Από το worldenergynews.gr
H πρόθεση της κυβέρνησης να δώσει τη μεγαλύτερη δυνατή ώθηση στον τομέα της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων είναι δεδομένη και εκπεφρασμένη.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι προθέσεις αναγκαστικά θα πρέπει να συνδυάζονται με αλλαγές και ανατροπές που αιφνιδιάζουν.
Το ρεπορτάζ θέλει το Υπουργείο Ενέργειας να προκρίνει, μεταξύ άλλων, την καθιέρωση του μοντέλου της Συμφωνίας Διάθεσης Παραγωγής (Production Sharing Agreement) για τις επόμενες συμβάσεις στον τομέα της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην χώρα μας-μοντέλου που συνεπάγεται την συμμετοχή του Δημοσίου στην διάθεση της παραγωγής από κάποιο κοίτασμα..
Ακόμη κι αν κανείς αντιπαρερχόταν βασικά ζητήματα όπως..
λ.χ. το ότι αυτές οι συμφωνίες απαιτούν, κατ΄αρχήν την ύπαρξη ικανούς παραγωγής, προκειμένου το Δημόσιο να είναι σε θέση να "αξιώσει" από τον ιδιώτη-επενδυτή μετοχική παρουσία στις παραχωρήσεις, καθώς και ότι πρόκειται για ένα μοντέλο που σχεδόν ουδόλως δεν απαντάται στην Ευρώπη -αντίθετα, χαρακτηρίζει πολλές χώρες της Αφρικής - σίγουρα δεν θα μπορούσε να παραβλέψει το γεγονός ότι η εξέλιξη ακούγεται ως μία δομική αλλαγή στον συγκεκριμένο τομέα.
Και το ερώτημα είναι αν υπάρχουν λόγοι για αυτήν την αλλαγή και αν η συγκυρία την ευνοεί..
Το υφιστάμενο μοντέλο της Συμφωνίας Μίσθωσης προωτοεφαρμόστηκε το 2013 με την αναθεώρηση της σύμβασης για την εκμετάλλευση του Πρίνου, όπου και η μοναδική ως σήμερα και, τουλάχιστον, για τα επόμενα 2-3 χρόνια παραγωγή υδρογονανθράκων στην χώρα. Η λογική ενός συγκεκριμένου και σταθερού φορολογικού συντελεστή και η πρόσθετη εισφορά δικαιωμάτων (royalties) επί του τζίρου στο ελληνικό Δημόσιο από ένα ύψος παραγωγής και πάνω εφαρμόστηκε στη συνέχεια σε όλες τις νέες συμβάσεις για την παραχώρηση περιοχών της Δυτικής Ελλάδας.
Παρά το γεγονός ότι το μοντέλο αυτό έχει μόλις τέσσερα χρόνια εφαρμογής αλλά και παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ακόμη οποιαδήποτε ανακάλυψη (ο Πρίνος έχει ανακαλυφθεί από το 1974 και το Κατάκολο από το 1981), η χώρα κατάφερε να συγκεντρώσει τόσο σημαντικές επενδύσεις στον τομέα (300 εκατ. δολάρια ως τώρα στον Πρίνο από την Energean, με τη συμμετοχή μάλιστα και ενός τεράστιου αμερικανικού fund αλλά και της EBRD) όσο και την παρουσία κολοσσιαίων ομίλων για την "επόμενη μέρα":
η Total και η Repsol είναι ήδη παρούσες ως Operator (η πρώτη στο οικόπεδο 2, με την υπογραφή της τελικής σύμβασης να αναμένεται, και η δεύτερη σε Ιωάννινα και Αιτωλοακαρνανία, με την έγκριση της κυβέρνησης επίσης να αναμένεται), ενώ ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί από την μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου στον κόσμο, την ExxonMobil, η οποία μαζί με την Total και τον όμιλο των Ελληνικών Πετρελαίων έχουν προκαλέσει διαγωνισμό για θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου -όπως και η Energean για το Ιόνιο.
Προφανώς, όλη αυτή η δραστηριότητα σχετίζεται και με τις εξελίξεις στη ευρύτερη περιοχή: μεγάλες ανακαλύψεις θαλάσσιων κοιτασμάτων στη ΝΑ. Μεσόγειο, παραγωγή πετρελαίου σε χερσαίες περιοχές της Αλβανίας κλπ.
Ωστόσο, και με δεδομένο ότι η χώρα μας, ακριβώς λόγω της έλλειψης οποιασδήποτε νέας ανακάλυψης, θεωρείται ως frontier (αχαρτογράφητη) όπως είναι διεθνώς ο όρος, το ενδιαφέρον αυτών των εταιρειών πιθανότατα δεν θα είχε εκδηλωθεί ποτέ, αν το θεσμικό πλαίσιο δεν ήταν ελκυστικό για την πραγματοποίηση επενδύσεων με μεγάλο ρίσκο.
Ποιός λησμονεί, άλλωστε, το γεγονός ότι, επηρεασμένη από διάφορες κυβερνητικές δηλώσεις περί αλλαγών στις συμβάσεις επί το ...δημοσιότερον (αν επιτρέπεται ο όρος), η ιταλική ENEL ουδέποτε προσήλθε στον διαγωνισμό για τις χερσαίες περιοχές της Άιτωλοακαρνανίας, της Άρτας/Πρέβεζας και της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου, τον οποίο η ίδια προ διετίας είχε προκαλέσει με την εκδήλωση ενδιαφέροντος;
Ή ότι τα θαλάσσια οικόπεδα της Κρήτης και του Ιονίου, για τα οποία τώρα εκδηλώνεται ενδιαφέρον, δεν είχαν επίσης προ διετίας μείνει στα αζήτητα;
Το ελληνικό Δημόσιο στην παρούσα φάση δεν έχει απολύτως κανένα λόγο να θέτει ζητήματα αλλαγής ενός πλαισίου που λειτουργεί πολύ ικανοποιητικά και να παραπέμπει σε λογικές μεγαλύτερης παρέμβασης του κρατικού τομέα στους υδρογονάνθρακες, τη στιγμή που έχει την ανάγκη να επενδύσει ο ιδιωτικός τομέας εκατοντάδες εκατομμύρια για να ανακαλύψει και να αξιοποιήσει τον όποιο ορυκτό πλούτο της χώρας.
Ας αποκτήσουμε μια ικανή παραγωγή από τρία - τέσσερα κοιτάσματα, πέραν των λίγων χιλιάδων βαρελιών του Πρίνου, και μετά ας καθίσουμε με τους επενδυτές στο τραπέζι να τούς πούμε "βγάζετε πια καλά έσοδα, προχωρείτε σε πιο γρήγορες αποσβέσεις, το ρίσκο σας μειώνεται, θέλω κι εγώ συμμετοχή στην διάθεση της παραγωγής"
Τότε θα ταιριάζει, τώρα όμως κινδυνεύει να δημιουργήσει αντικίνητρα.
H πρόθεση της κυβέρνησης να δώσει τη μεγαλύτερη δυνατή ώθηση στον τομέα της έρευνας και παραγωγής υδρογονανθράκων είναι δεδομένη και εκπεφρασμένη.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι προθέσεις αναγκαστικά θα πρέπει να συνδυάζονται με αλλαγές και ανατροπές που αιφνιδιάζουν.
Το ρεπορτάζ θέλει το Υπουργείο Ενέργειας να προκρίνει, μεταξύ άλλων, την καθιέρωση του μοντέλου της Συμφωνίας Διάθεσης Παραγωγής (Production Sharing Agreement) για τις επόμενες συμβάσεις στον τομέα της έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην χώρα μας-μοντέλου που συνεπάγεται την συμμετοχή του Δημοσίου στην διάθεση της παραγωγής από κάποιο κοίτασμα..
Ακόμη κι αν κανείς αντιπαρερχόταν βασικά ζητήματα όπως..
λ.χ. το ότι αυτές οι συμφωνίες απαιτούν, κατ΄αρχήν την ύπαρξη ικανούς παραγωγής, προκειμένου το Δημόσιο να είναι σε θέση να "αξιώσει" από τον ιδιώτη-επενδυτή μετοχική παρουσία στις παραχωρήσεις, καθώς και ότι πρόκειται για ένα μοντέλο που σχεδόν ουδόλως δεν απαντάται στην Ευρώπη -αντίθετα, χαρακτηρίζει πολλές χώρες της Αφρικής - σίγουρα δεν θα μπορούσε να παραβλέψει το γεγονός ότι η εξέλιξη ακούγεται ως μία δομική αλλαγή στον συγκεκριμένο τομέα.
Και το ερώτημα είναι αν υπάρχουν λόγοι για αυτήν την αλλαγή και αν η συγκυρία την ευνοεί..
Το υφιστάμενο μοντέλο της Συμφωνίας Μίσθωσης προωτοεφαρμόστηκε το 2013 με την αναθεώρηση της σύμβασης για την εκμετάλλευση του Πρίνου, όπου και η μοναδική ως σήμερα και, τουλάχιστον, για τα επόμενα 2-3 χρόνια παραγωγή υδρογονανθράκων στην χώρα. Η λογική ενός συγκεκριμένου και σταθερού φορολογικού συντελεστή και η πρόσθετη εισφορά δικαιωμάτων (royalties) επί του τζίρου στο ελληνικό Δημόσιο από ένα ύψος παραγωγής και πάνω εφαρμόστηκε στη συνέχεια σε όλες τις νέες συμβάσεις για την παραχώρηση περιοχών της Δυτικής Ελλάδας.
Παρά το γεγονός ότι το μοντέλο αυτό έχει μόλις τέσσερα χρόνια εφαρμογής αλλά και παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει ακόμη οποιαδήποτε ανακάλυψη (ο Πρίνος έχει ανακαλυφθεί από το 1974 και το Κατάκολο από το 1981), η χώρα κατάφερε να συγκεντρώσει τόσο σημαντικές επενδύσεις στον τομέα (300 εκατ. δολάρια ως τώρα στον Πρίνο από την Energean, με τη συμμετοχή μάλιστα και ενός τεράστιου αμερικανικού fund αλλά και της EBRD) όσο και την παρουσία κολοσσιαίων ομίλων για την "επόμενη μέρα":
η Total και η Repsol είναι ήδη παρούσες ως Operator (η πρώτη στο οικόπεδο 2, με την υπογραφή της τελικής σύμβασης να αναμένεται, και η δεύτερη σε Ιωάννινα και Αιτωλοακαρνανία, με την έγκριση της κυβέρνησης επίσης να αναμένεται), ενώ ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί από την μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου στον κόσμο, την ExxonMobil, η οποία μαζί με την Total και τον όμιλο των Ελληνικών Πετρελαίων έχουν προκαλέσει διαγωνισμό για θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου -όπως και η Energean για το Ιόνιο.
Προφανώς, όλη αυτή η δραστηριότητα σχετίζεται και με τις εξελίξεις στη ευρύτερη περιοχή: μεγάλες ανακαλύψεις θαλάσσιων κοιτασμάτων στη ΝΑ. Μεσόγειο, παραγωγή πετρελαίου σε χερσαίες περιοχές της Αλβανίας κλπ.
Ωστόσο, και με δεδομένο ότι η χώρα μας, ακριβώς λόγω της έλλειψης οποιασδήποτε νέας ανακάλυψης, θεωρείται ως frontier (αχαρτογράφητη) όπως είναι διεθνώς ο όρος, το ενδιαφέρον αυτών των εταιρειών πιθανότατα δεν θα είχε εκδηλωθεί ποτέ, αν το θεσμικό πλαίσιο δεν ήταν ελκυστικό για την πραγματοποίηση επενδύσεων με μεγάλο ρίσκο.
Ποιός λησμονεί, άλλωστε, το γεγονός ότι, επηρεασμένη από διάφορες κυβερνητικές δηλώσεις περί αλλαγών στις συμβάσεις επί το ...δημοσιότερον (αν επιτρέπεται ο όρος), η ιταλική ENEL ουδέποτε προσήλθε στον διαγωνισμό για τις χερσαίες περιοχές της Άιτωλοακαρνανίας, της Άρτας/Πρέβεζας και της Βορειοδυτικής Πελοποννήσου, τον οποίο η ίδια προ διετίας είχε προκαλέσει με την εκδήλωση ενδιαφέροντος;
Ή ότι τα θαλάσσια οικόπεδα της Κρήτης και του Ιονίου, για τα οποία τώρα εκδηλώνεται ενδιαφέρον, δεν είχαν επίσης προ διετίας μείνει στα αζήτητα;
Το ελληνικό Δημόσιο στην παρούσα φάση δεν έχει απολύτως κανένα λόγο να θέτει ζητήματα αλλαγής ενός πλαισίου που λειτουργεί πολύ ικανοποιητικά και να παραπέμπει σε λογικές μεγαλύτερης παρέμβασης του κρατικού τομέα στους υδρογονάνθρακες, τη στιγμή που έχει την ανάγκη να επενδύσει ο ιδιωτικός τομέας εκατοντάδες εκατομμύρια για να ανακαλύψει και να αξιοποιήσει τον όποιο ορυκτό πλούτο της χώρας.
Ας αποκτήσουμε μια ικανή παραγωγή από τρία - τέσσερα κοιτάσματα, πέραν των λίγων χιλιάδων βαρελιών του Πρίνου, και μετά ας καθίσουμε με τους επενδυτές στο τραπέζι να τούς πούμε "βγάζετε πια καλά έσοδα, προχωρείτε σε πιο γρήγορες αποσβέσεις, το ρίσκο σας μειώνεται, θέλω κι εγώ συμμετοχή στην διάθεση της παραγωγής"
Τότε θα ταιριάζει, τώρα όμως κινδυνεύει να δημιουργήσει αντικίνητρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου