Η ακύρωση της έκπτωσης στις τιμές φυσικού αερίου από την πλευρά της Ρωσίας προς την Ουκρανία δεν είναι πολιτικά υποκινούμενη, αλλά προκύπτει από τους δεσμευτικούς όρους του συμβολαίου των δύο χωρών με ισχύ 2009-2019, διευκρινίζει ανώτερος σύμβουλος της Gazprom.
Σε άρθρο του, που δημοσιεύεται στο European Energy Review, o Αndrey Konoplyanik, σύμβουλος του Γενικού Διευθυντή της Gazprom και καθηγητής “Διεθνών επιχειρήσεων Πετρελαίου και Φυσικού αερίου” στο ρωσικό κρατικό πανεπιστήμιο Gubkin Oil & Gas, αναλύει τις οικονομικές συνθήκες, κάτω από τις οποίες οικοδομήθηκε η σχέση εξάρτησης της Ουκρανίας από το φυσικό αέριο της Ρωσίας.
Οπως εξηγεί ο Ρώσος καθηγητής, οι ρίζες της σχέσης αυτής ξεκινούν από το μακρινό 1962, όταν ξεκινούσε η ανάπτυξη της βιομηχανίας φυσικού αερίου της Ε.Ε. Εκείνη την περίοδο γεννήθηκε το αποκαλούμενο “ Μοντέλο Groningen για τα Μακροπρόθεσμα Συμβόλαια Εξαγωγής Φυσικού Αερίου” (LTGEC), σύμφωνα με το οποίο οι τιμές του φυσικού αερίου συνδέονται με τα υποκατάστατα τελικής χρήσης.
Ο ίδιος εξηγεί ότι μέχρι το 2016 οι ρωσικές εξαγωγές φυσικού αερίου στην Ουκρανία και η διακίνηση ρωσικού φυσικού αερίου από το ουκρανικό έδαφος ήταν αλληλένδετα με αποτέλεσμα να γίνεται ένα είδος συμψηφισμού στις συναλλαγές των δύο χωρών.
Οταν το 2004 οι ηγέτες της Πορτοκαλί Επανάστασης ανακοίνωσαν την επιθυμία τους για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να αρχίσουν να εφαρμόζονται οι ευρωπαϊκοί κανόνες στο εσωτερικό της Ουκρανίας και να εγκαταλειφθεί η υπάρχουσα ρωσο-ουκρανική πρακτική.
Οι τιμές διακίνησης στην Ε.Ε βασίζονταν στο κόστος των υπηρεσιών, ενώ οι τιμές φυσικού αερίου βασίζονταν στην αξία αντικατάστασής τους και βρίσκονταν σε άμεση εξάρτηση από τις τιμές πετρελαίου. Οι πρώτες ήταν σταθερές, αλλά οι δεύτερες κυμαίνονταν ανάλογα με τις διακυμάνσεις των τιμών του μαύρου χρυσού.
Το αποτέλεσμα ήταν το 2006, η Ρωσία και η Ουκρανία να διαχωρίσουν τα συμβόλαια εφοδιασμού και διακίνησης με τη Μόσχα να υιοθετεί την ευρωπαϊκή φόρμουλα μόνο όσον αφορά στη ποσότητα εξαγωγής φυσικού αερίου στην Ουκρανία που προέρχεται από τη Ρωσία.
Αντιθέτως, τα αποθέματα, που προέρχονταν από τη Κεντρική Ασία και πωλούνταν ως ρωσικά στην Ουκρανία, διατήρησαν το χαμηλό κόστος έως το 2009, γεγονός που συνέβαλε στο να διατηρηθούν σε χαμηλά επίπεδα οι τιμές εισαγωγής φυσικού αερίου στο Κίεβο έως εκείνη τη χρονιά, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στη χώρα να προσαρμοστεί σταδιακά στις υψηλότερες τιμές κατά τη μετάβασή στις ευρωπαϊκές φόρμουλες.
Τον Ιανουάριο του 2009, οι δύο χώρες υπέγραψαν 10ετές συμβόλαιο προμήθειας φυσικού αερίου με βάση το ευρωπαϊκό μοντέλο LTGEC, που άρχισε να εφαρμόζεται πλέον σε ολόκληρο το ανατολικό κομμάτι μιας “Ευρύτερης Ενεργειακής Ευρώπης”.
Μάλιστα, έκτοτε η Ρωσία υιοθέτησε τέσσερις διαφορετικές εκπτώσεις τιμών για να καταστήσει ηπιότερη τη μετάβαση της Ουκρανίας στις ευρωπαϊκές φόρμουλες. Οπως αναφέρει, όμως, ο Αndrey Konoplyanik, παρά τις μειωμένες τιμές η Ουκρανία δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της απέναντι στη Μόσχα με αποτέλεσμα το χρέος της να “φουσκώνει” από το Μάρτιο του 2014 και μετά.
ΠΗΓΗ:newmoney.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου