Από το capital.gr
Κανείς στην αγορά καυσίμων δεν εξεπλάγη από την είδηση που έσκασε χθες ότι μια από τις πιο ιστορικές εταιρείες του κλάδου η Mamidoil Jetoil των Νίκου και Κυριάκου Μαμιδάκη έκανε αίτηση για υπαγωγή στο άρθρο 99. Η εταιρεία που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήλεγχε δίκτυο 600 πρατηρίων και είχε μερίδιο αγοράς της τάξης του 10% στα καύσιμα, με σημαντική παρουσία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και εκτός των συνόρων με εξαγωγές σε χώρες των Βαλκανίων όπως Σκόπια, Σερβία, Μαυροβούνιο αντιμετώπιζε προβλήματα μέσα στην κρίση τα οποία επιδεινώθηκαν δραματικά πέρυσι. Το "ξήλωμα του πουλόβερ" ξεκίνησε πέρυσι, όταν αποφασίστηκε υπό το βάρος των δυσκολιών που αντιμετώπιζε η εταιρεία, να διακοπεί ο εφοδιασμός του δικτύου της στη Νότια Ελλάδα και τα πρατήρια ξεκίνησαν να τροφοδοτούνται αποκλειστικά από τα διυλιστήρια ή άλλαξαν σήμα. Η εταιρεία κατέβαλε προσπάθειες ώστε να κρατήσει το δίκτυό της στη Βόρεια Ελλάδα και το Ιόνιο, ενώ από τα τέλη του 2015 και τις αρχές της φετινής χρονιάς άρχισε να χάνει με ακόμη πιο εντατικούς ρυθμούς το δίκτυό της.
Μέχρι πριν λίγες εβδομάδες κατέβαλε..
προσπάθειες και συνέχιζε να τροφοδοτεί περί τα 50 πρατήρια, ωστόσο χθες με τη διαρροή της είδησης για το αίτημα πτώχευσης και την προστασία από τους πιστωτές, πρακτικά η εταιρεία δεν τροφοδοτούσε κανένα πρατήριο στην αγορά. Ο κύριος όγκος των πρατηρίων έχει μεταφερθεί σύμφωνα με πληροφορίες στις εταιρείες Coral (Shell), Aegean, Elinoil και ΕΚΟ.
Πως έφτασε στο 99
Η Jet ήταν μια εταιρεία η οποία πάντα διακρινόταν από τον υψηλό δανεισμό της, ωστόσο διέθετε πάντα σημαντική παρουσία στην αγορά, ενώ είχε ακόμη και μεγάλης αξίας πάγια όπως οι αποθήκες στη Θεσσαλονίκη, για τις οποίες εκτιμάται ότι θα δοθεί "μάχη" αφού αποτελούν ένα σημαντικό asset.
"Όταν βρισκόμαστε σε μια οικονομία χωρίς πρόβλημα στο τραπεζικό σύστημα, τα υψηλά δάνεια δεν αποτελούν πρόβλημα" αναφέρουν χαρακτηριστικά πηγές της αγοράς, που επισημαίνουν ότι πάνω στην κρίση έγιναν και κάποιες λάθος κινήσεις όπως απόκτηση των δικτύων δύο προβληματικών εταιρειών (El Petrol και Dracoil). Τα δίκτυα αυτά προσέθεσαν όγκους και δανεισμό και αποτέλεσαν ένα στοίχημα που υπό άλλες συνθήκες ίσως να είχε βγει. Όχι όμως μέσα στην κρίση και υπό συνθήκες δραματικής πτώσης της ζήτησης και υπερφορολόγησης του κλάδου των καυσίμων.
Αποτέλεσμα των κινήσεων αυτών και η επιθετική πολιτική μέσα στην κρίση είχε ως αποτέλεσμα στον ισολογισμό του 2014 να εμφανίζονται επισφάλειες ύψους 82,5 εκατ. ευρώ ενώ σήμερα εκτιμάται ότι έχουν ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα στον ίδιο ισολογισμό οι ληξιπρόθεσμες μακροπρόθεσμες οφειλές προς τράπεζες έφταναν τα 107 εκατ. ευρώ για τις οποίες η εταιρεία δεν είχε προβεί σε ρύθμιση. Αντίστοιχα οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις υπερέβαιναν κατά 143 εκατ. ευρώ το ενεργητικό.
Οφειλές
Με βάση την αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 ο δανεισμός της Jetoil Mamidoil, ο οποίος είναι καλυμμένος με εγγυήσεις διαρθρώνεται ως εξής
ΕΤΕ 50,5 εκατ.
Αττικής 12,66 εκατ.
Πειραιώς 36,4 εκατ.
Alpha 65,28 εκατ.
Eurobank 41,55 εκατ.
Η εταιρεία οφείλει επίσης 12,8 εκατ. ευρώ προς τραπεζικές εταιρείες για μισθώσεις leasing, σε προμηθευτές έχει οφιελές που δεν καλύπτονται από εγγυήσεις ύψους 77,8 εκατ. ευρώ, 9,21 εκατ. γραμμάτια και επιταγές και 13,15 εκατ. υποχρεώσεις σε λοιπούς ανέγγυους πιστωτές.
Παρότι στην αίτηση για προστασία από τους πιστωτές η εταιρεία υποστηρίζει "ότι μπορεί να επανέλθει και πάλι στην κατηγορία των υγιών οικονομικά επιχειρήσεων" η κατάσταση θεωρείται από την αγορά καυσίμων ως μη αναστρέψιμη καθώς η εταιρεία έχει ουσιαστικά σταματήσει τη δραστηριότητά της. "Όπως και με την περίπτωση του Μαρινόπουλου, για το εμπόριο έτσι και η Jet αποτελεί μεγάλο πλήγμα για τον κλάδο των καυσίμων" ανέφεραν πηγές της αγοράς, που σημείωναν ότι τα διυλιστήρια έχουν σταματήσει εδώ και τουλάχιστον ενάμιση μήνα.
Από τις επεκτάσεις στην κατάρρευση
Το 2009 η εταιρεία και ενώ ήδη τα πρώτα σημάδια της κρίσης είχαν κάνει την εμφάνισή τους, η Jetoil προχωρούσε στην απόκτηση περίπου 60 πρατηρίων από τη Dracoil και ακόμη 10 πρατηρίων της El Petrol, φτάνοντας τον αριθμό των πρατηρίων της στα 630 και αυξάνοντας το μερίδιο αγοράς της από το 8% σε πάνω από 10%. Αυτή έμελε να είναι και η αρχή του τέλους για την εταιρεία η οποία είχε τους τζίρους της να μειώνονται και να περνά σε ζημιές (538 χιλ. έναντι κερδών 8,4 εκατ. το 2008). Το 2010 η εταιρεία ξεκίνησε συνεργασία με τη γαλλική Total, η οποία μάλιστα είχε ακουστεί ότι επιχειρήθηκε να επεκταθεί ακόμη περισσότερο, κάτι που τελικά δεν επιβεβαιώθηκε στην πράξη.
Εκτός όμως από το δίκτυο των πρατηρίων το κυριότερο asset της εταιρείας ήταν πάντα οι εγκαταστάσεις στο Καλοχώρι της Θεσσαλονίκης εκεί όπου βρίσκονται οι αποθήκες της. Οι χώροι αυτοί που αντιστοιχούν στο 14% της συνολικής αποθηκευτικής ικανότητας της χώρας για καύσιμα και από εκεί διακινούνταν προ κρίσης ετησίως 2 εκατ. κυβικά καυσίμων σημαντικό κομμάτι των οποίων αφορούσε σε εξαγωγές στα Βαλκάνια. Στη σημερινή τους μορφή οι αποθήκες με τις 15 δεξαμενές 200 χιλ. κυβικών διαμορφώθηκαν μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1986, η οποία συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλύτερων βιομηχανικών δυστυχημάτων στην σύγχρονη ιστορία της χώρας. Η μεγάλη αυτή φωτιά ουσιαστικά στάθηκε αφορμή για να αλλάξει η νομοθεσία για την πυρασφάλεια των βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Επίσης ο όμιλος διαθέτει μέσω της MAMIDOIL – ALBANIAN S.A. στο Δυρράχιο αποθήκες χωρητικότητας 12 χιλ. κυβικών, και στο Κόσοβο αποθήκες 18 χιλ. κυβικών (Standardplin Sh.p.k.) ενώ δραστηριοποιείται επίσης στη Σερβία και τη Βουλγαρία.
Η εταιρεία είχε έρθει πάλι στο προσκήνιο της επικαιρότητας όταν το 2010 έστελνε επιστολή στον πρωθυπουργό διαμαρτυρόμενη για το μπλόκο στην επένδυση δημιουργίας αποθηκών στη Σούδα της Κρήτης, μια επένδυση ύψους 20 εκατ. ευρώ. Η ιστορία της επένδυσης στη Σούδα ξεκίνησε το 1972, ωστόσο δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τις απαραίτητες άδειες, παρότι το 2006 φάνηκε να φτάνει πολύ κοντά.
Η εταιρεία Jetoil ιδρύθηκε το Νοέμβριο του 1968 από τους Κυριάκο, Γιώργο και Νίκο Μαμιδάκη, ενώ ο όμιλος εταιρειών Μαμιδάκη, περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων στο χώρο του τουρισμού, του εμπορίου, της ενέργειας και της ναυτιλίας. Στο όμιλο της οικογένειας ανήκουν ναυτιλιακές, ξενοδοχειακές, αγροτικές, ενεργειακές και άλλες εταιρείες .
Το 2014 η Jetoil είχε κύκλο εργασιών 873 εκατ. ευρώ όταν το 2011 είχε φτάσει στο 1,48 δις, ενώ είχε ζημιογόνο λειτουργική δραστηριότητα (5,5 εκατ. ευρώ) και ζημιές προ φόρων 24,6 εκατ. ευρώ.
Κρίση: Ιστορική πτώση της κατανάλωσης τον Ιούνιο
Η κατάρρευση της Jetoil αποτελεί ένα ακόμη ηχηρό ράπισμα για την πολιτική που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια και συνεχίζεται αμείωτη στον κλάδο των καυσίμων. Η υπερφορολόγηση έχει φτάσει σε επίπεδα παραλογισμού με τον καταναλωτή να πληρώνει πλέον φόρο με… "δώρο" λίγα λίτρα βενζίνης: οι παντός είδους φορολογικές επιβαρύνσεις έχουν φτάσει να αντιπροσωπεύουν το 70% της τελικής τιμής, με το κόστος του προϊόντος να είναι μόλις στο 27% και το περιθώριο εμπορίας (εταιρείες, πρατηριούχοι, μεταφορείς) να αντιπροσωπεύει μόλις το 5,09% της τελικής τιμής του καταναλωτή!
Η κατάσταση στην αγορά περιγράφεται ως έκρυθμη και είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με χθεσινά στοιχεία της αγοράς καυσίμων, η πτώση στις βενζίνες τον Ιούνιο είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί ιστορικά φτάνοντας το 14%. Αντίστοιχα σημαντική είναι και η πτώση και στις πωλήσεις του πετρελαίου κίνησης (-7%). Για Ιούνιο τα μεγέθη αυτά χαρακτηρίζονται από κύκλους της αγοράς ως πρωτοφανή και όπως χαρακτηριστικά λέγεται από ανθρώπους της αγοράς "τέτοια πτώση δεν είχαμε δει ούτε στα capital controls και αυτό είναι καθαρά θέμα ψυχολογίας των καταναλωτών που ενόψει της φορολαίλαπας, δεν βγαίνουν, δεν ταξιδεύουν, δεν πάνε διακοπές".
Πληροφορίες μάλιστα μιλούν και για μία ακόμη μικρότερη εταιρεία καυσίμων, η οποία βρίσκεται "δύο βήματα πίσω από τη Jetoil" και η οποία αναμένεται να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα το χειμώνα καθώς στηρίζεται πολύ στη διακίνηση του πετρελαίου θέρμανσης.
Το χειμώνα πάντως αναμένεται να ενταθούν ακόμη περισσότερο τα στο κλάδο εξαιτίας της αύξησης της φορολογίας που έχει αποφασιστεί από την κυβέρνηση για τα καύσιμα, εξέλιξη η οποία αναμένεται να δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες για το σύνολο της αγοράς.
Πηγές των βενζινοπωλών θεωρούν ότι με τη νέα φορολόγηση του κλάδου, την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και τα προβλήματα της αγοράς μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να υπάρξουν τουλάχιστον 200 με 300 νέα λουκέτα σε πρατήρια. Κατά την περίοδο της κρίσης από το 2009 έως σήμερα εκτιμάται ότι ο κλάδος των πρατηριούχων έχει πληρώσει βαρύ τίμημα με περίπου 2500 λουκέτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου