ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΑΡΗ ΦΛΟΥΔΟΠΟΥΛΟ, ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΤΣΑΓΑΝΗ
Τα εγκαίνια που έγιναν πρόσφατα στο διυλιστήριο των Ελληνικών Πετρελαίων στην Ελευσίνα, πέραν του ότι σηματοδοτούν τη λειτουργία της μεγαλύτερης βιομηχανικής επένδυσης στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, έχουν και άλλη μία ιδιαιτερότητα. Έπειτα από χρόνια αλλεπάλληλων λουκέτων σε εμβληματικές παραγωγικές μονάδες στην πάλαι ποτέ βιομηχανική καρδιά της χώρας, δημιουργήθηκαν 165 νέες θέσεις εργασίας στην περιοχή της Ελευσίνας, ενώ διατηρήθηκαν ταυτόχρονα 400 υφιστάμενες.
Όμως, στην πραγματικότητα, οι νέες αυτές δουλειές αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό της αποβιομηχάνισης της περιοχής, που μετρά τις πληγές της από τις απώλειες μερικών από τα πιο γνωστά ονόματα της εναπομείνασας βιομηχανίας της χώρας. Σχεδόν 5.000 θέσεις εργασίας χάθηκαν τα τελευταία χρόνια στην περιοχή, όπου πλέον έπαψαν να λειτουργούν ή υπολειτουργούν μερικά από τα σημαντικότερα ονόματα της ελληνικής παραγωγής, τα οποία ταυτίστηκαν με τη βιομηχανική ανάπτυξη των περασμένων δεκαετιών: Χαλυβουργική, Χαλυβουργία Ελλάδας, Τιτάνας, Κρόνος, χημικές βιομηχανίες που μέχρι πριν λίγα χρόνια έδιναν οικονομική πνοή όχι μόνο στην περιοχή, αλλά συνολικά στην οικονομία της χώρας, σήμερα αποτελούν βιομηχανικά κουφάρια.
Ποια μεγάλα εργοστάσια έχουν μείνει; Εκτός από τα διυλιστήρια, υπάρχει ακόμη η βιομηχανία τσιγάρων του Παπαστράτου (Philip Morris), που πρόσφατα επίσης ολοκλήρωσε μια μεγάλη επένδυση, το εργοστάσιο τσιμέντου της Χάλυψ, που δίνει μάχη απέναντι στην πρωτοφανή ύφεση της εγχώριας αγοράς τσιμέντου, αλλά και τα ναυπηγεία της Ελευσίνας με τα γνωστά προβλήματα.
Πηγές της βιομηχανίας τονίζουν ότι οι αιτίες πίσω από την αποβιομηχάνιση της Ελευσίνας είναι οι ίδιες που έχουν οδηγήσει συνολικά τη χώρα σε τροχιά απώλειας του παραγωγικού της ιστού: αντιεπιχειρηματικό περιβάλλον, υψηλή φορολογία, υψηλό μη μισθολογικό κόστος, υπερφουσκωμένες τιμές ενέργειας, δαιδαλώδης γραφειοκρατεία στο σκέλος της αδειοδότησης και όχι μόνο συνθέτουν το σκηνικό ενός προδιαγεγραμμένου τέλους, που ήρθε όταν η εγχώρια ζήτησης καταρρακώθηκε υπό το βάρος της κρίσης.
Το χρονικό
Από το 1875, οπότε και ιδρύθηκε η πρώτη βιομηχανία της περιοχής, το Σαπωνοποιείο Χαριλάου, η περιοχή στη βιομηχανική ακμή της έφτασε να φιλοξενεί τα δύο μεγαλύτερα χαλυβουργεία της χώρας, δύο μεγάλα διυλιστήρια, δύο εργοστάσια τσιμέντου, ναυπηγεία, την Πυρκάλ, υαλουργίες και άλλες μικρότερες μονάδες.
Μεταξύ άλλων, στην περιοχή το 1929 λειτουργούσαν τα εργοστάσια του Τιτάνα, της οινοποιητικής εταιρείας Κρόνος, ένα υαλουργείο, επτά εργοστάσια κατεργασίας ρητίνης, που απασχολούν 1.500 εργάτες, ενώ τη δεκαετία του 1930 προστίθενται και 3 κεραμοποιεία.
Το 1951 μεταφέρονται οι δραστηριότητες και το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα και της Χαλυβουργίας Ελλάδος στον Ασπρόπυργο. Τη δεκαετία του ΄60 στην περιοχή αναπτύσσονται μικρές και μεγάλες μονάδες, από την ΕΔΟΚ-ΕΤΕΡ και τα ναυπηγεία Σάββα, μέχρι τα διυλιστήρια Ασπροπύργου, την Πετρογκάζ, τη τσιμεντοβιομηχανία Χάλυψ και τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά. Το 1973 προστίθεται η Πετρόλα, η υαλουργία OWENS και άλλες. Είναι χαρακτηριστικό ότι περίπου το ένα τρίτο της έκτασης του Δήμου της Ελευσίνας ανήκει σε ενεργές ή ανενεργές βιομηχανίες. Ωστόσο, από τη δεκαετία του ΄80 ξεκινά το πρώτο κύμα αποβιομηχάνισης, που κορυφώθηκε τους τελευταίους μήνες με τα λουκέτα στις εμβληματικές βιομηχανικές μονάδες της Χαλυβουργίας Ελλάδος και της Χαλυβουργικής, ενώ από πέρυσι δεν λειτουργεί και το εργοστάσιο παραγωγής λευκού τσιμέντου του Τιτάνα. Εν τω μεταξύ είχαν κλείσει πολλά μικρότερα εργοστάσια, όπως το 2006 συνέβη με την υαλουργία Κρόνος (επιτραπέζια είδη), που είχε περάσει στον έλεγχο της εταιρείας Γιούλα.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 1ης Νοεμβρίου
ΠΗΓΗ.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου