Από το energypress.gr
Την ώρα που η ΕΕ διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο -σε παγκόσμιο επίπεδο- στο ζήτημα της αντιμετώπισης του φαινομένου της Κλιματικής Αλλαγής, ο ευρωπαϊκός κλάδος διύλισης δείχνει να αναλαμβάνει με αποφασιστικό τρόπο τα ηνία της προσπάθειας προκειμένου οι βιομηχανίες του κλάδου να περιορίσουν δραστικά τις εκπομπές αερίων, που συμβάλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. «Ναι, η αλλαγή του κλίματος είνα..
ι πραγματικό γεγονός και αποτελεί μια πρώτου μεγέθους πρόκληση που απαιτεί παγκόσμια λύση», επισημαίνει χωρίς μισόλογα η “FuelsEurope”, δηλαδή ο φορέας που εκπροσωπεί στα θεσμικά όργανα της Κομισιόν τις 40 εταιρίες που διαθέτουν διυλιστήρια στην Ευρώπη και οι οποίες κατέχουν το 100% της διυλιστικής ικανότητας και περισσότερο από το 75% των πωλήσεων καυσίμων μεταφοράς στην ΕΕ.
Η «φωνή» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας διύλισης πετρελαίου, εκτός από πρωτοποριακή, μοιάζει αποφασιστική και επιχειρεί με ρεαλιστικό τρόπο να δώσει σαφείς απαντήσεις σε μια σειρά κομβικά ζητήματα, που σχετίζονται με την ανάγκη να εξευρεθεί ένα δίκαιο ισοζύγιο ανάμεσα στους φιλόδοξους στόχους για την δραστική μείωση των εκπομπών ρύπων και την διεθνή ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και τη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας και την επάρκεια τροφοδοσίας της ΕΕ. Αλήθεια, στις επόμενες κρίσιμες δεκαετίες, ποια θα είναι η συμβολή των υγρών καυσίμων στο ενεργειακό μίγμα; Μπορεί η τεχνολογία πετρελαίου να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη μετάβαση προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα; Και ακόμη, με τι θα μοιάζει ένα διυλιστήριο του μέλλοντος;
Μέχρι τώρα, τόσο η ενεργειακή βιομηχανία, όσο και οι κυβερνήσεις του κόσμου, προσπαθούν να αναπτύξουν την εναλλακτική λύση της καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα υπέγραψαν στο Παρίσι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους τουλάχιστον, τη διεθνή Συμφωνία για το Κλίμα. Σαν γέφυρα της μετάβασης από τους υδρογονάνθρακες στην καθαρή ενέργεια, προτείνουν το φυσικό αέριο. Όμως, η επίτευξη του ιδανικού μείγματος ενεργειακής παραγωγής που θα εξασφάλιζε άμεσα τον περιορισμό της μόλυνσης της ατμόσφαιρας είναι αδύνατη για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους: θα χρειαστεί πολλά χρόνια ακόμα και την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, εκ των οποίων κάποιες είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο, ενώ ορισμένες άλλες δεν είναι ακόμα διαθέσιμες.
Χρειάζεται να διαθέτει κάποιος άριστη και σε βάθος γνώση του αντικειμένου, προκειμένου να εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει στην πραγματικότητα στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο πλανήτη, αλλά και για να υποστηρίξει προτάσεις και μέτρα χωρίς τον κίνδυνο να κατηγορηθεί για ανεδαφικές τοποθετήσεις. Στην Αθήνα με το θέμα ασχολήθηκε η ειδικός κα Λιάνα Γούτα, Διευθύντρια Ενεργειακής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Ομίλου ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, η οποία παρουσίασε σχετική εισήγησή της στο πλαίσιο του 3ου Ετήσιου Συνεδρίου της δεξαμενής σκέψης ΗΑΕΕ που διεξήχθη από τις 3 έως τις 5 Μαΐου 2018 και αποτελεί το ελληνικό παράρτημα του διεθνούς οργανισμού ΙΑΕΕ.
Ενώ λοιπόν στατιστικές και προβλέψεις δείχνουν ότι η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια δεν είναι εύκολη υπόθεση σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, ότι το 2017 μόνο το 10% του ηλεκτρισμού παρήχθη διεθνώς από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ότι το ποσοστό αυτό σε 10 χρόνια θα αυξηθεί μόνο κατά 2%, ή ότι το 2050 περισσότερα από τα μισά αυτοκίνητα θα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν βενζίνη, η Ελληνίδα επιστήμων μετέφερε ένα αισιόδοξο μήνυμα από τη μεριά της βιομηχανίας και συγκεκριμένες τεχνικές προτάσεις στην πορεία για την Ενεργειακή Μετάβαση σε μια Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα, όπως επιτάσσει η αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής και η προστασία του πλανήτη.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι η πλέον ευαίσθητη και ηγείται παγκοσμίως σε θέματα περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, η πετρελαϊκή βιομηχανία και τα διυλιστήρια ανέλαβαν τη δική τους πρωτοβουλία: καταθέτουν προτάσεις με στόχο να αξιοποιήσουν άμεσα τις τελευταίες εξελίξεις της τεχνολογίας, να συνεργαστούν με βιομηχανίες, ερευνητικά κέντρα, ακαδημαϊκά ιδρύματα και ειδικούς, προκειμένου να μειώσουν στο ελάχιστο το διοξείδιο του άνθρακος στο πετρέλαιο και στα παράγωγά του και να συμβάλλουν καθοριστικά στην αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής.
Στην ομιλία της η κα Γούτα υπογράμμισε ότι πρόκειται για την πολύ πρόσφατη πρόταση της Ευρωπαϊκής Διύλισης για την Ενεργειακή Μετάβαση 2050 προς την Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα (‘Vision 2050’), σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα, στα ευρωπαϊκά κείμενα πολιτικής για την Ενέργεια και την Βιομηχανία, υπάρχει ελάχιστη, αν όχι μηδενική αναφορά στον ρόλο της διύλισης, της πετρελαϊκής βιομηχανίας και κυρίως στο ρόλο των υγρών καυσίμων.
Ωστόσο, συνέχισε η ειδικός των ΕΛ.ΠΕ, η διύλιση και τα υγρά καύσιμα σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις και τις εκθέσεις των μεγάλων διεθνών οργανισμών και με βάση τις διαθέσιμες, ή και τις αναπτυσσόμενες τεχνολογίες, θα παρέχουν για πολλές δεκαετίες ακόμα το "καύσιμο" για τις μεταφορές, την παραγωγή πετροχημικών και άλλων σχετικών προϊόντων, αλλά και για την ανάπτυξη της οικονομίας, καθώς η ανάγκη και η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο θα συνεχίσει να αυξάνει μέχρι το 2040. Αυτό το μερίδιο ενέργειας που σήμερα δε μπορεί να αντικατασταθεί τεχνολογικά από άλλη μορφή πλην των υγρών καυσίμων (πχ. παραγωγή πετροχημικών, καύσιμα αεροπορίας, ναυτιλία κλπ.), οφείλει να συμβάλλει κι αυτό από μεριάς του στη μείωση των εκπομπών CO2 και στους στόχους της Κλιματικής Αλλαγής. Αντίστοιχες προβλέψεις πρέπει να υπάρξουν στις ευρωπαϊκές πολιτικές, έτσι ώστε τα πετρελαιοειδή και τα υγρά καύσιμα να συνεισφέρουν και αυτά τεχνολογικά στο μερίδιο που τους αναλογεί στη μετάβαση προς την Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα, με τις υπάρχουσες αλλά και με νέες, πρωτοποριακές τεχνολογίες.
Για το λόγο αυτό, το σύνολο της Ευρωπαϊκής Διύλισης, μέσω του Συνδέσμου της “FuelsEurope", βγήκε για πρώτη φορά μπροστά, με μια τολμηρή αλλά ρεαλιστική και εφικτή πρόταση για τις επόμενες δεκαετίες μέχρι το 2050, για το πώς τα διυλιστήρια του μέλλοντος μπορούν να μετασχηματισθούν και να αποτελέσουν το επίκεντρο παραγωγής ενέργειας σε βιομηχανικούς σχηματισμούς (Energy Hub within Industrial Clusters). Με αυτόν τον μετασχηματισμό, με την παράλληλη αξιοποίηση πολλών νέων τεχνολογιών, το Διυλιστήριο του μέλλοντος θα μπορεί να παράγει όχι μόνο υγρά καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα για τις μεταφορές και την τροφοδοσία των πετροχημικών, αλλά και καθαρή ενέργεια για τηλεθέρμανση των γύρω περιοχών και παραγωγή ηλεκτρισμού. Η ανάπτυξη αυτών των νέων τεχνολογιών και o μετασχηματισμός των διυλιστηρίων, όχι μόνο θα συμβάλλει καθοριστικά -με το μερίδιο που τους αναλογεί- στην επίτευξη των στόχων της Κλιματικής Αλλαγής, αλλά θα δώσει παράλληλα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια ακόμα ευκαιρία να ηγηθεί και πάλι βιομηχανικά σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και η σχετική συζήτηση πρακτικά ξεκινά τώρα», υπογράμμισε η κα Γούτα. «Όπως φάνηκε και στο τελευταίο High Level Refining Forum που πραγματοποίησε η Κομισιόν στις 25/4/2018, παρουσία του Επιτρόπου Κλίματος και Ενέργειας Arias Canete, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πολλοί βιομηχανικοί κλάδοι, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η βιομηχανία των χημικών, υποδέχθηκαν θετικά τις προτάσεις του κλάδου διύλισης, αναγνωρίζοντας τη σημασία και το ρόλο του για το μέλλον», ανέφερε η Ελληνίδα επιστήμων της Ενέργειας.
Το αισιόδοξο αυτό μήνυμα είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και για την Ελλάδα στην οποία, αφενός ο κλάδος διύλισης συνεχίζει να αποτελεί έναν σημαντικό και υγιή κλάδο που τροφοδοτεί την ελληνική οικονομία και την απασχόληση, παρά τις σημαντικές προκλήσεις ανταγωνισμού που αντιμετωπίζει από γειτονικά διυλιστήρια σε χώρες εκτός ΕΕ, αφετέρου δε, προσβλέπει με αισιοδοξία σε μια περαιτέρω μελλοντική ανάπτυξη μέσω των υδρογονανθράκων, που καλούνται να εξερευνήσουν στις θάλασσές της εταιρείες κολοσσοί όπως οι, ExxonMobil, TOTAL, REPSOL και EDISON σε συνεργασία με τα ΕΛ.ΠΕ.
Την ώρα που η ΕΕ διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο -σε παγκόσμιο επίπεδο- στο ζήτημα της αντιμετώπισης του φαινομένου της Κλιματικής Αλλαγής, ο ευρωπαϊκός κλάδος διύλισης δείχνει να αναλαμβάνει με αποφασιστικό τρόπο τα ηνία της προσπάθειας προκειμένου οι βιομηχανίες του κλάδου να περιορίσουν δραστικά τις εκπομπές αερίων, που συμβάλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. «Ναι, η αλλαγή του κλίματος είνα..
ι πραγματικό γεγονός και αποτελεί μια πρώτου μεγέθους πρόκληση που απαιτεί παγκόσμια λύση», επισημαίνει χωρίς μισόλογα η “FuelsEurope”, δηλαδή ο φορέας που εκπροσωπεί στα θεσμικά όργανα της Κομισιόν τις 40 εταιρίες που διαθέτουν διυλιστήρια στην Ευρώπη και οι οποίες κατέχουν το 100% της διυλιστικής ικανότητας και περισσότερο από το 75% των πωλήσεων καυσίμων μεταφοράς στην ΕΕ.
Η «φωνή» της ευρωπαϊκής βιομηχανίας διύλισης πετρελαίου, εκτός από πρωτοποριακή, μοιάζει αποφασιστική και επιχειρεί με ρεαλιστικό τρόπο να δώσει σαφείς απαντήσεις σε μια σειρά κομβικά ζητήματα, που σχετίζονται με την ανάγκη να εξευρεθεί ένα δίκαιο ισοζύγιο ανάμεσα στους φιλόδοξους στόχους για την δραστική μείωση των εκπομπών ρύπων και την διεθνή ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και τη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας και την επάρκεια τροφοδοσίας της ΕΕ. Αλήθεια, στις επόμενες κρίσιμες δεκαετίες, ποια θα είναι η συμβολή των υγρών καυσίμων στο ενεργειακό μίγμα; Μπορεί η τεχνολογία πετρελαίου να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη μετάβαση προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα; Και ακόμη, με τι θα μοιάζει ένα διυλιστήριο του μέλλοντος;
Μέχρι τώρα, τόσο η ενεργειακή βιομηχανία, όσο και οι κυβερνήσεις του κόσμου, προσπαθούν να αναπτύξουν την εναλλακτική λύση της καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας, ενώ ταυτόχρονα υπέγραψαν στο Παρίσι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους τουλάχιστον, τη διεθνή Συμφωνία για το Κλίμα. Σαν γέφυρα της μετάβασης από τους υδρογονάνθρακες στην καθαρή ενέργεια, προτείνουν το φυσικό αέριο. Όμως, η επίτευξη του ιδανικού μείγματος ενεργειακής παραγωγής που θα εξασφάλιζε άμεσα τον περιορισμό της μόλυνσης της ατμόσφαιρας είναι αδύνατη για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους: θα χρειαστεί πολλά χρόνια ακόμα και την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, εκ των οποίων κάποιες είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο, ενώ ορισμένες άλλες δεν είναι ακόμα διαθέσιμες.
Χρειάζεται να διαθέτει κάποιος άριστη και σε βάθος γνώση του αντικειμένου, προκειμένου να εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει στην πραγματικότητα στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο πλανήτη, αλλά και για να υποστηρίξει προτάσεις και μέτρα χωρίς τον κίνδυνο να κατηγορηθεί για ανεδαφικές τοποθετήσεις. Στην Αθήνα με το θέμα ασχολήθηκε η ειδικός κα Λιάνα Γούτα, Διευθύντρια Ενεργειακής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Ομίλου ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ, η οποία παρουσίασε σχετική εισήγησή της στο πλαίσιο του 3ου Ετήσιου Συνεδρίου της δεξαμενής σκέψης ΗΑΕΕ που διεξήχθη από τις 3 έως τις 5 Μαΐου 2018 και αποτελεί το ελληνικό παράρτημα του διεθνούς οργανισμού ΙΑΕΕ.
Ενώ λοιπόν στατιστικές και προβλέψεις δείχνουν ότι η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια δεν είναι εύκολη υπόθεση σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, ότι το 2017 μόνο το 10% του ηλεκτρισμού παρήχθη διεθνώς από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ότι το ποσοστό αυτό σε 10 χρόνια θα αυξηθεί μόνο κατά 2%, ή ότι το 2050 περισσότερα από τα μισά αυτοκίνητα θα συνεχίζουν να χρησιμοποιούν βενζίνη, η Ελληνίδα επιστήμων μετέφερε ένα αισιόδοξο μήνυμα από τη μεριά της βιομηχανίας και συγκεκριμένες τεχνικές προτάσεις στην πορεία για την Ενεργειακή Μετάβαση σε μια Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα, όπως επιτάσσει η αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής και η προστασία του πλανήτη.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι η πλέον ευαίσθητη και ηγείται παγκοσμίως σε θέματα περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, η πετρελαϊκή βιομηχανία και τα διυλιστήρια ανέλαβαν τη δική τους πρωτοβουλία: καταθέτουν προτάσεις με στόχο να αξιοποιήσουν άμεσα τις τελευταίες εξελίξεις της τεχνολογίας, να συνεργαστούν με βιομηχανίες, ερευνητικά κέντρα, ακαδημαϊκά ιδρύματα και ειδικούς, προκειμένου να μειώσουν στο ελάχιστο το διοξείδιο του άνθρακος στο πετρέλαιο και στα παράγωγά του και να συμβάλλουν καθοριστικά στην αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής.
Στην ομιλία της η κα Γούτα υπογράμμισε ότι πρόκειται για την πολύ πρόσφατη πρόταση της Ευρωπαϊκής Διύλισης για την Ενεργειακή Μετάβαση 2050 προς την Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα (‘Vision 2050’), σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα, στα ευρωπαϊκά κείμενα πολιτικής για την Ενέργεια και την Βιομηχανία, υπάρχει ελάχιστη, αν όχι μηδενική αναφορά στον ρόλο της διύλισης, της πετρελαϊκής βιομηχανίας και κυρίως στο ρόλο των υγρών καυσίμων.
Ωστόσο, συνέχισε η ειδικός των ΕΛ.ΠΕ, η διύλιση και τα υγρά καύσιμα σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις και τις εκθέσεις των μεγάλων διεθνών οργανισμών και με βάση τις διαθέσιμες, ή και τις αναπτυσσόμενες τεχνολογίες, θα παρέχουν για πολλές δεκαετίες ακόμα το "καύσιμο" για τις μεταφορές, την παραγωγή πετροχημικών και άλλων σχετικών προϊόντων, αλλά και για την ανάπτυξη της οικονομίας, καθώς η ανάγκη και η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο θα συνεχίσει να αυξάνει μέχρι το 2040. Αυτό το μερίδιο ενέργειας που σήμερα δε μπορεί να αντικατασταθεί τεχνολογικά από άλλη μορφή πλην των υγρών καυσίμων (πχ. παραγωγή πετροχημικών, καύσιμα αεροπορίας, ναυτιλία κλπ.), οφείλει να συμβάλλει κι αυτό από μεριάς του στη μείωση των εκπομπών CO2 και στους στόχους της Κλιματικής Αλλαγής. Αντίστοιχες προβλέψεις πρέπει να υπάρξουν στις ευρωπαϊκές πολιτικές, έτσι ώστε τα πετρελαιοειδή και τα υγρά καύσιμα να συνεισφέρουν και αυτά τεχνολογικά στο μερίδιο που τους αναλογεί στη μετάβαση προς την Οικονομία Χαμηλού Άνθρακα, με τις υπάρχουσες αλλά και με νέες, πρωτοποριακές τεχνολογίες.
Για το λόγο αυτό, το σύνολο της Ευρωπαϊκής Διύλισης, μέσω του Συνδέσμου της “FuelsEurope", βγήκε για πρώτη φορά μπροστά, με μια τολμηρή αλλά ρεαλιστική και εφικτή πρόταση για τις επόμενες δεκαετίες μέχρι το 2050, για το πώς τα διυλιστήρια του μέλλοντος μπορούν να μετασχηματισθούν και να αποτελέσουν το επίκεντρο παραγωγής ενέργειας σε βιομηχανικούς σχηματισμούς (Energy Hub within Industrial Clusters). Με αυτόν τον μετασχηματισμό, με την παράλληλη αξιοποίηση πολλών νέων τεχνολογιών, το Διυλιστήριο του μέλλοντος θα μπορεί να παράγει όχι μόνο υγρά καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα για τις μεταφορές και την τροφοδοσία των πετροχημικών, αλλά και καθαρή ενέργεια για τηλεθέρμανση των γύρω περιοχών και παραγωγή ηλεκτρισμού. Η ανάπτυξη αυτών των νέων τεχνολογιών και o μετασχηματισμός των διυλιστηρίων, όχι μόνο θα συμβάλλει καθοριστικά -με το μερίδιο που τους αναλογεί- στην επίτευξη των στόχων της Κλιματικής Αλλαγής, αλλά θα δώσει παράλληλα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια ακόμα ευκαιρία να ηγηθεί και πάλι βιομηχανικά σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και η σχετική συζήτηση πρακτικά ξεκινά τώρα», υπογράμμισε η κα Γούτα. «Όπως φάνηκε και στο τελευταίο High Level Refining Forum που πραγματοποίησε η Κομισιόν στις 25/4/2018, παρουσία του Επιτρόπου Κλίματος και Ενέργειας Arias Canete, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πολλοί βιομηχανικοί κλάδοι, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία και η βιομηχανία των χημικών, υποδέχθηκαν θετικά τις προτάσεις του κλάδου διύλισης, αναγνωρίζοντας τη σημασία και το ρόλο του για το μέλλον», ανέφερε η Ελληνίδα επιστήμων της Ενέργειας.
Το αισιόδοξο αυτό μήνυμα είναι ιδιαίτερα χρήσιμο και για την Ελλάδα στην οποία, αφενός ο κλάδος διύλισης συνεχίζει να αποτελεί έναν σημαντικό και υγιή κλάδο που τροφοδοτεί την ελληνική οικονομία και την απασχόληση, παρά τις σημαντικές προκλήσεις ανταγωνισμού που αντιμετωπίζει από γειτονικά διυλιστήρια σε χώρες εκτός ΕΕ, αφετέρου δε, προσβλέπει με αισιοδοξία σε μια περαιτέρω μελλοντική ανάπτυξη μέσω των υδρογονανθράκων, που καλούνται να εξερευνήσουν στις θάλασσές της εταιρείες κολοσσοί όπως οι, ExxonMobil, TOTAL, REPSOL και EDISON σε συνεργασία με τα ΕΛ.ΠΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου