Από το naftemporiki.gr
Τρεις ισχυροί άνδρες κάνουν αυτή τη στιγμή «παιχνίδι» στην αγορά πετρελαίου: ο πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν. Το θέμα είναι ότι ο καθένας τους θέλει κάτι διαφορετικό. Ποιος τελικά θα υπερισχύσει και θα διαμορφώσει τη νέα πολιτική;
Ενώ ο ΟΠΕΚ αγωνίζεται να ξανακερδίσει..
την υπεροχή του, ΗΠΑ, Ρωσία και Σαουδική Αραβία είναι αυτές που ρυθμίζουν την παγκόσμια προσφορά. Οι τρεις τους παράγουν περισσότερο πετρέλαιο από αυτό των 15 χωρών-μελών του ΟΠΕΚ. Και παρότι η παραγωγή τους βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, μπορούν ανά πάσα στιγμή να την αυξήσουν, ανεξαρτήτως από το τι θα αποφασίσουν να πράξουν.
Σαουδική Αραβία και Ρωσία καθοδήγησαν την απόφαση του ΟΠΕΚ και των συμμάχων του τον Ιούνιο να χαλαρώσουν τους περιορισμούς στην παραγωγή που τέθηκαν σε ισχύ στις αρχές του 2017. Όμως η αύξηση της παραγωγής, σε συνδυασμό με την καθοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια ζήτηση και η απόφαση του Τραμπ να εξαιρέσει από τις κυρώσεις κάποιους αγοραστές ιρανικού πετρελαίου πυροδότησαν έντονες ανησυχίες για υπερπροσφορά. Τα αποθέματα πετρελαίου στις ανεπτυγμένες χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), που βρίσκονταν σε φθίνουσα πορεία από τις αρχές του 2017, αυξάνονται ξανά.
Καθώς λοιπόν οι τιμές κατακρημνίζονταν, η Σαουδική Αραβία διαμήνυσε την πρόθεσή της να μειώσει τις εξαγωγές κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως από το επόμενο έτος, καλώντας και τους υπόλοιπους παραγωγούς να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως ή και περισσότερο. Κάτι που δεν φάνηκε να ενθουσιάζει ιδιαίτερα τον Πούτιν, ενώ εξόργισε τον Τραμπ.
Ο Μπιν Σαλμάν χρειάζεται μία τιμή στα 73,3 δολάρια το βαρέλι το επόμενο έτος για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του βασιλείου του, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Σαφώς, η τιμή βρίσκεται σήμερα χαμηλότερα. Αντίθετα, ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι βολεύεται απόλυτα με μία τιμή γύρω στα 70 δολάρια το βαρέλι, καθότι ο προϋπολογισμός της Ρωσίας έπαψε να είναι τόσο εξαρτημένος από το πετρέλαιο. Η αντίδραση από τον Τραμπ είναι πολύ ηχηρή, την ώρα που δοκιμάζονται οι πολιτικές σχέσεις Ριάντ και Ουάσιγκτον. Βεβαίως, η μεγαλύτερη απειλή για το Ριάντ προέρχεται όχι τόσο από τις δηλώσεις Τραμπ, όσο από την αύξηση της παραγωγής από σχιστολιθικά κοιτάσματα από την πετρελαϊκή βιομηχανία του Τέξας.
Εάν λοιπόν το Ριάντ θέλει να εξισορροπήσει την αγορά πετρελαίου, θα πρέπει να διακινδυνεύσει την οργή των ΗΠΑ, την αδιαφορία του Πούτιν και την άνθηση της πετρελαϊκής βιομηχανίας των ΗΠΑ από σχιστολιθικά κοιτάσματα.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
Τρεις ισχυροί άνδρες κάνουν αυτή τη στιγμή «παιχνίδι» στην αγορά πετρελαίου: ο πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν. Το θέμα είναι ότι ο καθένας τους θέλει κάτι διαφορετικό. Ποιος τελικά θα υπερισχύσει και θα διαμορφώσει τη νέα πολιτική;
Ενώ ο ΟΠΕΚ αγωνίζεται να ξανακερδίσει..
την υπεροχή του, ΗΠΑ, Ρωσία και Σαουδική Αραβία είναι αυτές που ρυθμίζουν την παγκόσμια προσφορά. Οι τρεις τους παράγουν περισσότερο πετρέλαιο από αυτό των 15 χωρών-μελών του ΟΠΕΚ. Και παρότι η παραγωγή τους βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, μπορούν ανά πάσα στιγμή να την αυξήσουν, ανεξαρτήτως από το τι θα αποφασίσουν να πράξουν.
Σαουδική Αραβία και Ρωσία καθοδήγησαν την απόφαση του ΟΠΕΚ και των συμμάχων του τον Ιούνιο να χαλαρώσουν τους περιορισμούς στην παραγωγή που τέθηκαν σε ισχύ στις αρχές του 2017. Όμως η αύξηση της παραγωγής, σε συνδυασμό με την καθοδική αναθεώρηση των προβλέψεων για την παγκόσμια ζήτηση και η απόφαση του Τραμπ να εξαιρέσει από τις κυρώσεις κάποιους αγοραστές ιρανικού πετρελαίου πυροδότησαν έντονες ανησυχίες για υπερπροσφορά. Τα αποθέματα πετρελαίου στις ανεπτυγμένες χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), που βρίσκονταν σε φθίνουσα πορεία από τις αρχές του 2017, αυξάνονται ξανά.
Καθώς λοιπόν οι τιμές κατακρημνίζονταν, η Σαουδική Αραβία διαμήνυσε την πρόθεσή της να μειώσει τις εξαγωγές κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως από το επόμενο έτος, καλώντας και τους υπόλοιπους παραγωγούς να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως ή και περισσότερο. Κάτι που δεν φάνηκε να ενθουσιάζει ιδιαίτερα τον Πούτιν, ενώ εξόργισε τον Τραμπ.
Ο Μπιν Σαλμάν χρειάζεται μία τιμή στα 73,3 δολάρια το βαρέλι το επόμενο έτος για να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του βασιλείου του, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Σαφώς, η τιμή βρίσκεται σήμερα χαμηλότερα. Αντίθετα, ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι βολεύεται απόλυτα με μία τιμή γύρω στα 70 δολάρια το βαρέλι, καθότι ο προϋπολογισμός της Ρωσίας έπαψε να είναι τόσο εξαρτημένος από το πετρέλαιο. Η αντίδραση από τον Τραμπ είναι πολύ ηχηρή, την ώρα που δοκιμάζονται οι πολιτικές σχέσεις Ριάντ και Ουάσιγκτον. Βεβαίως, η μεγαλύτερη απειλή για το Ριάντ προέρχεται όχι τόσο από τις δηλώσεις Τραμπ, όσο από την αύξηση της παραγωγής από σχιστολιθικά κοιτάσματα από την πετρελαϊκή βιομηχανία του Τέξας.
Εάν λοιπόν το Ριάντ θέλει να εξισορροπήσει την αγορά πετρελαίου, θα πρέπει να διακινδυνεύσει την οργή των ΗΠΑ, την αδιαφορία του Πούτιν και την άνθηση της πετρελαϊκής βιομηχανίας των ΗΠΑ από σχιστολιθικά κοιτάσματα.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου