδοση GREEK ENERGY 2015:
«…θα ήθελα να τοποθετηθώ για τα όσα ακούγονται για προθέσεις αλλαγής του μοντέλου συμβάσεων , από μίσθωσης/φόρου σε διανομής της παραγωγής διότι, όπως λέγεται και γράφεται, στις συμβάσεις διανομής της παραγωγής ο ανάδοχος θα δουλεύει κάτω από τις οδηγίες του κράτους!
Δηλαδή αν έρθει μια εταιρία τύπου STATOIL ή REPSOL ή BP κλπ, τότε οι εταιρίες αυτές θα αποδεχθούν να εργάζονται κάτω από τις οδηγίες του Ελληνικού Δημοσίου… Αυτό δεν γίνεται πουθενά στον κόσμο! Οι εταιρίες εργάζονται πάντα στα πλαίσια των συμβάσεων, οι οποίες συμφωνούνται και υπογράφονται με το κάθε δημόσιο. Και οι συμβάσεις περιγράφουν λεπτομερώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κάθε μέρους.
Επειδή εργάζομαι και στην Ελλάδα με συμβάσεις μίσθωσης/φόρων και στην Κύπρο με συμβάσεις διανομής της παραγωγής, θα ήθελα να τονίσω ότι:
α) και στις δύο περιπτώσεις τον επιχειρηματικό κίνδυνο της έρευνας, αναλαμβάνουν αποκλειστικά οι ανάδοχες εταιρίες, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την υλοποίηση του προγράμματος εργασιών, το οποίο περιγράφεται στην σύμβαση μεταξύ δημοσίου και εταιριών.
β) Στην ίδια σύμβαση συμφωνούνται και οι νομικοί και οικονομικοί όροι, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του κάθε μέρους.
γ)Αν μια σύμβαση είναι καλή ή κακή, συμφερότερη για το δημόσιο ή όχι, εναπόκειται περισσότερο σε αυτούς που καταρτίζουν τις συμβάσεις, τις επεξεργάζονται και τις υπογράφουν, διασφαλίζοντας έτσι τα συμφέροντα του Δημοσίου και λιγότερο στο είδος της σύμβασης. Η διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου εξαρτάται από τον μηχανισμό διαχείρισης του δημοσίου, στην ικανότητα και αποτελεσματικότητα του, στην προετοιμασία, και διεξαγωγή των διαγωνισμών, στην επιλογή των αναδόχων, στην διαπραγμάτευση των συμβάσεων και στην συνέχεια την επίβλεψη και έλεγχο των συμβασιούχων. Και όλα αυτά γίνονται πάντα κάτω από την επίβλεψη του αρμόδιου υπουργού, ο οποίος έχει την τελική ευθύνη και υπογράφει τις συμβάσεις.
Η διεθνής εμπειρία έδειξε ότι, οι όποιες διαφορές μεταξύ των δύο μοντέλων μπορούν να αμβλυνθούν στα τελικά κείμενα των συμβάσεων,( ακόμα και οι διαφορές στο θέμα της ιδιοκτησίας και διαχείρισης των παραγόμενων υδρογονανθράκων). Και στα δύο μοντέλα συμβάσεων υπάρχουν επαρκείς προβλέψεις για την διαχείριση έκτακτων καταστάσεων, διαχείριση εθνικών κινδύνων κλπ.
Τα τελικά συμφέροντα του δημοσίου διασφαλίζονται, αν υπάρχει επαρκής γνώση, για τον συνδυασμό του τρόπου (προφίλ) παραγωγής, των κλιμακωτών μισθωμάτων ή μερισμάτων και της κλίμακας αποσβέσεων.
Να ξεκινήσει τη διαδικασία αναθεώρησης του προτύπου συμβάσεων με το οποίο παραχωρούνται μέχρι σήμερα προς έρευνα και εκμετάλλευση τα «οικόπεδα» υδρογονανθράκων, αλλά και να προχωρήσει στην εκπόνηση νέου προτύπου, με διαφορετικό μοντέλο, έχει αποφασίσει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, η κίνηση του ΥΠΕΝ θα γίνει προς δύο κατευθύνσεις:
Η πρώτη κατεύθυνση είναι να ενσωματωθούν αλλαγές στο υφιστάμενο πρότυπο συμβάσεων που βασίζεται στο μοντέλο μίσθωσης / φόρων. Το μοντέλο αυτό εφαρμόζεται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και είναι εκείνο που επιλέχτηκε το 2011 από τη χώρα μας. Με βάση αυτό το μοντέλο δημιουργήθηκε το πρότυπο συμβάσεων που χρησιμοποιήθηκε μέχρι σήμερα, με ενδιάμεσες προσαρμογές και ωριμάνσεις, στις παραχωρήσεις που έγιναν:
· με τη διαδικασία του open door (σε ΕΛΠΕ και Energean),
· για τις τρείς χερσαίες παραχωρήσεις (πάλι ΕΛΠΕ και Energean)
· για το γύρο των 20 θαλάσσιων οικοπέδων, όπου κατοχυρώθηκαν τρία οικόπεδα στα ΕΛΠΕ (στο ένα σε συνεργασία με την TOTAL)
Η εμπειρία από τις τρείς προηγούμενες «γενιές» παραχωρήσεων, αλλά και οι τάσεις που υπάρχουν διεθνώς, θα αξιοποιηθούν ώστε να υπάρξουν βελτιώσεις στο πρότυπο συμβάσεων αυτής της κατηγορίας.
Η δεύτερη κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί το Υπουργείο είναι να δημιουργήσει ένα καινούργιο πρότυπο συμβάσεων, με βάση το δεύτερο μοντέλο που συναντάται διεθνώς, το μοντέλο διανομής της παραγωγής, το οποίο μάλιστα αποτελούσε «σημαία» του ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά. Το μοντέλο διανομής περιλαμβάνεται (και αυτό) ως δυνατότητα στο βασικό πετρελαϊκό νόμο 2289/95, αλλά δεν προτιμήθηκε όταν το 2011 τροποποιήθηκε το νομικό πλαίσιο.
Οι ενδείξεις συνηγορούν ότι η κυβέρνηση θέλει τώρα να εμπλουτίσει το θεσμικό πλαίσιο και με ένα πρότυπο συμβάσεων στη βάση αυτού του μοντέλου. Το γεγονός ότι το μοντέλο αυτό έχει επιλέξει και η Κύπρος, με τους επιτελείς της οποίας το ΥΠΕΝ βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή, εκτιμάται ότι έχει παίξει το ρόλο του.
Η διαδικασία κατάρτισης του νέου προτύπου θα ξεκινήσει σε σύντομο διάστημα, είναι άγνωστο όμως πόσο σύντομα μπορεί να ολοκληρωθεί, καθώς η δημιουργία προτύπου δεν είναι καθόλου απλή δουλειά. Απαιτείται ταυτόχρονα νομική, θεσμική και εμπορική επεξεργασία και βεβαίως προσαρμογή στην ελληνική νομοθεσία.
«Το βασικότερο είναι να αξιολογηθεί ποιες υποχρεώσεις γεννά το κάθε μοντέλο για το ελληνικό δημόσιο και αν αυτές μπορούν να καλυφθούν από τις υπάρχουσες υπηρεσιακές δομές» τονίζει στο energypress παράγοντας που γνωρίζει άριστα το αντικείμενο.
Ερωτηματικό παραμένει πάντως αν οι αλλαγές που δρομολογεί το ΥΠΕΝ θα επηρεάσουν τις εν εξελίξει διεργασίες συμμετοχής μεγάλων παιχτών, όπως η Exxonmobil, σε ερευνητικές επενδύσεις στην ελληνική ΑΟΖ.
Εάν πάντως - όπως όλα δείχνουν – υπάρξει σύντομα αίτημα για παραχώρηση θαλάσσιων περιοχών, τότε θεωρείται πολύ δύσκολο να έρθουν, μεσούσης της διαδικασίας, νέα δεδομένα, νέες συμβάσεις κ.λπ. «Δεν μπορείς εκ των υστέρων να αλλάξεις τους όρους υπό τους οποίους κάποιοι παίχτες προσήλθαν στο παιχνίδι» λέγεται χαρακτηριστικά.
Ποιο μοντέλο είναι καλύτερο;
Στο παρελθόν, σε πολιτικό επίπεδο, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στην αντιπολίτευση, είχε χυθεί πολύ μελάνι πάνω στο ερώτημα ποιο μοντέλο, της μίσθωσης / φόρου ή της διανομής της παραγωγής είναι περισσότερο συμφέρον για τη χώρα.
Αξίζει όμως να παρατεθεί η απάντηση που έδωσε επ΄αυτού το 2015 ο γεωλόγος πετρελαίων, μέλος του Δ.Σ. της Εταιρίας Υδρογονανθράκων Κύπρου, σε άρθρο του στην έκδοση GREEK ENERGY 2015:
«…θα ήθελα να τοποθετηθώ για τα όσα ακούγονται για προθέσεις αλλαγής του μοντέλου συμβάσεων , από μίσθωσης/φόρου σε διανομής της παραγωγής διότι, όπως λέγεται και γράφεται, στις συμβάσεις διανομής της παραγωγής ο ανάδοχος θα δουλεύει κάτω από τις οδηγίες του κράτους!
Δηλαδή αν έρθει μια εταιρία τύπου STATOIL ή REPSOL ή BP κλπ, τότε οι εταιρίες αυτές θα αποδεχθούν να εργάζονται κάτω από τις οδηγίες του Ελληνικού Δημοσίου… Αυτό δεν γίνεται πουθενά στον κόσμο! Οι εταιρίες εργάζονται πάντα στα πλαίσια των συμβάσεων, οι οποίες συμφωνούνται και υπογράφονται με το κάθε δημόσιο. Και οι συμβάσεις περιγράφουν λεπτομερώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του κάθε μέρους.
Επειδή εργάζομαι και στην Ελλάδα με συμβάσεις μίσθωσης/φόρων και στην Κύπρο με συμβάσεις διανομής της παραγωγής, θα ήθελα να τονίσω ότι:
α) και στις δύο περιπτώσεις τον επιχειρηματικό κίνδυνο της έρευνας, αναλαμβάνουν αποκλειστικά οι ανάδοχες εταιρίες, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την υλοποίηση του προγράμματος εργασιών, το οποίο περιγράφεται στην σύμβαση μεταξύ δημοσίου και εταιριών.
β) Στην ίδια σύμβαση συμφωνούνται και οι νομικοί και οικονομικοί όροι, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του κάθε μέρους.
γ)Αν μια σύμβαση είναι καλή ή κακή, συμφερότερη για το δημόσιο ή όχι, εναπόκειται περισσότερο σε αυτούς που καταρτίζουν τις συμβάσεις, τις επεξεργάζονται και τις υπογράφουν, διασφαλίζοντας έτσι τα συμφέροντα του Δημοσίου και λιγότερο στο είδος της σύμβασης. Η διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου εξαρτάται από τον μηχανισμό διαχείρισης του δημοσίου, στην ικανότητα και αποτελεσματικότητα του, στην προετοιμασία, και διεξαγωγή των διαγωνισμών, στην επιλογή των αναδόχων, στην διαπραγμάτευση των συμβάσεων και στην συνέχεια την επίβλεψη και έλεγχο των συμβασιούχων. Και όλα αυτά γίνονται πάντα κάτω από την επίβλεψη του αρμόδιου υπουργού, ο οποίος έχει την τελική ευθύνη και υπογράφει τις συμβάσεις.
Η διεθνής εμπειρία έδειξε ότι, οι όποιες διαφορές μεταξύ των δύο μοντέλων μπορούν να αμβλυνθούν στα τελικά κείμενα των συμβάσεων,( ακόμα και οι διαφορές στο θέμα της ιδιοκτησίας και διαχείρισης των παραγόμενων υδρογονανθράκων). Και στα δύο μοντέλα συμβάσεων υπάρχουν επαρκείς προβλέψεις για την διαχείριση έκτακτων καταστάσεων, διαχείριση εθνικών κινδύνων κλπ.
Τα τελικά συμφέροντα του δημοσίου διασφαλίζονται, αν υπάρχει επαρκής γνώση, για τον συνδυασμό του τρόπου (προφίλ) παραγωγής, των κλιμακωτών μισθωμάτων ή μερισμάτων και της κλίμακας αποσβέσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου