Στην Ημερίδα της #Voria για το ενεργειακό μέλλον της #Θεσσαλονίκης μίλησε ο βουλευτής Β΄Θεσσαλονίκης και υπεύθυνος Ενέργειας και Περιβάλλοντος του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Αρβανιτίδης τονίζοντας ότι δεν πρέπει να χαθούν άλλες ευκαιρίες για την πόλη, πρέπει να δοθεί έμφαση στον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των δικτύων και των διασυνδέσεων αλλά και σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δίκαιης μετάβασης στη νέα ενεργειακή εποχή με επίκεντρο τους πολίτες.
Αναλυτικά ολόκληρη η ομιλία του κ. Αρβανιτίδη:
Κυρίες και κύριοι,
ασχολούμενος με τον κλάδο της ενέργειας, τα τελευταία δυο χρόνια συστηματικά, ως υπεύθυνος ενέργειας και περιβάλλοντος του Κινήματος Αλλαγής, διαπιστώνω συνεχώς τη βαρύτητα του κλάδου για την οικονομία όλης της χώρας, αλλά ιδιαιτέρως της Βόρειας Ελλάδας.
Αν θα έπρεπε δηλαδή να πούμε ποιοι τομείς μπορούν ΤΩΡΑ, ΣΗΜΕΡΑ, όχι μόνο να «ξελασπώσουν» - ας μου επιτραπεί ο όρος – την οικονομία αλλά και να της δώσουν μια δυναμική ώθηση, θα έλεγα την ενέργεια ως τον νούμερο ένα τομέα και ακολουθούν, τα Logistics, ο Τουρισμός, η Ναυτιλία, τα ποιοτικά προϊόντα αγροτοδιατροφής και το real estate.
Και εάν θα έπρεπε να τιτλοφορήσω την εισήγησή μου, αναφερόμενος συγκεκριμένα στο ενεργειακό μέλλον της Θεσσαλονίκης, θα έλεγα:
Να μην χαθούν άλλες ευκαιρίες για τη Θεσσαλονίκη στο νέο ενεργειακό περιβάλλον!
Ένα ενεργειακό περιβάλλον που μεταβάλλεται γρήγορα με τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης να είναι ΕΔΩ και να ζητούν απαντήσεις φέρνοντας δυσκολίες αλλά και ευκαιρίες.
Και για να ΜΗΝ χαθούν άλλες ευκαιρίες πρέπει επιτέλους να αποκτήσουμε ενεργειακή στρατηγική.
Η χάραξη μιας εθνικής ενεργειακής στρατηγικής, οφείλει να εξασφαλίσει την ενεργειακή μας συμμετοχή στη γεωπολιτική σκακιέρα που διαμορφώνεται σήμερα στην εποχή της ενεργειακής μετάβασης.
Πρώτη προτεραιότητα για μια εθνική ενεργειακή στρατηγική πρέπει να είναι η ασφάλεια του εφοδιασμού ηλεκτρικής ενέργειας και η βελτίωση των δικτύων.
Η χώρα και η περιοχή μας πρέπει να εκσυγχρονίσει όλα τα δίκτυά της (ΑΔΜΗΕ - ΔΕΔΔΗΕ) και να επεκτείνει τις διασυνδέσεις της τόσο στο εσωτερικό της με τα νησιά, όσο και με τις γειτονικές χώρες.
Πρέπει να πάψουμε να είμαστε απαρχαιωμένη ηλεκτρική και ενεργειακή «νησίδα» και να παίξουμε επιτέλους κομβικό ρόλο στα Βαλκάνια μέσω δικτύων, του χρηματιστηρίου ενέργειας και άλλων «έξυπνων» τεχνολογικών εργαλείων όπως η τεχνολογία του Blockchain κ.α.
Το πρόβλημα των «κορεσμένων» δικτύων αποτελεί δυστυχώς μεγάλο εμπόδιο και αδυναμία προκειμένου να προχωρήσει η διείσδυση των ΑΠΕ και να πετύχει η χώρα τους φιλόδοξους στόχους που έχει θέσει το νέο ΕΣΕΚ.
Η προβληματική αυτή κατάσταση επικρατεί σε όλη σχεδόν την χώρα και έχει οδηγήσει πολίτες και επιχειρηματίες να μην μπορούν να εγκαταστήσουν νέα μικρά έργα ΑΠΕ.
Τον αρνητικό αντίκτυπο αυτής της κατάστασης το βιώνουμε με τις διακοπές ρεύματος, εν μέσω τουριστικής περιόδου, με την οικονομία και την καθημερινότητα των πολιτών να επιβαρύνεται χρόνο με το χρόνο.
Και όταν λέμε δίκτυα και ενεργειακές διασυνδέσεις εννοούμε και το δίκτυο του Φυσικού Αερίου που έστω ως καύσιμο-γέφυρα θα πρέπει να επεκταθεί σε περισσότερες γειτονιές και προάστια και της Θεσσαλονίκης.
Ωστόσο, θα πρέπει να μας προβληματίζει η απόφαση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για μη χρηματοδότηση από το 2022 έργων για δίκτυα και αγωγούς Φυσικού Αερίου.
Την στιγμή που αυτές οι υποδομές υπάρχουν ήδη στην βόρεια Ευρώπη, αλλά εδώ όμως δεν τις έχουμε ακόμα ολοκληρώσει.
Αυτό μάλιστα είναι ένα θέμα που πρέπει να το δει η κυβέρνηση και μάλιστα χθες είχα την ευκαιρία να το θέσω στη Βουλή στον κ. Σταϊκούρα και το Ευρωπαίο Επίτροπο για την Οικονομία τον κ. Τζεντιλόνι, όπου συζητήσαμε για την Βιώσιμη Ανάπτυξη, αλλά δυστυχώς απάντηση ΔΕΝ πήρα…
Συνοπτικά: χωρίς δίκτυα και ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού ΔΕΝ μπορούμε να μιλάμε με αισιοδοξία για ένα καλύτερο ενεργειακό μέλλον ούτε της Θεσσαλονίκης, ούτε της Ελλάδας.
Δεύτερη και άμεση προτεραιότητα για να διαμορφώσουμε μια καλύτερη ενεργειακή προοπτική είναι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δίκαιης απολιγνιτοποίησης.
Τώρα που ο λιγνίτης αποσύρεται από το προσκήνιο οι περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία θα πρέπει να παραμείνουν οικονομικά ενεργές και πληθυσμιακά ανθηρές καθώς αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο και στην Θεσσαλονίκη.
Όπως ανακοίνωσε η Κυβέρνηση, μέχρι το 2028 οι περιοχές αυτές θα πρέπει να έχουν απεξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη λιγνιτική δραστηριότητα.
Αυτό σημαίνει σχεδιασμό σε επίπεδο Κυβέρνησης και Περιφέρειας, σημαίνει ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών μέσω των Δήμων, σημαίνει φυσικά συστηματική και συνεχή συνεργασία με τα όργανα της Ε.Ε.
Η κυβέρνηση όμως αντιμετωπίζει τις λιγνιτοφόρες περιοχές περίπου ως παράπλευρες απώλειες.
Ενώ έχει ανακοινώσει ότι κλείνει όλες τις λιγνιτικές μονάδες το 2023 και την Πτολεμαΐδα 5 το 2028, το σχέδιο μετάβασή τους στη νέα εποχή, θα μας το παρουσιάσει το….καλοκαίρι, έναν χρόνο μετά την εκλογή της, πλήττοντας καίρια τον μύθο της περί ετοιμότητας.
Η Δυτική Μακεδονία και ειδικότερα η Κοζάνη και η Φλώρινα, χωρίς αναπτυξιακό σχέδιο κινδυνεύουν να εξαφανιστούν από τον χάρτη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλη την Μακεδονία και την οικονομία της.
Η Δυτική Μακεδονία συγκεκριμένα βιώνει τα τελευταία χρόνια μια πρωτοφανή ύφεση, επιπρόσθετη της μεγάλης ύφεσης που βίωσε όλη η χώρα.
Η μείωση της λιγνιτικής παραγωγής το 2015 στο 50% ήταν αρκετή για να προκαλέσει ύφεση 14,6% στην περιφέρεια και 18,13% στην Κοζάνη τη διετία 2015-2016 (Με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ).
Οι συνέπειες μιας βίαιης απολιγνιτοποίησης στη Δυτική Μακεδονία, χωρίς αναπτυξιακό σχέδιο για την επόμενη μέρα, θα δημιουργήσουν πολύ μεγάλα προβλήματα στην περιοχή.
Για να αντιληφθεί κανείς την κρισιμότητα υποστήριξης μιας δίκαιης μετάβασης στην περιοχή, όπως προτείνουμε εμείς, αρκεί να σημειώσουμε πως η λιγνιτική δραστηριότητα συμβάλλει στο εισόδημα της Δυτικής Μακεδονίας ακριβώς όσο ο τουρισμός, ο πρωτογενής τομέας, το εμπόριο χονδρικής-λιανικής, η εστίαση, οι μεταφορές και η αποθήκευση αθροιστικά στην Κρήτη.
Στο Κίνημα Αλλαγής, ήμασταν οι πρώτοι, και οι μόνοι, που πριν περίπου έναν χρόνο τονίσαμε την ανάγκη να εδραιωθεί στην οικονομική πολιτική της επόμενης δεκαετίας πως αυτές οι λιγνιτοφόρες περιοχές θα πρέπει να ενισχυθούν σημαντικά
Κυρίως με εθνικούς αλλά και με ευρωπαϊκούς πόρους.
Ήμασταν οι πρώτοι που μιλήσαμε με αριθμούς, εκτιμώντας ότι θα χρειαστούν περίπου 200-300 εκ. Ευρώ σε ετήσια βάση για τουλάχιστον τα επόμενα 15 χρόνια, με έμφαση στην Πτολεμαΐδα, στην Κοζάνη και στην Μεγαλόπολη, ώστε να είναι δυνατή η αλλαγή της οικονομικής δραστηριότητας, η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και του ενεργειακού χαρακτήρα των περιοχών αυτών.
Και για αυτό στο ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ μιλάμε για ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΖΩΗΣ και ένα «Πράσινο Κοινωνικό Συμβόλαιο» για τη χώρα και την κοινωνία, σε Ελλάδα και Ευρώπη, θέτοντας τον στόχο της Βιώσιμης Ανάπτυξης.
Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να προωθήσουμε αλλαγές στις παραγωγικές διαδικασίες με βιώσιμες μεθόδους παραγωγής.
Πρέπει να μετασχηματίσουμε το ενεργειακό, αλλά και συνολικά το οικονομικό και παραγωγικό μας μοντέλο, σε πιο «πράσινες» κατευθύνσεις, όχι απλά για να πάμε με την «μόδα» της εποχής, αλλά για υπαρξιακούς λόγους εθνικής επιβίωσης.
Η εφαρμογή όμως ενός ελληνικού green deal πρέπει να προσαρμοστεί στα ελληνικά δεδομένα και να ΜΗΝ αποτελέσει μια μεταφορά και αντιγραφή απλώς ενός σχεδιασμού απέξω, όπως έγινε με τα Μνημόνια.
Πρέπει ΕΜΕΙΣ να χαράξουμε μια εθνική ενεργειακή στρατηγική και να αναπτύξουμε μέτρα και δράσεις:
για να κατοχυρώσουμε την ενεργειακή μας ασφάλεια
για να εκσυγχρονίσουμε και αναβαθμίσουμε τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής της ενέργειας
για να διασυνδέσουμε τόσο τα νησιά με την ηπειρωτική χώρα όσο και το ελληνικό σύστημα με γειτονικές χώρες
για να εξασφαλίσουμε φτηνό ρεύμα στα νοικοκυριά, στις επιχειρήσεις και τους αγρότες.
για να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο τις ΑΠΕ
για να προωθήσουμε καινοτόμες ενεργειακές επενδύσεις στους τομείς της αποθήκευσης, της διαχείρισης και της μεταφοράς ενέργειας
για να διασυνδεθούν αποτελεσματικότερα τα Πανεπιστήμια με τις επιχειρήσεις του κλάδου για την παραγωγή καινοτόμων εφαρμογών υψηλής προστιθέμενης αξίας που θα αποτελούν και εξαγώγιμα προϊόντα
για να βάλουμε καθαρούς, δίκαιους και σταθερούς κανόνες στην αγορά ενέργειας
Και για να συνεισφέρουμε τέλος, και στην προστασία του περιβάλλοντος.
Σε αυτή την κατεύθυνση, νομίζω ότι ΔΕΝ πρέπει να χαθεί άλλος πολύτιμος χρόνος.
ΔΕΝ έχουμε την πολυτέλεια να αποτύχουμε στον τομέα της ενέργειας.
Στη Θεσσαλονίκη και σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα, με τη διέλευση των διακρατικών αγωγών φυσικού αερίου, αλλά και τους σταθμούς LNG και FSRU σε Καβάλα και Αλεξανδρούπολη μπορεί και πρέπει να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον υγιών επενδύσεων και αύξησης των θέσεων εργασίας ώστε να μετατραπεί η περιοχή μας σε σημαίνοντα ενεργειακό κόμβο.
Όλα τα παραπάνω μπορούν να φέρουν ένα καλύτερο ενεργειακό μέλλον για την πόλη μας, αλλά απαιτούν σοβαρή αντιμετώπιση, δυναμικό σχεδιασμό και υλοποίηση μιας εθνικής ενεργειακής στρατηγικής, όπως σας την παρουσίασα.
Με την προσθήκη όμως μιας πολύ κρίσιμης παραμέτρου.
Την παράμετρο άνθρωπος και κοινωνίες.
Χωρίς την κατάλληλη ενημέρωση και συμμετοχή των πολιτών σε αυτό που ονομάζουμε εκδημοκρατισμό της ενέργειας, την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, τα ανταποδοτικά οφέλη σε Δήμους, τις ενεργειακές κοινότητες, που η Κυβέρνηση θέλει να τις παραγκωνίσει, όσα μεγαλεπίβολα έργα και να σχεδιαστούν, όσο και καλές προθέσεις να υπάρχουν, όσοι πόροι και αν διατεθούν, τίποτα δεν θα προχωρήσει αποτελεσματικά.
Καλό και θεμιτό να συζητάμε εμείς οι πολιτικοί, οι επικεφαλής οργανισμών, οι επιχειρηματίες και οι καθηγητές, τα μεγάλα, αλλά αυτά τα μεγάλα πρέπει να γίνουν αντιληπτά και από τον κόσμο και τι σημαίνουν για τον μικρόκοσμό του.
Για αυτό προτρέπω και τους διοργανωτές, την επόμενη φορά να έχουν φροντίσει να συμπεριλάβουν και αυτή την διάσταση.
Την κοινωνία των πολιτών ώστε να ενημερωθεί ο κόσμος για τα οφέλη της ενεργειακής μετάβασης, τι έχει να κερδίσει, τι έχει να χάσει και να ταυτίσει έτσι το δικό του μέλλον, την δική του ποιότητα ζωής, την δική του τσέπη και οικονομία με ένα καλύτερο ενεργειακό μέλλον για την πόλη του!
Σας ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου