Από το capital.gr
"Ο 'πυθμένας' αποτελεί παρελθόν και είναι σε εξέλιξη μια μακρά ανάκαμψη", έγραψε ο αναλυτής της αγοράς πετρελαίου της Credit Suisse, Bill Featherstone, σε έκθεσή του την Παρασκευή.
Αληθεύει; Μπορεί όντως να έχουν περάσει τα χειρότερα για τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ;
Δέκα εβδομάδες αφότου ξέσπασε η κρίση του κορονοϊού, και έναν μήνα μετά τη "βουτιά” του αμερικανικού αργού..
σε αρνητικό έδαφος, η τιμή του West Texas Intermediate κινείται πλέον στα 35 δολάρια το βαρέλι. Εν τω μεταξύ, οι Αμερικανοί παραγωγοί πετρελαίου έχουν μειώσει την παραγωγή τους και έχουν περικόψει κατά 400 δισ. δολάρια τις κεφαλαιουχικές δαπάνες τους. Παράλληλα, ο ρυθμός των γεωτρήσεων έχει μειωθεί περισσότερο από 80% από την "κορυφή” του, την εποχή της "έκρηξης” του αμερικανικού πετρελαίου που οδήγησε σε υπερδιπλασιασμό της παραγωγής σε λιγότερο από μια δεκαετία.
Επομένως, πού εδράζεται η εκτίμηση της ανάκαμψης;
Αρχικά στο γεγονός ότι οι Αμερικανοί κυκλοφορούν πλέον περισσότερο. Το lockdown που είχε επιβληθεί σε σκοπό τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού είχε σχεδόν εκμηδενίσει την κατανάλωση βενζίνης στα μέσα Απριλίου. Σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Deutsche Bank, οι οδικές μετακινήσεις διαμορφώνονται μόλις 30% χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Αντίστοιχα, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου φαίνεται ότι άγγιξε τον "πυθμένα” της τον Μάιο, υποχωρώντας στα 79 εκατ. βαρέλια την ημέρα, σύμφωνα με την ενεργειακή συμβουλευτική εταιρεία Rystad, η οποία εκτιμά ότι η ζήτηση τον Ιούνιο θα αυξηθεί στα 84 εκατ. βαρέλια. Και παρότι απέχει ακόμη πολύ από το επίπεδο των 99,5 εκατ. βαρελιών την ημέρα που ήταν στο τέλος του 2019, σίγουρα αποτελεί ένα θετικό βήμα.
Εν τω μεταξύ, οι παραγωγοί πετρελαίου της Αμερικής συνδράμουν στην "ανακούφιση” της αγοράς από την υπερπροσφορά αργού, βάζοντας τις μονάδες τους σε "stand by” λόγω της πρωτοφανούς έκτακτης ανάγκης που έχει ανακύψει - ο αριθμός των ενεργών εξεδρών εξόρυξης σύμφωνα με τα στοιχεία της Baker Hughes υποχώρησε σχεδόν κατά 500 το τρέχον έτος, στις 289. Αυτό βοήθησε να μειωθεί κατά 1,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα η αμερικανική παραγωγή πετρελαίου σε διάστημα μόλις δύο μηνών. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την κρίση του 2015-2016 χρειάστηκαν 17 μήνες προκειμένου ο όγκος της εγχώριας παραγωγής να υποχωρήσει κατά 1,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Δεδομένου όμως ότι πλέον ο αριθμός των περικοπών στην παραγωγή των ΗΠΑ έχει επιβραδυνθεί, οι αναλυτές της Cowen & Co. εμφανίζονται ελαφρώς πιο αισιόδοξοι, αναμένοντας τώρα ότι η εξορυκτική δραστηριότητα στις ΗΠΑ θα φτάσει στο ναδίρ το τρίτο τρίμηνο του 2020. Μόλις πριν από μία εβδομάδα πίστευαν ότι αυτό δεν θα συμβεί μέχρι το 2021.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη αρκετοί λόγοι που διατηρούν την απαισιοδοξία για το μέλλον του αμερικανικού πετρελαϊκού κλάδου. Οι αναλυτές μετοχών έχουν σταματήσει να καλύπτουν τις υπερχρεωμένες εταιρείες: την Παρασκευή η Cowen σταμάτησε να καλύπτει πλέον τις υπεράκτιες πετρελαϊκές εταιρείες Valaris (βαρύνεται με χρέος 6 δισ. δολαρίων) και Noble (με χρέος 3,8 δισ. δολάρια), επισημαίνοντας για την τελευταία ότι εμφανίζει "μεγάλη πιθανότητα να χρειαστεί αναδιάρθρωση χρέους”. Για περιπτώσεις, δε, όπως αυτή της Chesapeake Energy, τονίζουν ότι απλώς αγοράζουν χρόνο, με τον αναλυτή Featherstone της Credit Suisse να εκτιμά στην έκθεσή του την Παρασκευή ότι η μετοχή της Chesapeake θα σημειώσει πτώση από τα 13 δολάρια στο 1 δολάριο ή και λιγότερο. Δίνει επίσης 67% πιθανότητες για περαιτέρω πτώση των μετοχών των παραγωγών φυσικού αερίου Range Resources και Southwestern Energy.
Άλλωστε, πλήγμα έχουν δεχθεί ακόμη και οι μεγαλύτεροι "παίκτες” του κλάδου. Η Chevron την περασμένη εβδομάδα έγινε η πρώτη από τις "Big Oil” (σ.σ. έτσι χαρακτηρίζονται οι έξι μεγαλύτερες πετρελαϊκές του πλανήτη) που προχώρησε σε μεγάλες περικοπές προσωπικού - ανακοίνωσε την απόλυση περίπου 6.000 εργαζομένων ή του 10% του εργατικού δυναμικού της παγκοσμίως. Ακόμη και η ExxonMobil αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, προβλέποντας αρνητικές ταμειακές ροές ύψους 2 δισ. δολαρίων το τρέχον έτος, γεγονός που σημαίνει ότι θα πρέπει να προβεί σε δανεισμό προκειμένου να καταβάλει μερίσματα ύψους 15 δισ. δολαρίων. Οι δε μετοχές της έχουν σημειώσει πτώση 40% σε σχέση με πέρυσι.
Στην πιο δύσκολη κατάσταση, όμως, βρίσκεται η Occidental Petroleum. Η Oxy παρότι είχε ήδη περικόψει το τριμηνιαίο μέρισμά της από τα 79 σεντς ανά μετοχή στα 11 σεντς, την Παρασκευή ανακοίνωσε ότι θα το μειώσει τελικά μόλις στο 1 σεντ ανά μετοχή (κάτι που η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας Vicki Hollub θα έπρεπε να είχε κάνει εξαρχής). Με τον τρόπο αυτό θα εξοικονομήσει επιπλέον 360 εκατ. δολάρια τον χρόνο σε μετρητά, ποσό όμως που δεν αρκεί ώστε η Oxy να εξυπηρετήσει το υπέρογκο χρέος της που εκτινάχθηκε πάνω από τα 30 δισ. δολάρια -όπου περιλαμβάνονται και ομόλογα 12 δισ. δολαρίων που ωριμάζουν στο τέλος του 2023- λόγω της περσινής εξαγοράς της Anadarko Petroleum. Το καθαρό χρέος της Oxy αντιστοιχεί σε 6,5 φορές τα EBITDA, και είναι σχεδόν διπλάσιο της μέσης μόχλευσης των ανταγωνιστών της. Ακόμη και με την παραδοχή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων το επόμενο διάστημα, ο Featherstone αναμένει ότι η εταιρεία θα ξεμείνει από ρευστότητα πριν από το τέλος του 2022, δίνοντας παράλληλα 40% πιθανότητες να υποχωρήσει η "πολύ ακριβή” μετοχή της στα 8 δολάρια. Σημειώνεται ότι σήμερα η μετοχή της εταιρείας κυμαίνεται στα 13 δολάρια, και βρίσκεται ήδη χαμηλότερα κατά 75% σε σχέση με πέρυσι.
Όλα τα παραπάνω, βέβαια, μάλλον αποτελούν καλή είδηση για τον OPEC. Κι αυτό γιατί το καρτέλ βλέπει την κρίση ως τη "χρυσή ευκαιρία” για να βγάλει εκτός αγοράς τους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου και να ανακτήσει τελικά το μερίδιο αγοράς που έχει απολέσει.
Ο OPEC έχει δεσμευτεί για περικοπή της παραγωγής του κατά 10 εκατ. βαρέλια την ημέρα προκειμένου να σταθεροποιήσει την αγορά εν μέσω της κατακρήμνισης της ζήτησης. Οι αναλυτές αναμένουν επίσης ότι το καρτέλ θα συνεχίσει τις περικοπές, αλλά με πιο ήπιο ρυθμό, κατά 7,7 εκατ. βαρελια, και στο δεύτερο μισό του έτους.
Ωστόσο, ο OPEC δεν πρόκειται να κρατήσει την παραγωγή του σε χαμηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα, αφού έτσι θα άφηνε περιθώριο αντίδρασης στις αμερικανικές εταιρείες παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Deutsche Bank, το μερίδιο αγοράς του OPEC έχει διολισθήσει από 42% που ήταν πριν από μερικά χρόνια στο 31% - που είναι το χαμηλότερο επίπεδο 20 ετών.
Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι η τρέχουσα πετρελαϊκή κρίση είχε ξεκινήσει πριν ακόμη κάνει την εμφάνισή του ο κορονοϊός, με τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία να πλημμυρίζουν τον πλανήτη με πετρέλαιο στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν μέρος του μεριδίου αγοράς που είχαν απολέσει. Τον Μάρτιο, μάλιστα, ήτοι πριν τα μέλη του OPEC καταλήξουν σε συμφωνία για τη μείωση της παραγωγής τους, οι Σαουδάραβες απέστειλαν μια "αρμάδα” τάνκερ στον Κόλπο του Μεξικού. Την περασμένη εβδομάδα, λοιπόν, 11 από τα συνολικά 16 Σαουδαραβικά δεξαμενόπλοια ξεφόρτωσαν 23 εκατ. βαρέλια στις ΗΠΑ (σύμφωνα με την Argus Media) προκαλώντας τα επικριτικά σχόλια των "οπαδών” του Γερουσιαστή Ted Cruz, ο οποίος κατηγόρησε τους Σαουδάραβες ότι προσπαθούν να οδηγήσουν ακόμη χαμηλότερα τις τιμές του πετρελαίου και να πλήξουν τις αμερικανικές εταιρείες σχιστολιθικού πετρελαίου. Ο Cruz πέταξε μάλιστα την ιδέα υιοθέτησης ενός δασμού αντιντάμπιγνκ για το εισαγόμενο πετρέλαιο.
Και δυστυχώς, υπάρχουν πολλοί ακόμη λόγοι που τροφοδοτούν την απαισιοδοξία. Από τον Φεβρουάριο ο όγκος του πλεονάζοντος πετρελαίου που αποθηκεύεται σε τάνκερ μεσοπέλαγα έχει τριπλασιαστεί φτάνοντας στα 300 εκατ. βαρέλια.
Ο αναλυτής Michael Hsueh της Deutsche Bank εκτιμά ότι οι τιμές του πετρελαίου θα ανακάμψουν στα 45 δολάρια το βαρέλι το 2021 αρκεί βέβαια ο OPEC να μπορέσει να διατηρήσει τη συμφωνία για τις περικοπές στην παραγωγή του. Όμως και με όλη την πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα να παραμένει "παγωμένη”, ακόμη και αυτό μοιάζει με ευσεβή πόθο.
Του Christopher Helman
"Ο 'πυθμένας' αποτελεί παρελθόν και είναι σε εξέλιξη μια μακρά ανάκαμψη", έγραψε ο αναλυτής της αγοράς πετρελαίου της Credit Suisse, Bill Featherstone, σε έκθεσή του την Παρασκευή.
Αληθεύει; Μπορεί όντως να έχουν περάσει τα χειρότερα για τους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου των ΗΠΑ;
Δέκα εβδομάδες αφότου ξέσπασε η κρίση του κορονοϊού, και έναν μήνα μετά τη "βουτιά” του αμερικανικού αργού..
σε αρνητικό έδαφος, η τιμή του West Texas Intermediate κινείται πλέον στα 35 δολάρια το βαρέλι. Εν τω μεταξύ, οι Αμερικανοί παραγωγοί πετρελαίου έχουν μειώσει την παραγωγή τους και έχουν περικόψει κατά 400 δισ. δολάρια τις κεφαλαιουχικές δαπάνες τους. Παράλληλα, ο ρυθμός των γεωτρήσεων έχει μειωθεί περισσότερο από 80% από την "κορυφή” του, την εποχή της "έκρηξης” του αμερικανικού πετρελαίου που οδήγησε σε υπερδιπλασιασμό της παραγωγής σε λιγότερο από μια δεκαετία.
Επομένως, πού εδράζεται η εκτίμηση της ανάκαμψης;
Αρχικά στο γεγονός ότι οι Αμερικανοί κυκλοφορούν πλέον περισσότερο. Το lockdown που είχε επιβληθεί σε σκοπό τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού είχε σχεδόν εκμηδενίσει την κατανάλωση βενζίνης στα μέσα Απριλίου. Σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Deutsche Bank, οι οδικές μετακινήσεις διαμορφώνονται μόλις 30% χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα. Αντίστοιχα, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου φαίνεται ότι άγγιξε τον "πυθμένα” της τον Μάιο, υποχωρώντας στα 79 εκατ. βαρέλια την ημέρα, σύμφωνα με την ενεργειακή συμβουλευτική εταιρεία Rystad, η οποία εκτιμά ότι η ζήτηση τον Ιούνιο θα αυξηθεί στα 84 εκατ. βαρέλια. Και παρότι απέχει ακόμη πολύ από το επίπεδο των 99,5 εκατ. βαρελιών την ημέρα που ήταν στο τέλος του 2019, σίγουρα αποτελεί ένα θετικό βήμα.
Εν τω μεταξύ, οι παραγωγοί πετρελαίου της Αμερικής συνδράμουν στην "ανακούφιση” της αγοράς από την υπερπροσφορά αργού, βάζοντας τις μονάδες τους σε "stand by” λόγω της πρωτοφανούς έκτακτης ανάγκης που έχει ανακύψει - ο αριθμός των ενεργών εξεδρών εξόρυξης σύμφωνα με τα στοιχεία της Baker Hughes υποχώρησε σχεδόν κατά 500 το τρέχον έτος, στις 289. Αυτό βοήθησε να μειωθεί κατά 1,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα η αμερικανική παραγωγή πετρελαίου σε διάστημα μόλις δύο μηνών. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την κρίση του 2015-2016 χρειάστηκαν 17 μήνες προκειμένου ο όγκος της εγχώριας παραγωγής να υποχωρήσει κατά 1,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα.
Δεδομένου όμως ότι πλέον ο αριθμός των περικοπών στην παραγωγή των ΗΠΑ έχει επιβραδυνθεί, οι αναλυτές της Cowen & Co. εμφανίζονται ελαφρώς πιο αισιόδοξοι, αναμένοντας τώρα ότι η εξορυκτική δραστηριότητα στις ΗΠΑ θα φτάσει στο ναδίρ το τρίτο τρίμηνο του 2020. Μόλις πριν από μία εβδομάδα πίστευαν ότι αυτό δεν θα συμβεί μέχρι το 2021.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη αρκετοί λόγοι που διατηρούν την απαισιοδοξία για το μέλλον του αμερικανικού πετρελαϊκού κλάδου. Οι αναλυτές μετοχών έχουν σταματήσει να καλύπτουν τις υπερχρεωμένες εταιρείες: την Παρασκευή η Cowen σταμάτησε να καλύπτει πλέον τις υπεράκτιες πετρελαϊκές εταιρείες Valaris (βαρύνεται με χρέος 6 δισ. δολαρίων) και Noble (με χρέος 3,8 δισ. δολάρια), επισημαίνοντας για την τελευταία ότι εμφανίζει "μεγάλη πιθανότητα να χρειαστεί αναδιάρθρωση χρέους”. Για περιπτώσεις, δε, όπως αυτή της Chesapeake Energy, τονίζουν ότι απλώς αγοράζουν χρόνο, με τον αναλυτή Featherstone της Credit Suisse να εκτιμά στην έκθεσή του την Παρασκευή ότι η μετοχή της Chesapeake θα σημειώσει πτώση από τα 13 δολάρια στο 1 δολάριο ή και λιγότερο. Δίνει επίσης 67% πιθανότητες για περαιτέρω πτώση των μετοχών των παραγωγών φυσικού αερίου Range Resources και Southwestern Energy.
Άλλωστε, πλήγμα έχουν δεχθεί ακόμη και οι μεγαλύτεροι "παίκτες” του κλάδου. Η Chevron την περασμένη εβδομάδα έγινε η πρώτη από τις "Big Oil” (σ.σ. έτσι χαρακτηρίζονται οι έξι μεγαλύτερες πετρελαϊκές του πλανήτη) που προχώρησε σε μεγάλες περικοπές προσωπικού - ανακοίνωσε την απόλυση περίπου 6.000 εργαζομένων ή του 10% του εργατικού δυναμικού της παγκοσμίως. Ακόμη και η ExxonMobil αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, προβλέποντας αρνητικές ταμειακές ροές ύψους 2 δισ. δολαρίων το τρέχον έτος, γεγονός που σημαίνει ότι θα πρέπει να προβεί σε δανεισμό προκειμένου να καταβάλει μερίσματα ύψους 15 δισ. δολαρίων. Οι δε μετοχές της έχουν σημειώσει πτώση 40% σε σχέση με πέρυσι.
Στην πιο δύσκολη κατάσταση, όμως, βρίσκεται η Occidental Petroleum. Η Oxy παρότι είχε ήδη περικόψει το τριμηνιαίο μέρισμά της από τα 79 σεντς ανά μετοχή στα 11 σεντς, την Παρασκευή ανακοίνωσε ότι θα το μειώσει τελικά μόλις στο 1 σεντ ανά μετοχή (κάτι που η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας Vicki Hollub θα έπρεπε να είχε κάνει εξαρχής). Με τον τρόπο αυτό θα εξοικονομήσει επιπλέον 360 εκατ. δολάρια τον χρόνο σε μετρητά, ποσό όμως που δεν αρκεί ώστε η Oxy να εξυπηρετήσει το υπέρογκο χρέος της που εκτινάχθηκε πάνω από τα 30 δισ. δολάρια -όπου περιλαμβάνονται και ομόλογα 12 δισ. δολαρίων που ωριμάζουν στο τέλος του 2023- λόγω της περσινής εξαγοράς της Anadarko Petroleum. Το καθαρό χρέος της Oxy αντιστοιχεί σε 6,5 φορές τα EBITDA, και είναι σχεδόν διπλάσιο της μέσης μόχλευσης των ανταγωνιστών της. Ακόμη και με την παραδοχή της πώλησης περιουσιακών στοιχείων ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων δολαρίων το επόμενο διάστημα, ο Featherstone αναμένει ότι η εταιρεία θα ξεμείνει από ρευστότητα πριν από το τέλος του 2022, δίνοντας παράλληλα 40% πιθανότητες να υποχωρήσει η "πολύ ακριβή” μετοχή της στα 8 δολάρια. Σημειώνεται ότι σήμερα η μετοχή της εταιρείας κυμαίνεται στα 13 δολάρια, και βρίσκεται ήδη χαμηλότερα κατά 75% σε σχέση με πέρυσι.
Όλα τα παραπάνω, βέβαια, μάλλον αποτελούν καλή είδηση για τον OPEC. Κι αυτό γιατί το καρτέλ βλέπει την κρίση ως τη "χρυσή ευκαιρία” για να βγάλει εκτός αγοράς τους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου και να ανακτήσει τελικά το μερίδιο αγοράς που έχει απολέσει.
Ο OPEC έχει δεσμευτεί για περικοπή της παραγωγής του κατά 10 εκατ. βαρέλια την ημέρα προκειμένου να σταθεροποιήσει την αγορά εν μέσω της κατακρήμνισης της ζήτησης. Οι αναλυτές αναμένουν επίσης ότι το καρτέλ θα συνεχίσει τις περικοπές, αλλά με πιο ήπιο ρυθμό, κατά 7,7 εκατ. βαρελια, και στο δεύτερο μισό του έτους.
Ωστόσο, ο OPEC δεν πρόκειται να κρατήσει την παραγωγή του σε χαμηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα, αφού έτσι θα άφηνε περιθώριο αντίδρασης στις αμερικανικές εταιρείες παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Deutsche Bank, το μερίδιο αγοράς του OPEC έχει διολισθήσει από 42% που ήταν πριν από μερικά χρόνια στο 31% - που είναι το χαμηλότερο επίπεδο 20 ετών.
Υπενθυμίζεται, επίσης, ότι η τρέχουσα πετρελαϊκή κρίση είχε ξεκινήσει πριν ακόμη κάνει την εμφάνισή του ο κορονοϊός, με τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία να πλημμυρίζουν τον πλανήτη με πετρέλαιο στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν μέρος του μεριδίου αγοράς που είχαν απολέσει. Τον Μάρτιο, μάλιστα, ήτοι πριν τα μέλη του OPEC καταλήξουν σε συμφωνία για τη μείωση της παραγωγής τους, οι Σαουδάραβες απέστειλαν μια "αρμάδα” τάνκερ στον Κόλπο του Μεξικού. Την περασμένη εβδομάδα, λοιπόν, 11 από τα συνολικά 16 Σαουδαραβικά δεξαμενόπλοια ξεφόρτωσαν 23 εκατ. βαρέλια στις ΗΠΑ (σύμφωνα με την Argus Media) προκαλώντας τα επικριτικά σχόλια των "οπαδών” του Γερουσιαστή Ted Cruz, ο οποίος κατηγόρησε τους Σαουδάραβες ότι προσπαθούν να οδηγήσουν ακόμη χαμηλότερα τις τιμές του πετρελαίου και να πλήξουν τις αμερικανικές εταιρείες σχιστολιθικού πετρελαίου. Ο Cruz πέταξε μάλιστα την ιδέα υιοθέτησης ενός δασμού αντιντάμπιγνκ για το εισαγόμενο πετρέλαιο.
Και δυστυχώς, υπάρχουν πολλοί ακόμη λόγοι που τροφοδοτούν την απαισιοδοξία. Από τον Φεβρουάριο ο όγκος του πλεονάζοντος πετρελαίου που αποθηκεύεται σε τάνκερ μεσοπέλαγα έχει τριπλασιαστεί φτάνοντας στα 300 εκατ. βαρέλια.
Ο αναλυτής Michael Hsueh της Deutsche Bank εκτιμά ότι οι τιμές του πετρελαίου θα ανακάμψουν στα 45 δολάρια το βαρέλι το 2021 αρκεί βέβαια ο OPEC να μπορέσει να διατηρήσει τη συμφωνία για τις περικοπές στην παραγωγή του. Όμως και με όλη την πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα να παραμένει "παγωμένη”, ακόμη και αυτό μοιάζει με ευσεβή πόθο.
Του Christopher Helman
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου