Στη δυσκολότερη ίσως φάση τους, μετά από την επανεκκίνηση που επετεύχθη τα προηγούμενα χρόνια και τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί, φαίνεται ότι μπαίνουν τα προγράμματα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη χώρα μας.
Οι διεθνείς εξελίξεις, τόσο σε τεχνολογικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο, είναι τόσο δυσμενείς που υποχρεώνουν..
ακόμα και τα μεγάλα ονόματα της πετρελαϊκής βιομηχανίας, να επανακαταρτίσουν τους σχεδιασμούς και τις προτεραιότητές τους, σε σαφώς συντηρητικότερες κατευθύνσεις.Την ίδια στιγμή οι επιπτώσεις της συνεχιζόμενης υγειονομικής κρίσης είναι καταλυτικές σε ότι αφορά τη ζήτηση πετρελαϊκών προϊόντων, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο το ήδη δύσκολο περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούνται να υλοποιήσουν τα προγράμματά τους οι εταιρείες του διεθνούς upstream.
Στη χώρα μας οι αντικειμενικές και κοινές δυσκολίες συναντώνται με κάποια από τα πάγια χαρακτηριστικά της ελληνικής διοίκησης, όπως οι καθυστερήσεις και η γραφειοκρατική αντιμετώπιση των θεμάτων, αλλά και με ένα αυξανόμενο κύμα αντιδράσεων σε τοπικό επίπεδο, γεγονός που δημιουργεί ένα νέο ασφυκτικό περιβάλλον στα σχέδια που υπήρχαν για έρευνες και εξορύξεις σε διάφορες περιοχές της χώρας.
Ενεργειακή μετάβαση - αποανθρακοποίηση
Σε διεθνές επίπεδο, οι πετρελαϊκές εταιρείες έχουν συνειδητοποιήσει ότι το μέλλον… δεν τους ανήκει, και φροντίζουν να προσαρμόζουν την πολιτική και τις επενδύσεις τους αναλόγως. Δεν είναι τυχαίο ότι όλοι οι παραδοσιακοί γίγαντες των ορυκτών καυσίμων στρέφουν την προσοχή και τα κεφάλαιά τους ολοένα και περισσότερο σε πράσινες επενδύσεις.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με μελέτη της Rystad Energy οι επενδυτικές δαπάνες για την απόκτηση νέων πεδίων από τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες βρέθηκε το 2020 στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω το 2021.
Η ραγδαία «ηλεκτρικοποίηση» της ζωής και της οικονομίας (Smart σπίτι, ηλεκτροκίνηση κ.λπ.) δεν ωφελεί τα ορυκτά καύσιμα ηλεκτροπαραγωγής. Και αυτό γιατί οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν ήδη μειώσει σημαντικά το κόστος παραγωγής ρεύματος από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ενώ η ανάπτυξη των δυνατοτήτων αποθήκευσης ενέργειας, αίρει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα «στοχαστικότητας» των ΑΠΕ.
Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με την πολιτική της Ε.Ε. για πολύ υψηλές τιμές στα κόστη των ρύπων CO2, έχουν οδηγήσει στο να είναι ελάχιστη η συμμετοχή των άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή. Διασώζεται βεβαίως το φυσικό αέριο, καθώς προσφέρει τεχνική ευελιξία για την περίοδο της ενεργειακής μετάβασης.
Η πολιτική της αποανθρακοποίησης, ωστόσο, απαιτεί συνολικά τη μείωση του αποτυπώματος σε όλες τις παραγωγικές διαδικασίες που απαιτούν υψηλή κατανάλωση ενέργειας όπως στην διύλιση, στην παραγωγή τσιμέντου, χάλυβα κοκ.
Απαιτεί, επίσης, επενδύσεις για την παραγωγή και χρήση υδρογόνου, την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα, για τη δημιουργία υποδομών μεταφοράς αυτών των αερίων κ.λπ.
Πανδημία και μείωση της ζήτησης αργού
Παράλληλα με την ενεργειακή μετάβαση και την τάση αποανθρακοποίησης της διεθνούς οικονομίας, καταλυτικές είναι οι συνέπειες της πανδημίας για την πετρελαϊκή βιομηχανία. Η συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση, πέραν της καθοδικής πίεσης στις τιμές των πετρελαϊκών προϊόντων, έχει μειώσει τις προσδοκίες για την αύξηση της ζήτησης και ως εκ τούτου έχει δράσει καταλυτικά για τις μεγάλες ευρωπαϊκές πετρελαϊκές εταιρείες, οι οποίες προσπαθούν πλέον να χτίσουν γρήγορα θέσεις στο νέο περιβάλλον και να εκμεταλλευτούν, ίσως, κάποια συγκριτικά πλεονεκτήματα που τους δίνει η εμπειρία των υπεράκτιων ερευνών, όπως για παράδειγμα στον τομέα ανάπτυξης των θαλάσσιων αιολικών πάρκων.
Τα σημάδια στο ελληνικό upstream είναι ορατά
Τη στιγμή που οι εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο επηρεάζουν καταλυτικά τους γίγαντες του upstream, στον ελληνικό «χάρτη» οι αρνητικές ενδείξεις και τα μαύρα σύννεφα όχι μόνον είναι παρόντα αλλά έχουν πυκνώσει.
Η πλέον χαρακτηριστική αρνητική ένδειξη είναι η αποχώρηση της Repsol από τις χερσαίες παραχωρήσεις της Αιτωλοακαρνανίας και των Ιωαννίνων, που πρώτο αποκάλυψε το energypress.
Η αποχώρηση της Ισπανικής εταιρείας, η οποία είναι πρωτοπόρα σε τέτοιους τομείς έρευνας παγκοσμίως, οφείλεται στο νέο στρατηγικό σχεδιασμό της ο οποίος δεν ευνοεί, πλέον, περιοχές που βρίσκονται σε πρωτόλεια φάση.
Στην απόφαση, ωστόσο, οδήγησαν οπωσδήποτε και οι καθυστερήσεις στις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις, η έλλειψη εφοδιαστικής βάσης στη χώρα μας, αλλά και οι αντιδράσεις που αντιμετώπισε η εταιρεία κατά τη διαδικασία, ακόμα, των σεισμικών ερευνών, δηλαδή κατά την αρχική, ολιγότερο οχλούσα, διαδικασία.
Αποφάσεις δημοτικών συμβουλίων, ιδιώτες ιδιοκτήτες, κινήματα πολιτών, ακόμα και διευθύνσεις περιβάλλοντος του ευρύτερου δημόσιου τομέα, πρόσθεσαν πολλά προβλήματα στην όλη εξέλιξη, δημιουργώντας «αγκάθια» και στην προοπτική της περαιτέρω ανάπτυξης των εργασιών.
Ωστόσο, η αποχώρηση της Repsol από τις χερσαίες περιοχές αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου, με δεδομένο ότι υπάρχει έντονος σκεπτικισμός και για άλλες παραχωρήσεις σε άλλες περιοχές της ελληνικής επικράτειας. Πληροφορίες που δεν είναι ακόμα επιβεβαιωμένες επιμένουν ότι σε αυτές περιλαμβάνεται ακόμα και η άκρως ενδιαφέρουσα περιοχή στα νότια και δυτικά της Κρήτης, η οποία έχει παραχωρηθεί στην κοινοπραξία των εταιρειών Total, ExxonMobil και Ελληνικών Πετρελαίων.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιον είναι ότι το επόμενο διάστημα θα αποβεί καθοριστικό για το μέλλον των επιχειρησιακών projects έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη χώρα μας, με το πιθανότερο σενάριο να είναι η συρρίκνωση, στο πλαίσιο της διεθνούς τάσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου