Τα χρήματα που υπάρχουν στην ενέργεια είναι πολλά, πάρα πολλά, και η εμμονή των πολιτικών ν' ανακατεύονται με την ενέργεια, με το πρόσχημα της "σωτηρίας" του πλανήτη απ' την "ανθρωπογενή" κλιματική αλλαγή, έχει οδηγήσει σε αποφάσεις που δρομολογούν τρισεκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο, προς εντελώς συγκεκριμένες τεχνολογίες.
Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα σε πολλές χώρες κι ο εκτελεστικός αντιπρόεδρός της Νορβηγικής Statoil για το φυσικό αέριο, Rune Bjornson, μιλώντας πέρυσι σε συνέδριο φυσικού αερίου στο Άμστερνταμ, όπως μετέδωσε ο PLATTS, ήταν ξεκάθαρος και δεν...
"μάσησε" τα λόγια του: "Οι πολιτικοί πρέπει να σταματήσουν να ανακατεύονται με την ενέργεια. Όλα τα προβλήματα, που βλέπουμε στην αγορά, εξηγούνται πάρα πολύ καλά από την αυξανόμενη παρέμβαση των πολιτικών. Παράδειγμα τέτοιας παρέμβασης αποτελούν οι μετασχηματισμοί της ενεργειακής αγοράς στη Γερμανία και τη Βρετανία.
Η Energiewende στη Γερμανία έχει δημιουργήσει ένα πολύ ακριβό σύστημα, το οποίο, μακροπρόθεσμα, μπορεί να εκτροχιάσει την ασφάλεια εφοδιασμού. Στη Βρετανία, κάθε διαφορετική τεχνολογία στην αγορά της ενέργειας φαίνεται να κουβαλάει μαζί της και τη δική της επιδότηση. Οι επιδοτήσεις στις ανανεώσιμες πηγές επηρεάζουν τη λειτουργία της αγοράς επειδή ...
συμπιέζουν την κερδοφορία των συμβατικών εργοστασίων.
Τα πολλαπλά επίπεδα ρύθμισης προκαλούν αβεβαιότητα. Η προβλεψιμότητα των κανονισμών είναι ουσιώδης προϋπόθεση για να επενδύσει κανείς σε φυσικό αέριο. Εάν δεν ενδυναμωθεί το ρυθμιστικό πλαίσιο για το φυσικό αέριο, κανείς δεν τολμά να επενδύσει".
Στη Βρετανία λοιπόν, όπου η κυβέρνηση των Συντηρητικών θέλει να σταματήσει πλέον πλήρως την ανάπτυξη χερσαίων αιολικών, η χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στο νέο πυρηνικό εργοστάσιο Hinkley Point C, που δόθηκε μετά από συμφωνία με την Κομισιόν, μπήκε στο στόχαστρο της Αυστριακής κυβέρνησης, που ανακοίνωσε πρόσφατα πως προσφεύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της επένδυσης, επειδή "θα επηρεάσει τις τιμές του ηλεκτρισμού στην ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά". Παράλληλα με την Αυστριακή κυβέρνηση προσφεύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και 10 μικρές εταιρείες ηλεκτρισμού της Γερμανίας και της Αυστρίας. Αυτά τα φαινόμενα προσφυγών στα δικαστήρια αναμένεται να ενταθούν στο μέλλον, καθώς η Γερμανική Ευρώπη θα προχωρεί όλο και περισσότερο σε διασυνδέσεις δικτύων υψηλής τάσης, προκειμένου να ρέει ανεμπόδιστα το τυχαίο αιολικό ρεύμα και να διασφαλίζει την ενεργειακή επικυριαρχία της Γερμανίας επί των "εταίρων" της, (που τους βλέπει μάλλον σαν "εταίρες" της).
Δεν είναι όμως μόνο η Ευρώπη, παρόμοιες παρεμβάσεις πολιτικών έχουμε και στις ΗΠΑ, όπου η κυβέρνηση Ομπάμα, με διάφορα μέτρα, προσπαθεί να περιορίσει τη χρήση του κάρβουνου στην ηλεκτροπαραγωγή προς όφελος του φυσικού αερίου. Με το μέτρο του 2011 Mercury and Air Toxics Standards (MATS) η Υπηρεσία Περιβάλλοντος των ΗΠΑ (Environmental Protection Agency) επέβαλε αυστηρά όρια στις εκπομπές ρύπων απ' τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής, οδηγώντας πολλά σε κλείσιμο και τα υπόλοιπα σε εγκατάσταση ακριβών συστημάτων αποφυγής της ρύπανσης.
Κατόπιν αυτού πολλές εταιρείες, μαζί με 23 Πολιτείες, προσέφυγαν στα Δικαστήρια κατά της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος και πριν λίγες μέρες το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του, αναπέμποντας το μέτρο για επανεξέταση, λέγοντας πως το κόστος του μέτρου υπερβαίνει σημαντικά το αναμενόμενο όφελος! Στη φωτογραφία βλέπουμε την 1η σελίδα της απόφασης, που πολύ απλά λέει: "The Agency may regulate power plants under this program only if it concludes that “regulation is appropriate and necessary” after studying hazards to public health posed by power-plant emissions. Here, EPA found power-plant regulation “appropriate” because the plants’ emissions pose risks to public health and the environment and because controls capable of reducing these emissions were available. It found regulation “necessary” because the imposition of other Clean Air Act requirements did not eliminate those risks. The Agency refused to consider cost when making its decision. It estimated, however, that the cost of its regulations to power plants would be $9.6 billion a year, but the quantifiable benefits from the resulting reduction in hazardous-air-pollutant emissions would be $4 to $6 million a year. - Η Υπηρεσία μπορεί να επιβάλει ρυθμίσεις στα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με το πρόγραμμα μόνο αν συμπεραίνει πως "η ρύθμιση είναι κατάλληλη και απαραίτητη", αφού πρώτα μελετήσει τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία απ' τους ρύπους των εργοστασίων. Εδώ, η Υπηρεσία βρήκε τη ρύθμιση "κατάλληλη" επειδή οι ρύποι των εργοστασίων εγκυμονούν κινδύνους για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον κι επειδή υπήρχαν διαθέσιμοι έλεγχοι για τη μείωση των εκπομπών. Βρήκε τη ρύθμιση "απαραίτητη" επειδή άλλα μέτρα με τη νομοθεσία "Καθαρού Αέρα" (Clean Air Act) δεν εξάλειφαν αυτούς τους κινδύνους. Η Υπηρεσία αρνήθηκε να εξετάσει το κόστος όταν έλαβε την απόφασή της. Υπολόγισε ωστόσο πως το κόστος από την επιβολή των ρυθμίσεων θα ήταν 9,6 εκατ. δολάρια /έτος, ενώ το ποσοτικοποιούμενα οφέλη απ' τη μείωση των επιβλαβών εκπομπών θα ήταν 4-6 εκατ. δολάρια/ έτος."
.
Ουσιαστικά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ στην απόφασή του είπε πως η Υπηρεσία Περιβάλλοντος δεν ερμήνευσε σωστά τη νομοθεσία και υπερέβη τα όρια της δικαιοδοσίας της. Αναπέμπει λοιπόν την υπόθεση προκειμένου η Υπηρεσία να ξανακάνει τους υπολογισμούς της, δίνοντας περισσότερη σημασία στο κόστος που συνεπάγεται η όποια ρύθμιση. Και εμμέσως πλην σαφώς είπε πως τα οφέλη πρέπει να είναι μεγαλύτερα απ' το κόστος.
Μια απ' τα ίδια πήγαιναν να δημιουργηθούν και στην Ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, όπου η αποτυχημένη πολιτική των τελευταίων δεκαπέντε ετών έχει οδηγήσει σε φαιδρές καταστάσεις. Σε δημοσίευμα του energypress τον περασμένο Νοέμβριο είχαμε δει να αναφέρεται ότι "Στα χέρια της κυβέρνησης βρίσκεται, σύμφωνα με πληροφορίες, το συνολικό πακέτο που αποτελεί το σχέδιο για τις δημοπρασίες ρεύματος τύπου NOME, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας που ξεκίνησε με τις δύο διαδοχικές διαβουλεύσεις της ΡΑΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες, η αρχική τιμή αναφοράς ορίζεται στα επίπεδα των 35–38 €/MWh καθαρά, χωρίς δηλαδή τις διάφορες χρεώσεις που ακολουθούν."
Η αγορά είναι "απελευθερωμένη", αλλά η τιμή θα καθορίζονταν διοικητικά από τη ΡΑΕ και το ΥΠΕΚΑ, αγνοώντας τα ελεγμένα από ορκωτούς λογιστές στοιχεία των ισολογισμών της ΔΕΗ, για το κόστος της λιγνιτικής παραγωγής; Οποιαδήποτε απόπειρα προσδιορισμού τιμής εκκίνησης κάτω του κόστους παραγωγής συν ένα εύλογο περιθώριο απόδοσης κεφαλαίου θα σημαίνει μεταφορά πλούτου από τους μετόχους της κατά τα λοιπά εισηγμένης στο Χρηματιστήριο ΔΕΗ προς τους μετόχους όσων καρπωθούν έσοδα απ' τις δημοπρασίες τύπου ΝΟΜΕ. Οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε δικαστικές προσφυγές και καθορισμούς προσωρινών τιμών μονάδας από τα δικαστήρια, με βάση τις προτάσεις των διαδίκων. Αλλά το Γενάρη είχαμε εκλογές, άλλαξε η κυβέρνηση, άλλαξε η ΡΑΕ και πλέον περιμένουμε να δούμε τι προβλέψεις για τα ενεργειακά θα περιέχει το πακέτο της συμφωνίας με τους δανειστές.
Όλη αυτή η κατάσταση δημιουργεί ένα εξαιρετικά θολό τοπίο στον ενεργειακό τομέα και αποτρέπει την πραγματοποίηση επενδύσεων, καθώς οι επενδύσεις στην ενέργεια έχουν μεγάλη κατασκευαστική περίοδο και μεγάλη διάρκεια ζωής. Αν λοιπόν δεν υπάρχει προβλεψιμότητα των συνθηκών της αγοράς σε βάθος χρόνου, δεν θα γίνουν οι αναγκαίες επενδύσεις για αντικατάσταση υποδομών που γηράζουν και σταδιακά θα υπάρχει μείωση του επιπέδου ασφάλειας της ηλεκτροδότησης. Αυτό είναι πλέον το μεγάλο πρόβλημα, που δημιούργησαν οι πολιτικοί και καλούνται να επιλύσουν τα δικαστήρια.
ΠΗΓΗ:greeklignite.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου