Από το energypress.gr
Ο Αλί Αλ Ναΐμι ήταν από το 1995 ως το 2016 υπουργός πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας και προηγουμένως διευθύνων σύμβουλος της Saudi Aramco. Πέρυσι, κυκλοφόρησε την πολύ ενδιαφέρουσα αυτοβιογραφία του με τίτλο "Βγαίνοντας από την έρημο", όπου μιλάει για την προσωπική του πορεία, αλλά και για πληθώρα συμφωνιών και διαπραγματεύσεων που ολοκλήρωσε με δεκάδες χώρες και εταιρείες ανά τον πλανήτη.
Ο Ναΐμι ήταν από τους πρώτους Σαουδάραβες που σπούδασαν στις ΗΠΑ και στη συνέχεια έγινε ο κύριος εκφραστής της στροφής που έκανε η Aramco προς μια..
πιο τεχνοκρατική κατεύθυνση, ώστε να λειτουργεί όπως μια σύγχρονη δυτική επιχείρηση, αφήνοντας πίσω τις παθογένειες και τα προβλήματα του παρελθόντος.
Στο βιβλίο του αναφέρεται συνήθως με θετικά σχόλια στους διάφορους ανθρώπους και εταιρείες με τους οποίους χρειάστηκε να έρθει σε επαφή με αντικείμενο φυσικά τις προμήθειες πετρελαίου. Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον, πάντως, για το ελληνικό κοινό είναι ότι η δική μας περίπτωση είναι μια από τις λίγες για τις οποίες έχει να πει άσχημα λόγια και να καταθέσει αρνητικές εμπειρίες.
Η αναφορά του στην Ελλάδα είναι διπλή και ξεκινά με τη συμφωνία της Aramco με τη Μότορ Όιλ:
"Το 1996 είδαμε μια ευκαιρία στην Ελλάδα, η οποία θα ήταν η πρώτη μας προσπάθεια στον ευρωπαϊκό κλάδο διΰλισης. Αυτή ήταν μια πιο αμφιλεγόμενη προσπάθεια σε σύγκριση με τις αντίστοιχες που κάναμε στην Ασία διότι η Μότορ Όιλ ελεγχόταν από έναν ιδιώτη επενδυτή, την οικογένεια Βαρδινογιάννη. Επίσης, ορισμένοι άνθρωποι της Aramco, όπως ο επικεφαλής οικονομολόγος, Λέινι Λίτλτζον, ήταν όπως το έθεσε, "κάθετα αντίθετοι". Δεν πίστευε ότι η συμφωνία είχε οικονομική λογική. "Είναι σαν να πουλάς κάρβουνο στο Newcastle", προειδοποίησε.
Οι Έλληνες μεγιστάνες έπαιζαν ανέκαθεν ένα σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, κυρίως ελέγχοντας τους στόλους των τάνκερ. Όμως, τα οικονομικά τους και οι πρακτικές τους ήταν στην καλύτερη περίπτωση, αδιαφανείς. Τελικά αποφασίσαμε ότι δεν νιώθαμε άνετα με μια τέτοια μακροπρόθεσμη επένδυση καθώς δεν συμβάδιζε με τις εταιρικές αξίες μας και πουλήσαμε το μερίδιό μας στους εταίρους μας το 2006".
Το δεύτερο σκέλος της εμπειρίας του Ναΐμι με ελληνικές επιχειρήσεις αφορά την επίσκεψη του Γιάννη Λάτση στο γραφείο του Ναΐμι, η οποία εξελίχθηκε διαφορετικά από ότι περίμενε ο Έλληνας μεγιστάνας:
"Με βάση την προσωπική μου εμπειρία από τις επιχειρηματικές πρακτικές της Αθήνας, θα έπρεπε να ήμουν πιο προσεκτικός προσεγγίζοντας την παραπάνω συμφωνία. Πιστεύω ότι η φράση "φοβού τους Έλληνες και δώρα φέροντες" ισχύει. Μια μέρα, έλαβα τηλεφώνημα από τον υπουργό πετρελαίου, ο οποίος μου είπε πως ο Έλληνας μεγιστάνας Γιάννης Λάτσης βρισκόταν καθ' οδόν για να με συναντήσει ώστε να αγοράσει αργό πετρέλαιο. Ο Λάτσης έφτασε το μεσημέρι μιας Παρασκευής, που είναι το δικό μας σαββατοκύριακο, και άρχισε να μου μιλάει για την σπουδαία προσωπική του σχέση με το βασιλιά Φαντ. Έπαψα να τον ακούω μετά από τέσσερις ώρες και τον ρώτησα τι ήθελε. Μου ανακοίνωσε ότι ήθελε να αγοράσει 2 εκατ. βαρέλια πετρελαίου. "ΟΚ", του απάντησα, "αλλά γιατί μιλάτε μαζί μου; Μιλήστε με το αρμόδιο τμήμα της εταιρείας".
Ο Λάτσης ξεκαθάρισε ότι μου μίλαγε επειδή περίμενε από τον διευθύνοντα να του προσφέρει έκπτωση, εξ ου και η τετράωρη ομιλία για τη φιλία του με το βασιλιά Φαντ. Πρότεινε μια εξωπραγματική έκπτωση στα 10 δολάρια ανά βαρέλι ενώ η τιμή τότε βρισκόταν στα 18-20 δολάρια. Υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσα να ζητήσω μια προμήθεια αν τον βοηθούσα να εξασφαλίσει ένα τέτοιο κελεπούρι. Του είπα ότι του προσφέρουμε τους ίδιους όρους που προσφέρουμε παντού και φυσικά δεν ανέφερα τίποτα για προμήθειες.
"Ξέχνα τα 2 εκατομμύρια", μου είπε βγάζοντας το καρνέ των επιταγών του. Είπε ότι θα αγόραζε ένα εκατομμύριο βαρέλια, θα τα πλήρωνε επιτόπου με τραπεζική επιταγή. Του υπενθύμισα ευγενικά ότι η Saudi Aramco συναλάσσεται μονάχα με τέσσερις μεγάλες διεθνείς τράπεζες. "Από όσο θυμάμαι, η δική σας τράπεζα δεν ανήκει σε αυτή τη λίστα", του απάντησα, προτείνοντας να κανονίσει μια συναλλαγή με μια από αυτές τις τέσσερις. Μπορούσα σχεδόν να δω τον καπνό να βγαίνει από τα αυτιά του.
Χωρίς επιταγή, λοιπόν; Εντάξει, θα αγόραζε 100.000 βαρέλια και θα πλήρωνε μετρητά! Του είπα εντάξει και ότι η Saudi Aramco θα τον αποζημίωνε για τον τόκο για το χρόνο που θα χρειαζόταν μέχρι να ολοκληρωθεί η συναλλαγή. Μάλλον προκειμένου να δείξει τη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο που του φέρθηκα, αργότερα επέστρεψε το ποσό της αποζημίωσης στον υπουργό Ναζέρ, ο οποίος το προώθησε στο τμήμα μου. Και βεβαίως, το δεχτήκαμε".
Αν μη τι άλλο, η παραπάνω ιστορία προστίθεται στον κατάλογο με τις τολμηρές κινήσεις του Γιάννη Λάτση και αποτυπώνει το σκεπτικό της Σαουδικής Αραβίας απέναντι στους Έλληνες μεγιστάνες σε μια εποχή κατά την οποία η παγκόσμια αγορά άλλαζε με ταχείς ρυθμούς.
Ο Αλί Αλ Ναΐμι ήταν από το 1995 ως το 2016 υπουργός πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας και προηγουμένως διευθύνων σύμβουλος της Saudi Aramco. Πέρυσι, κυκλοφόρησε την πολύ ενδιαφέρουσα αυτοβιογραφία του με τίτλο "Βγαίνοντας από την έρημο", όπου μιλάει για την προσωπική του πορεία, αλλά και για πληθώρα συμφωνιών και διαπραγματεύσεων που ολοκλήρωσε με δεκάδες χώρες και εταιρείες ανά τον πλανήτη.
Ο Ναΐμι ήταν από τους πρώτους Σαουδάραβες που σπούδασαν στις ΗΠΑ και στη συνέχεια έγινε ο κύριος εκφραστής της στροφής που έκανε η Aramco προς μια..
πιο τεχνοκρατική κατεύθυνση, ώστε να λειτουργεί όπως μια σύγχρονη δυτική επιχείρηση, αφήνοντας πίσω τις παθογένειες και τα προβλήματα του παρελθόντος.
Στο βιβλίο του αναφέρεται συνήθως με θετικά σχόλια στους διάφορους ανθρώπους και εταιρείες με τους οποίους χρειάστηκε να έρθει σε επαφή με αντικείμενο φυσικά τις προμήθειες πετρελαίου. Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον, πάντως, για το ελληνικό κοινό είναι ότι η δική μας περίπτωση είναι μια από τις λίγες για τις οποίες έχει να πει άσχημα λόγια και να καταθέσει αρνητικές εμπειρίες.
Η αναφορά του στην Ελλάδα είναι διπλή και ξεκινά με τη συμφωνία της Aramco με τη Μότορ Όιλ:
"Το 1996 είδαμε μια ευκαιρία στην Ελλάδα, η οποία θα ήταν η πρώτη μας προσπάθεια στον ευρωπαϊκό κλάδο διΰλισης. Αυτή ήταν μια πιο αμφιλεγόμενη προσπάθεια σε σύγκριση με τις αντίστοιχες που κάναμε στην Ασία διότι η Μότορ Όιλ ελεγχόταν από έναν ιδιώτη επενδυτή, την οικογένεια Βαρδινογιάννη. Επίσης, ορισμένοι άνθρωποι της Aramco, όπως ο επικεφαλής οικονομολόγος, Λέινι Λίτλτζον, ήταν όπως το έθεσε, "κάθετα αντίθετοι". Δεν πίστευε ότι η συμφωνία είχε οικονομική λογική. "Είναι σαν να πουλάς κάρβουνο στο Newcastle", προειδοποίησε.
Οι Έλληνες μεγιστάνες έπαιζαν ανέκαθεν ένα σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, κυρίως ελέγχοντας τους στόλους των τάνκερ. Όμως, τα οικονομικά τους και οι πρακτικές τους ήταν στην καλύτερη περίπτωση, αδιαφανείς. Τελικά αποφασίσαμε ότι δεν νιώθαμε άνετα με μια τέτοια μακροπρόθεσμη επένδυση καθώς δεν συμβάδιζε με τις εταιρικές αξίες μας και πουλήσαμε το μερίδιό μας στους εταίρους μας το 2006".
Το δεύτερο σκέλος της εμπειρίας του Ναΐμι με ελληνικές επιχειρήσεις αφορά την επίσκεψη του Γιάννη Λάτση στο γραφείο του Ναΐμι, η οποία εξελίχθηκε διαφορετικά από ότι περίμενε ο Έλληνας μεγιστάνας:
"Με βάση την προσωπική μου εμπειρία από τις επιχειρηματικές πρακτικές της Αθήνας, θα έπρεπε να ήμουν πιο προσεκτικός προσεγγίζοντας την παραπάνω συμφωνία. Πιστεύω ότι η φράση "φοβού τους Έλληνες και δώρα φέροντες" ισχύει. Μια μέρα, έλαβα τηλεφώνημα από τον υπουργό πετρελαίου, ο οποίος μου είπε πως ο Έλληνας μεγιστάνας Γιάννης Λάτσης βρισκόταν καθ' οδόν για να με συναντήσει ώστε να αγοράσει αργό πετρέλαιο. Ο Λάτσης έφτασε το μεσημέρι μιας Παρασκευής, που είναι το δικό μας σαββατοκύριακο, και άρχισε να μου μιλάει για την σπουδαία προσωπική του σχέση με το βασιλιά Φαντ. Έπαψα να τον ακούω μετά από τέσσερις ώρες και τον ρώτησα τι ήθελε. Μου ανακοίνωσε ότι ήθελε να αγοράσει 2 εκατ. βαρέλια πετρελαίου. "ΟΚ", του απάντησα, "αλλά γιατί μιλάτε μαζί μου; Μιλήστε με το αρμόδιο τμήμα της εταιρείας".
Ο Λάτσης ξεκαθάρισε ότι μου μίλαγε επειδή περίμενε από τον διευθύνοντα να του προσφέρει έκπτωση, εξ ου και η τετράωρη ομιλία για τη φιλία του με το βασιλιά Φαντ. Πρότεινε μια εξωπραγματική έκπτωση στα 10 δολάρια ανά βαρέλι ενώ η τιμή τότε βρισκόταν στα 18-20 δολάρια. Υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσα να ζητήσω μια προμήθεια αν τον βοηθούσα να εξασφαλίσει ένα τέτοιο κελεπούρι. Του είπα ότι του προσφέρουμε τους ίδιους όρους που προσφέρουμε παντού και φυσικά δεν ανέφερα τίποτα για προμήθειες.
"Ξέχνα τα 2 εκατομμύρια", μου είπε βγάζοντας το καρνέ των επιταγών του. Είπε ότι θα αγόραζε ένα εκατομμύριο βαρέλια, θα τα πλήρωνε επιτόπου με τραπεζική επιταγή. Του υπενθύμισα ευγενικά ότι η Saudi Aramco συναλάσσεται μονάχα με τέσσερις μεγάλες διεθνείς τράπεζες. "Από όσο θυμάμαι, η δική σας τράπεζα δεν ανήκει σε αυτή τη λίστα", του απάντησα, προτείνοντας να κανονίσει μια συναλλαγή με μια από αυτές τις τέσσερις. Μπορούσα σχεδόν να δω τον καπνό να βγαίνει από τα αυτιά του.
Χωρίς επιταγή, λοιπόν; Εντάξει, θα αγόραζε 100.000 βαρέλια και θα πλήρωνε μετρητά! Του είπα εντάξει και ότι η Saudi Aramco θα τον αποζημίωνε για τον τόκο για το χρόνο που θα χρειαζόταν μέχρι να ολοκληρωθεί η συναλλαγή. Μάλλον προκειμένου να δείξει τη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο που του φέρθηκα, αργότερα επέστρεψε το ποσό της αποζημίωσης στον υπουργό Ναζέρ, ο οποίος το προώθησε στο τμήμα μου. Και βεβαίως, το δεχτήκαμε".
Αν μη τι άλλο, η παραπάνω ιστορία προστίθεται στον κατάλογο με τις τολμηρές κινήσεις του Γιάννη Λάτση και αποτυπώνει το σκεπτικό της Σαουδικής Αραβίας απέναντι στους Έλληνες μεγιστάνες σε μια εποχή κατά την οποία η παγκόσμια αγορά άλλαζε με ταχείς ρυθμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου