Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Ο ενεργειακός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Ρωσίας, το βρετανικό παράδειγμα και οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

Από το energypress.gr
Πληθαίνουν τα κρούσματα έλλειψης συνεργασίας εκ μέρους των Ευρωπαίων με την Ουάσιγκτον σε ότι αφορά στο ρωσικό εμπάργκο στον τομέα της ενέργειας. Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί  η προχθεσινή προσφυγή της Βρετανίας στο ρωσικό υγροποιημένο αέριο του σταθμού Yamal LNG, προκειμένου να αντιμετωπίσει την ενεργειακή της κρίση που προκάλεσε το παρατεταμένο ψύχος. Η βρετανική επιλογή να αγοράσει φορτίο LNG από τους Ρώσους, την επαύριο της αποχώρησης της ExxonMobil για πολιτικούς λόγους από τη συνεργασία της με τη Γκαζπρόμ, αποτελεί μια..
ακόμη επιβεβαίωση της επικρατούσης πρακτικής ότι οι Ευρωπαίοι θα παραβλέψουν τις όποιες οικονομικο-στρατηγικές στοχεύσεις της Ουάσιγκτον και θα προσφύγουν στη φτηνή, ρωσική κυρίως ενέργεια, με βασικό γνώμονα το οικονομικό όφελος.

Η βρετανική πρωτοβουλία συνέπεσε με τη δημοσίευση εμπεριστατωμένης μελέτης του Oxford Institute for Energy Studies του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, με τίτλο "Gazprom in Europe- 'two Anni Mirabiles', but can it continue?", η οποία υποστηρίζει ότι η Γκαζπρόμ μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον ανταγωνισμό στο αέριο από οποιαδήποτε άλλη πηγή. Αναφέρει επίσης ότι τα δύο τελευταία χρόνια οι πωλήσεις της ρωσικής εταιρείας στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατακόρυφα λόγω των ανταγωνιστικών της τιμών, ότι θα αυξηθούν από 34% σε πάνω από 40% και ότι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί είναι δύσκολο να πείσουν για το εμπάργκο εναντίον της ρωσικής ενέργειας τη στιγμή που επί 20 χρόνια προπαγάνδιζαν την φιλελευθεροποίηση της ενεργειακής αγοράς, προκειμένου να πέσουν οι τιμές που πληρώνουν οι ψηφοφόροι τους.

'Ετσι , παρόλο που η αμερικανική διπλωματία  διαφημίζει τις τεράστιες αυξήσεις στην παραγωγή σχιστολιθικού αερίου και πετρελαίου στις ΗΠΑ, η αδιαφορία στην πράξη των αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών για επενδύσεις σε μόνιμες υποδομές αεριοποίησης του αμερικανικού LNG, στην Ευρώπη, μεταξύ των οποίων και στον πολυδιαφημισμένο πλωτό σταθμό της Αλεξανδρούπολης, ενισχύουν την άποψη ότι η Ουάσιγκτον χρησιμοποιεί την ενεργειακή της διπλωματία για την επίτευξη αποκλειστικά δικών της στόχων.  Την άποψη αυτή επιτείνει το γεγονός ότι στην αγορά του LNG συμμετέχουν και άλλοι ισχυροί οικονομικοί παράγοντες, όπως εταιρείες σαν τις Trafigura, Vitol, Glencore και Gunvor, οι οποίες σύμφωνα με την  Wood Mackenzie το 2017 εμπορεύτηκαν 27 εκατ. τόνους υγροποιημένου αερίου,που αποτελεί το 10% του συνόλου.

Στο πλαίσιο αυτό, η κατασκευή των αγωγών αερίου Turkish Stream και Nord Stream 2 από τους Ρώσους, αλλά κυρίως η μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας στροφή της Άγκυρας προς τη Μόσχα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη Μέση Ανατολή και τις σχέσεις των Βαλκανίων με το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορούν εκληφθούν ως οι πραγματικές αιτίες των αμερικανικών πιέσεων εναντίον της Τουρκίας.Οι πιέσεις αυτές εκφράζονται και μέσω κρίσεων που εμπλέκουν την Κύπρο και την  Ελλάδα και απαιτούν την αμερικανική παρέμβαση.

Εδώ θα μπορούσε να προσμετρηθεί η επικείμενη συμμετοχή της  ExxonMobil στις έρευνες νότια της Κρήτης και της Κύπρου, όπου όλοι περιμένουν να δουν αν οι Τούρκοι τολμήσουν να επαναλάβουν και εναντίον των Αμερικανών τα  πρόσφατα "ακροβατικά" τους εναντίον του ελληνικού ναυτικού στα Ίμια, εναντίον της ΕΝΙ στην Κύπρο και προχθές ξανά εναντίον των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων με τα δύο παιδιά στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου.

Ακόμη όμως και αν υπάρξει κάποια συνεννόηση Ουάσιγκτον-Άγκυρας όταν πλησιάσει η ExxonMobil στο οικόπεδο 10 νότια της Κύπρου, για την Ελλάδα δεν αλλάζει το κλίμα αφού η Ουάσιγκτον θέλει να την "κρατάει στο χέρι" για να εκτελέσει τις επιθυμίες της σε ότι αφορά την ενδεχόμενη, ή μη, διέλευση του ρωσικού αερίου του Turkish Stream προς την Ευρώπη, είτε μέσω Βουλγαρίας και π.ΓΔΜ, είτε μέσω ΤΑΡ, είτε χρησιμοποιώντας τον αγωγό Ελλάδας-Ιταλίας ''Ποσειδών". 

Η έκβαση του Ουκρανικού, του Συριακού και των άλλων προβλημάτων της ευρύτερης περιοχής, υπέρ ή όχι των ΗΠΑ ή της Ρωσίας,  έχουν πλέον άμεση ή έμμεση σχέση με την Ελλάδα, η οποία υφίσταται το ισχυρότερο pressing των τελευταίων δεκαετιών, στο αποκορύφωμα της οικονομικής της κρίσης και παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις της αμερικανικής πρεσβείας των Αθηνών ότι οι ελληνο-αμερικανικές σχέσεις βρίσκονται σήμερα στο καλύτερο σημείο της ιστορίας τους. Για τη Μόσχα δεν χρειάζεται να πούμε περισσότερα, αφού παίζει πλέον χοντρά με την Άγκυρα και δεν υπάρχει πλέον αντίπαλο, εξισορροπιστικό "δέος" στους χειρισμούς του Σκοπιανού, του Κυπριακού και των άλλων ελληνο-τουρκικών διαφορών. Το σκηνικό δεν είναι πλέον αυτό που ξέραμε και οι επιλογές μας θα επηρεάσουν τις ισορροπίες μεταξύ των υπερδυνάμεων.

Από την άλλη πλευρά, προκαλεί τουλάχιστον απορία, αν όχι θυμηδία, το γεγονός ότι ενώ η ExxonMobil αναγκάστηκε μετά από πολλές προσπάθειες της Ουάσιγκτον να εγκαταλείψει τελικά τη Ρωσία και ενώ η ρωσική Nοβατέκ και ος σταθμός Yamal LNG που ελέγχει να περιλαμβάνονται στον κατάλογο των στόχων του αμερικανικού εμπάργκο, το LNG που παράγουν... εξαιρείται του αμερικανικού εμπάργκο, σύμφωνα τουλάχιστον με τους Financial Times της περασμένης Παρασκευής.

Η υπόθεση θυμίζει την περίπτωση του LNG  του σταθμού Yamal που ξεκίνησε από λιμάνι της Βρετανίας με σκάφος της γαλλικής Engie για την παγωμένη Βοστώνη, για να επιστρέψει όμως τελικά στην Ισπανία μετά την ευρεία δημοσιοποίηση του γεγονότος. Και το δεύτερο κρούσμα αποδίδεται επίσης σε κακοκαιρία και στην αδυναμία του Λονδίνου για διάφορους λόγους να καλύψει τις ανάγκες του σε αέριο. Την περασμένη Πέμπτη οι Βρετανοί αρμόδιοι κήρυξαν κόκκινο συναγερμό λόγω έλλειψης αερίου και τετραπλασιασμού των τιμών του, τον οποίο ακύρωσαν μόνο όταν αποζημίωσαν αρκετά εργοστάσια προκειμένου να σταματήσουν να λειτουργούν. Το φορτίο του ρωσικού LNG το έφερε στη Βρετανία η Royal Dutch Shell, η οποία μάλιστα το μεταφόρτωσε το Σαββατοκύριακο σε θαλάσσια περιοχή έξω από τη Γαλλία , από ρωσικό παγοθραυστικό μεταφοράς LNG σε δικό της νοικιασμένο σκάφος. 

Στο Λονδίνο επικριτές της βρετανικής ενεργειακής πολιτικής κατηγορούν την κυβέρνηση της Τερέζας Μέη ότι συνέβαλε στην ενεργειακή κρίση της χώρας επιτρέποντας το κλείσιμο των βρετανικών ενεργειακών εγκαταστάσεων στην περιοχή Rough της Βόρειας Θάλασσας, ενώ το υπουργείο  Οικονομίας, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής δικαιολογήθηκε αναφέροντας ότι η Βρετανία προμηθεύεται λιγότερο από το 1% της ενέργειας που καταναλώνει από τη Ρωσία.

του Γιώργου Χατζηιωάννου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου