Στην Επιτροπή Οικονομικών υποθέσεων, κατά τη συζήτηση του φορολογικού νομοσχεδίου, τοποθετήθηκε ως ειδικός αγορητής του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Αρβανιτίδης, Βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης.
Ειδικότερα, ο κ. Αρβανιτίδης, τόνισε με έμφαση τους λόγους για τους οποίους το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, όχι μόνον δεν έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα και προϋποθέσεις ελάφρυνσης των φορολογουμένων, αλλά αντίθετα..
αναμένεται να επιβαρύνει τελικώς τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, αφού, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, για ακόμη μια φορά η Κυβέρνηση φαίνεται ότι ποντάρει στα μεσαία και στα χαμηλά εισοδήματα, για να στηρίξει και πάλι την επίτευξη των υπερβολικών πλεονασμάτων των 7 δις €. Δηλαδή, οι φερόμενες ως φοροελαφρύνσεις, τελικά αντιστοιχούν σε αυξήσεις φόρων επί αγαθών και υπηρεσιών κατά 979 εκ.€, όπως επίσης σε αυξήσεις του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 264εκ.€, επομένως φαίνεται πως «θα είναι “άνθρακας” ο θησαυρός των δήθεν φοροελαφρύνσεων και μεταρρυθμίσεων».
Πιο αναλυτικά σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Αρβανιτίδης:
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να υιοθετεί πρακτικές της εποχής ΣΥΡΙΖΑ, όπου για την επίτευξη των οικονομικών στόχων, δηλαδή των υψηλών πλεονασμάτων, μονόδρομος ήταν η φοροεπιδρομή στα χαμηλά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας, τα οποία δεν έχουν άλλες δυνατότητες να πληρώνουν.
Οι μικρές ελαφρύνσεις στα φυσικά πρόσωπα που εξαγγέλλονται, ξεκινούν να απομειώνονται από τα 12.000€ ετήσιο εισόδημα και μηδενίζονται στα 20.000€ ετήσιο εισόδημα.
Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελληνικών νοικοκυριών, και δη του 74% αυτών, κατευθύνεται σε πληρωμές για βασικές δαπάνες, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα που εξαγγέλλει η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να τους ελαφρύνουν, αντίθετα θα τους επιβαρύνουν τελικά, αφού ταυτόχρονα έρχονται αυξήσεις φόρων επί αγαθών και υπηρεσιών κατά 979 εκατ. € και αυξήσεις του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 264εκ.€ .
Οι προβλέψεις για ελαφρύνσεις των νομικών προσώπων με μείωση του συντελεστή στο 24% και μείωση του φόρου των μετοχών στο 5%, δεν έχουν καμία σύνδεση με επενδύσεις και θέσεις εργασίας.
Η πρόβλεψη για αύξηση στο 30% των υποχρεωτικών ηλεκτρονικών συναλλαγών θα επιφέρει αύξηση του κόστους κίνησης και λειτουργίας μιας επιχείρησης, λόγω του υψηλού κόστους των τραπεζικών χρεώσεων, άρα δεν πρόκειται τελικά να υπάρξει όφελος για τον κλάδο των επιχειρήσεων.
Οι διαγραφές του 1 και των 10 ευρώ είναι απλά «ασκήσεις επί χάρτου», αφού δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για ουσιαστική στήριξη των επιχειρήσεων, όπως επί παραδείγματι θα ήταν η θεσμοθέτηση του ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού.
Όσον αφορά την πρόβλεψη για φοροαπαλλαγή έως 40% για τις δαπάνες ενεργειακής αναβάθμισης των κατοικιών και των κτιρίων, τίθεται ζήτημα ανταποδοτικότητας της διάταξης, αφού το όριο δαπανών συρρικνώνεται στις 16.000€, εξαιρείται το κόστος των υλικών, καθώς περιορίζεται στις δαπάνες αμοιβών μόνον για την παροχή υπηρεσιών, η κατανομή της φορολογικής απόσβεσης πάει σε ορίζοντα 4ετίας, ενώ παραμένει η εξαίρεση όσων έχουν ενταχθεί στο “ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ”. Συνεπώς, αυτοί οι περιορισμοί αφενός θα οδηγήσουν σε απαξίωση την επιχειρούμενη ελάφρυνση και αφετέρου θα αποτρέψουν στην πράξη πολλούς ενδιαφερόμενους να μπουν στη διαδικασία να κάνουν παρεμβάσεις στα κτίρια.
Σε σχέση με τις διατάξεις για την προσέλκυση αλλοδαπών, ώστε να γίνουν φορολογικοί κάτοικοι της χώρας μας, δεν μπορούν να αποδώσουν αυτό που έχει ανάγκη η οικονομία μας, γιατί είναι περιορισμένης ισχύος και ανταποδοτικότητας.Συγκεκριμένα, προβλέπονται μόνο για τους αλλοδαπούς, κατά την έννοια της λέξης, ενώ υπάρχει απουσία μιας αντίστοιχης πρόβλεψης και για τους Έλληνες πολίτες, που μέσα στα χρόνια της κρίσης αναγκάστηκαν και έφυγαν για το εξωτερικό και έγιναν τελικά φορολογικοί κάτοικοι άλλων χωρών. Μάλιστα, τέθηκε και σχετική πρόταση προς τον κ. Υπουργό, ώστε να μην υπάρχει τέτοια διάκριση και άνιση μεταχείριση για τους Έλληνες, το δικό μας ανθρώπινο δυναμικό, γεγονός που, στο τέλος της εισήγησης του κ. Αρβανιτίδη, προκάλεσε την τοποθέτηση του Υπουργού, κ. Σταϊκούρα, ο οποίος ανέφερε ότι είναι πρόθυμος να εξετάσει αυτές τις προτάσεις, αλλά σε ένα επόμενο νομοσχέδιο.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε στο κλείσιμο της εισήγησής του ο κ. Αρβανιτίδης, «η κοινωνία και η οικονομία μας, χρειάζεται αλλαγή πολιτικής, απαιτεί υπεύθυνη πολιτική με πνοή ανάπτυξης και όχι φτιασιδώματα».
Ειδικότερα, ο κ. Αρβανιτίδης, τόνισε με έμφαση τους λόγους για τους οποίους το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, όχι μόνον δεν έχει αναπτυξιακό χαρακτήρα και προϋποθέσεις ελάφρυνσης των φορολογουμένων, αλλά αντίθετα..
αναμένεται να επιβαρύνει τελικώς τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, αφού, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, για ακόμη μια φορά η Κυβέρνηση φαίνεται ότι ποντάρει στα μεσαία και στα χαμηλά εισοδήματα, για να στηρίξει και πάλι την επίτευξη των υπερβολικών πλεονασμάτων των 7 δις €. Δηλαδή, οι φερόμενες ως φοροελαφρύνσεις, τελικά αντιστοιχούν σε αυξήσεις φόρων επί αγαθών και υπηρεσιών κατά 979 εκ.€, όπως επίσης σε αυξήσεις του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 264εκ.€, επομένως φαίνεται πως «θα είναι “άνθρακας” ο θησαυρός των δήθεν φοροελαφρύνσεων και μεταρρυθμίσεων».
Πιο αναλυτικά σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Αρβανιτίδης:
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να υιοθετεί πρακτικές της εποχής ΣΥΡΙΖΑ, όπου για την επίτευξη των οικονομικών στόχων, δηλαδή των υψηλών πλεονασμάτων, μονόδρομος ήταν η φοροεπιδρομή στα χαμηλά και μεσαία στρώματα της κοινωνίας, τα οποία δεν έχουν άλλες δυνατότητες να πληρώνουν.
Οι μικρές ελαφρύνσεις στα φυσικά πρόσωπα που εξαγγέλλονται, ξεκινούν να απομειώνονται από τα 12.000€ ετήσιο εισόδημα και μηδενίζονται στα 20.000€ ετήσιο εισόδημα.
Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου εισοδήματος της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελληνικών νοικοκυριών, και δη του 74% αυτών, κατευθύνεται σε πληρωμές για βασικές δαπάνες, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα που εξαγγέλλει η Κυβέρνηση δεν πρόκειται να τους ελαφρύνουν, αντίθετα θα τους επιβαρύνουν τελικά, αφού ταυτόχρονα έρχονται αυξήσεις φόρων επί αγαθών και υπηρεσιών κατά 979 εκατ. € και αυξήσεις του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 264εκ.€ .
Οι προβλέψεις για ελαφρύνσεις των νομικών προσώπων με μείωση του συντελεστή στο 24% και μείωση του φόρου των μετοχών στο 5%, δεν έχουν καμία σύνδεση με επενδύσεις και θέσεις εργασίας.
Η πρόβλεψη για αύξηση στο 30% των υποχρεωτικών ηλεκτρονικών συναλλαγών θα επιφέρει αύξηση του κόστους κίνησης και λειτουργίας μιας επιχείρησης, λόγω του υψηλού κόστους των τραπεζικών χρεώσεων, άρα δεν πρόκειται τελικά να υπάρξει όφελος για τον κλάδο των επιχειρήσεων.
Οι διαγραφές του 1 και των 10 ευρώ είναι απλά «ασκήσεις επί χάρτου», αφού δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για ουσιαστική στήριξη των επιχειρήσεων, όπως επί παραδείγματι θα ήταν η θεσμοθέτηση του ακατάσχετου επιχειρηματικού λογαριασμού.
Όσον αφορά την πρόβλεψη για φοροαπαλλαγή έως 40% για τις δαπάνες ενεργειακής αναβάθμισης των κατοικιών και των κτιρίων, τίθεται ζήτημα ανταποδοτικότητας της διάταξης, αφού το όριο δαπανών συρρικνώνεται στις 16.000€, εξαιρείται το κόστος των υλικών, καθώς περιορίζεται στις δαπάνες αμοιβών μόνον για την παροχή υπηρεσιών, η κατανομή της φορολογικής απόσβεσης πάει σε ορίζοντα 4ετίας, ενώ παραμένει η εξαίρεση όσων έχουν ενταχθεί στο “ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΩ”. Συνεπώς, αυτοί οι περιορισμοί αφενός θα οδηγήσουν σε απαξίωση την επιχειρούμενη ελάφρυνση και αφετέρου θα αποτρέψουν στην πράξη πολλούς ενδιαφερόμενους να μπουν στη διαδικασία να κάνουν παρεμβάσεις στα κτίρια.
Σε σχέση με τις διατάξεις για την προσέλκυση αλλοδαπών, ώστε να γίνουν φορολογικοί κάτοικοι της χώρας μας, δεν μπορούν να αποδώσουν αυτό που έχει ανάγκη η οικονομία μας, γιατί είναι περιορισμένης ισχύος και ανταποδοτικότητας.Συγκεκριμένα, προβλέπονται μόνο για τους αλλοδαπούς, κατά την έννοια της λέξης, ενώ υπάρχει απουσία μιας αντίστοιχης πρόβλεψης και για τους Έλληνες πολίτες, που μέσα στα χρόνια της κρίσης αναγκάστηκαν και έφυγαν για το εξωτερικό και έγιναν τελικά φορολογικοί κάτοικοι άλλων χωρών. Μάλιστα, τέθηκε και σχετική πρόταση προς τον κ. Υπουργό, ώστε να μην υπάρχει τέτοια διάκριση και άνιση μεταχείριση για τους Έλληνες, το δικό μας ανθρώπινο δυναμικό, γεγονός που, στο τέλος της εισήγησης του κ. Αρβανιτίδη, προκάλεσε την τοποθέτηση του Υπουργού, κ. Σταϊκούρα, ο οποίος ανέφερε ότι είναι πρόθυμος να εξετάσει αυτές τις προτάσεις, αλλά σε ένα επόμενο νομοσχέδιο.
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε στο κλείσιμο της εισήγησής του ο κ. Αρβανιτίδης, «η κοινωνία και η οικονομία μας, χρειάζεται αλλαγή πολιτικής, απαιτεί υπεύθυνη πολιτική με πνοή ανάπτυξης και όχι φτιασιδώματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου